Συνήθως όταν γίνεται κουβέντα για την ασφάλεια των αντικολλητικών σκευών τους, αυτή αφορά το υλικό teflon, το οποίο επικαλύπτει την επιφάνειά τους και αποτελεί τον αντικολλητικό παράγοντα στα περισσότερα από αυτά.
Επίσης γνωστό ως πολυτετραφθοροαιθυλένιο (PTFE), το teflon είναι ένα διαυγές πλαστικό που χρησιμοποιείται για την επικάλυψη μεταλλικών δοχείων και ταψιών. Εδώ και δεκαετίες οι επιστήμονες συζητούν και ερευνούν το κατά πόσον το teflon είναι ασφαλές στο μαγείρεμα.
Οι ειδικοί τείνουν να συμφωνούν ότι το ίδιο το teflon δεν είναι πρόβλημα. Η καθεαυτή επικάλυψη θεωρείται μη τοξική. Ακόμα κι αν καταναλώνετε μικροσκοπικές νιφάδες, αυτές περνούν μέσα από το έντερο και τις αποβάλλετε χωρίς πρόβλημα.
Ωστόσο, ορισμένοι ειδικοί ανησυχούν για το τι συμβαίνει όταν το teflon ζεσταθεί πολύ. Όταν τα ταψιά και τα τηγάνια υπερθερμαίνονται, η επίστρωση PTFE αρχίζει να αποσυντίθεται. Καθώς διαλύεται, το teflon απελευθερώνει μια σειρά τοξικών αερίων. Σε σπάνιες περιπτώσεις, η εισπνοή αυτών των χημικών αναθυμιάσεων μπορεί να προκαλέσει υψηλό πυρετό, δύσπνοια και αδυναμία.
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί το υπερφθοροοκτανοϊκό οξύ (PFOA), μία από τις χημικές ουσίες που απελευθερώνονται όταν το teflon στα αντικολλητικά τηγάνια θερμαίνεται πολύ. Η μακροχρόνια έκθεση σε PFOA συνδέεται με πλήθος προβλημάτων υγείας από θυρεοειδή έως καρκίνο.
Δεν συμφωνούν, ωστόσο, όλοι οι ερευνητές ότι οι άνθρωποι πρέπει να ανησυχούν για τα αντικολλητικά τηγάνια με teflon. Μερικοί επισημαίνουν ότι καμία μελέτη δεν έχει αναλύσει συγκεκριμένα τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις τους στον άνθρωπο.
Αντ’ αυτού, αυτές οι μελέτες επικεντρώνονται στις επιπτώσεις στην υγεία από τα χημικά υποπροϊόντα του teflon, όπως το PFOA. Πολλά από τα δεδομένα αυτών των τοξινών προέρχονται από περιπτώσεις περιβαλλοντικής έκθεσης (όπως πόσιμο νερό ή εργοστασιακές εγκαταστάσεις), όπου τα επίπεδα έκθεσης είναι πολύ υψηλότερα από αυτά που προέρχονται από αντικολλητικά σκεύη. Πολλοί επιστήμονες υποστηρίζουν επίσης ότι οι άνθρωποι δεν μαγειρεύουν σε αρκετά υψηλές θερμοκρασίες για να πραγματοποιηθούν αυτές οι χημικές αντιδράσεις.
Αντικολλητικά τηγάνια: Μέχρι πόση θερμοκρασία πρέπει να φτάνουν – Κάθε πότε να τα αλλάζετε
Ωστόσο, έρευνες δείχνουν ότι τα αντικολλητικά τηγάνια μπορούν εύκολα να φτάσουν σε θερμοκρασία αρκετά υψηλή για να αποσυντεθεί το teflon. Μια ομάδα ερευνητών στον Καναδά δημοσίευσε μια μελέτη το 2001 στο περιοδικό Nature, στην οποία το teflon άρχισε να διασπάται στους 360 βαθμούς Κελσίου. Για να καταλάβετε: ένα ταψί με επικάλυψη από teflon μπορεί να φτάσει τους 399 °C αν μείνει για οκτώ λεπτά σε υψηλή θερμοκρασία σε εστίες, σύμφωνα με ένα άρθρο του 2017 που δημοσιεύθηκε στο Research Science and Pollution Research.
Ακόμα και σε χαμηλότερες θερμοκρασίες, η επίστρωση teflon εξακολουθεί να διαλύεται με την πάροδο του χρόνου, σύμφωνα με ένα άρθρο του 1998 που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Polymer Degradation and Stability. Εάν θερμαίνετε συχνά το τηγάνι σας στους 127 °C (περίπου η θερμοκρασία στην οποία τηγανίζουμε μια μπριζόλα), το τηγάνι θα έχει διάρκεια ζωής περίπου 2,3 χρόνια, σύμφωνα με την μελέτη του 2001 στο Nature.
Τι μπορείτε να κάνετε
Η καλή φροντίδα των αντικολλητικών σκευών μπορεί να σας βοηθήσει να διατηρήσετε την κουζίνα σας ασφαλή. Είναι πολύ σημαντικό να χρησιμοποιείτε τα τηγάνια σε χαμηλή έως μέτρια φωτιά και να μην χρησιμοποιείτε σκεύη (πηρούνια, σπάτουλες κλπ) που μπορεί να τα ξύσουν και να τα χαράξουν.
Αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις, είναι καλύτερο να πετάξετε τα αντικολλητικά τηγάνια teflon εντελώς, ειδικά εάν είστε έγκυος, θηλάζετε ή έχετε μικρά παιδιά. Το PFOA συνδέεται ιδίως με προβλήματα με την ανάπτυξη των παιδιών. Αυτό συμβαίνει επειδή αυτή η χημική ουσία θεωρείται ότι διαταράσσει το ενδοκρινικό σύστημα, που σημαίνει ότι παρεμβαίνει στο ορμονικό σύστημα του σώματος.
Η έκθεση σε PFOA προκαλεί αυξημένα οιστρογόνα σε αρσενικούς αρουραίους και καθυστερημένη ανάπτυξη του μαστού σε θηλυκά ποντίκια, σύμφωνα με ένα άρθρο του 2012 που δημοσιεύθηκε στο The Journal of Steroid Biochemistry and Molecular Biology. Στους ανθρώπους, αυτή η χημική ουσία συνδέεται με την παχυσαρκία, τον διαβήτη, τη χαμηλή ποιότητα του σπέρματος και τους ακανόνιστους εμμηνορροϊκούς κύκλους, πιθανά σημάδια ενδοκρινικής διαταραχής.