Τα παιδιά έχασαν τη ζωή τους σε ιδρύματα που φιλοξενούσαν ανύπαντρες μητέρες και ορφανά – Η αποκάλυψη σε μεγάλα μέσα της χώρας, προκάλεσε σοκ στην κοινή γνώμη της Ιρλανδίας
«Εθνική ντροπή». «Οι τάφοι της αθωότητας». «Ας αναπαυθούν πλέον εν ειρήνη». Αυτά είναι μερικά μόνο από τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων στην Ιρλανδία μετά την αποκάλυψη ότι 9.000 παιδιά ανύπαντρων γυναικών πέθαναν από το 1922 μέχρι το 1998, σε ιδρύματα που φιλοξενούσαν ανύπαντρες μητέρες και ορφανά.
«Συνέβη στο παρελθόν. Σε μια σχεδόν ξένη χώρα. Αυτή ήταν η Ιρλανδία πριν από 50 μόλις χρόνια. Αλλά η Δικαιοσύνη απαιτεί να ενεργήσουμε σήμερα και να δικαιώσουμε τουλάχιστον τους επιζώντες εκείνης της φοβερής εποχής και τη μνήμη όσων έχασαν τη ζωή τους», αναφέρει χαρακτηριστικά το κύριο άρθρο των Irish Times.
Η αποκάλυψη που προκάλεσε σοκ στην κοινή γνώμη της Ιρλανδίας έγινε μετά από πολυετείς έρευνες από ειδική επιτροπή που βρήκε ότι μεταξύ του 1922 και του 1998 πέθαναν σε 18 ιδρύματα στην επικράτεια της χώρας 9.000 παιδιά, πολλά εκ των οποίων βρίσκονται σε βρεφική ηλικία, που είχαν γεννηθεί από ανύπαντρες μητέρες.
Το ποσοστό της θνησιμότητας έφτασε περίπου 15% και ήταν κατά πολύ υψηλότερο του αντίστοιχου ποσοστό της χώρας κάτι που σημαίνει ότι πολλά από τα παιδιά αφέθηκαν στην τύχη τους χωρίς σοβαρή περίθαλψη.
Τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα, η Ιρλανδία ήταν ένας πολύ διαφορετικός τόπος από ότι σήμερα. Ένας συνδυασμός της ύστερης βικτωριανής εποχής, του καθολικισμού και της ακαμψίας σε θέματα σεξουαλικής ηθικής και της υπανάπτυκτης αγροτικής οικονομίας, είχε ως αποτέλεσμα η χώρα να καταγράφει το χαμηλότερο ποσοστό γάμων στον δυτικό κόσμο. Όπως αναφέρει το κύριο άρθρο των Irish Times, η εγκυμοσύνη σπανίως ακολουθείτο από γάμο καθώς οι περισσότεροι άνδρες εξαφανίζονταν όταν μάθαιναν για την εγκυμοσύνη της συντρόφου τους.
Πολλές γυναίκες παγιδεύτηκαν. Αρκετές εξ αυτών που κατέφυγαν στη Βρετανία αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στην Ιρλανδία ενάντια στις επιθυμίες τους από καθολικές φιλανθρωπικές οργανώσεις. Στο πλαίσιο αυτό, τα ιδρύματα για ανύπαντρες μητέρες ήταν το μοναδικό καταφύγιο.
Ωστόσο αυτά τα καταφύγια, τα οποία διαχειρίζονταν συνήθως μοναχές και το ιρλανδικό κράτος, μετατράπηκαν στους τάφους χιλιάδων παιδιών.
Η έκθεση της ειδικής επιτροπής ανέφερε ότι υπήρχαν «ισχυρές ενδείξεις σωματικής και συναισθηματικής κακοποίησης» και ότι «οι ανύπαντρες μητέρες αντιμετωπίζονταν συχνά ως σκλάβες. Παράλληλα αρκετές φορές οι γιατροί και οι νοσοκόμες αρνούνταν να χορηγήσουν παυσίπονα στις μητέρες κατά τη διάρκεια του τοκετού.
«Αυτό που συνέβη ήταν εντελώς εγκληματικό» αναφέρει και η εφημερίδα Irish Independent. Το ζήτημα απασχόλησε, όπως ήταν αναμενόμενο, και την πολιτική ηγεσία της χώρας, με τον πρωθυπουργό της Ιρλανδίας Μίχαλ Μάρτιν να δηλώνει ότι θα ζητήσει επίσημη «συγγνώμη» εκ μέρους του ιρλανδικού κράτους από όσους επλήγησαν από το σκάνδαλο, θα παράσχει οικονομική στήριξη και θα εισαγάγει νόμους για την υποστήριξη της εκταφής και, όπου είναι δυνατόν, του εντοπισμού λειψάνων.
Η έρευνα άρχισε πριν από έξι χρόνια μετά την αποκάλυψη στοιχείων που εντόπισε σε έναν μαζικό τάφο στο Τουάμ, στη δυτική Ιρλανδία, η ιστορικός Κάθριν Κόρλες, η οποία είπε ότι την στοίχειωναν παιδικές αναμνήσεις από κοκαλιάρικα παιδιά που διέμεναν σε ένα από τα οικοτροφεία.
Βρέθηκαν οστά από 802 παιδιά, τα οποία όπως δηλώνει η ιστορικός ήταν νεογέννητα έως τριών ετών, που θάφτηκαν μεταξύ του 1925 και του 1961 στο οικοτροφείο εκεί, σύμφωνα με ενδιάμεση έκθεση του 2017.