Η αναζήτηση των αιτίων των επιθετικών επιλογών του Ερντογάν στα ελληνοτουρκικά (Αιγαίο, Ανατολική Μεσόγειο, Κυπριακό) κατά κανόνα επικεντρώνεται είτε στην ιδιοσυγκρασία του, είτε στις ανάγκες του εσωτερικού πολιτικού παιχνιδιού είτε στο μαύρο χάλι της οικονομίας του και ως εκ τούτου της ανάγκης του να εξάγει τα εσωτερικά του προβλήματα. Χωρίς να υποτιμούνται όλα αυτά, τα αίτια των επιθετικών τουρκικών επιλογών είναι προφανή και απλούστερα: Η τουρκική ηγεσία θεωρεί ότι έχει τη δύναμη να επιβάλει τις θέσεις της και ότι η συγκυρία είναι ιδανική για να το πετύχει.
Η απάντηση, λοιπόν, στο ερώτημα «γιατί ο Ερντογάν έστειλε το Ορούτς Ρέις να πλεύσει μεταξύ Καστελόριζου και Ρόδου σε απόσταση μικρότερη των 12 μιλίων από τις ακτές των νησιών» είναι απλή: Γιατί μπορεί και γιατί εκτιμά βάσιμα ότι κανείς δεν θα το εμποδίσει.
Αυτή η τουρκική (αυτο)πεποίθηση οικοδομήθηκε μέσα στην τελευταία δεκαετία γιατί:
- Οι ελληνικές κυβερνήσεις και γενικότερα το πολιτικό σύστημα δεν αντέδρασαν όταν την Ανοιξη του 2012 μετά από απόφαση της τουρκικής βουλής δημοσιεύτηκε στην τουρκική εφημερίδα της κυβέρνησης η απόφαση παραχώρησης για έρευνα και εκμετάλλευση των θαλασσίων περιοχών μεταξύ Ρόδου και Καστελόριζου (εκεί δηλαδή που πλέει σήμερα το τουρκικό ερευνητικό πλοίο). Η ελληνική σιωπή εκλήφθηκε από την Τουρκική ηγεσία ως αδυναμία…
- Αυτήν την τελευταία δεκαετία οι κολοσσιαίες εξοπλιστικές δαπάνες της Τουρκίας απέδωσαν καρπούς και ανέτρεψαν αισθητά την ισορροπία δυνάμεων σε βάρος της Ελλάδας.
- Αυτά τα τελευταία χρόνια η τουρκική ηγεσία επιβεβαίωσε στην πράξη ότι μπορεί να «παζαρέψει» με τους ισχυρούς αξιοποιώντας τα γεωπολιτικά πλεονεκτήματα της χώρας που την καθιστούν «απαραίτητη» εταίρο τόσο για τη Δύση όσο και για τη Ρωσία ή την Κίνα. Με πιο απλά λόγια υπό την ηγεσία Ερντογάν η Τουρκία εμφανίζεται ως αυτόνομος «γεωπολιτικός παίκτης» ή περιφερειακή δύναμη στην περιοχή.
Οι ελληνικές κυβερνήσεις των τελευταίων ετών υποτίμησαν την ποιοτική αλλαγή των δυνατοτήτων και των επιλογών της Τουρκίας. Έτσι, όσο η Τουρκία διεκδικούσε αυτόνομη παρουσία στην περιοχή σπάζοντας κάθε δεσμό εξάρτησης από τους μεγάλους παίκτες, τόσο το ελληνικό πολιτικό σύστημα επένδυε στην ενίσχυση της εξάρτησης σε βαθμό υποτέλειας προκειμένου να «αγοράσει» προστασία.
Σήμερα, και όσο το Ορούτς Ρέις πλέει μόλις λίγο έξω από τα χωρικά ύδατα των ελληνικών νησιών γίνεται σαφές το τίμημα της υποτέλειας των ελληνικών κυβερνήσεων καθώς κανείς «προστάτης» δεν εμφανίζεται στην περιοχή προκειμένου να προστατεύσει τα ελληνικά «δίκαια»
Αντίθετα, οι διαμεσολαβούντες Αμερικανοί και Γερμανοί πιέζουν την ελληνική κυβέρνηση να αποδεχτεί την τουρκική ατζέντα συνομιλιών η οποία περιλαμβάνει τα πάντα. Δηλαδή, από την διευκρίνηση της κυριαρχίας επί νησιών και νησίδων στο Αιγαίο μέχρι την διάρθρωση των αμυντικών συστημάτων που διαθέτει η χώρα προκειμένου να αντιμετωπίσει την σαφώς διατυπωμένη τουρκική απειλή.
Κάπως έτσι σήμερα η ελληνική κυβέρνηση (αλλά και συνολικά το σύστημα εξουσίας που κυβέρνησε τα τελευταία χρόνια) βρίσκεται αντιμέτωπη με την πραγματικότητα η οποία συνοψίζεται από δύσκολα ερωτήματα που θα πρέπει να απαντηθούν το επόμενο διάστημα:
- Θα διαπραγματευτεί «για τα πάντα», όπως ζητά ή Αγκυρα;
- Θα αφήσει το Ορούτς Ρέις να δημιουργήσει τετελεσμένα σε χώρο ελληνικής κυριαρχίας;
- Θα καταφύγει στο ύστατο μέσο , δηλαδή τις ένοπλες δυνάμεις προκειμένου να υπερασπιστεί την κυριαρχία και τα δικαιώματα της χώρας στην περιοχή;
Είναι προφανές ότι και οι τρεις επιλογές που εμφανίζονται μπροστά στην ελληνική κυβέρνηση συνεπάγονται (οι δυο πρώτες) τεράστιο πολιτικό κόστος και το ρίσκο (η τρίτη) μιας ανείπωτης καταστροφής…