Στις 20 Ιανουαρίου συμπληρώνονται 101 χρόνια από τη γέννηση του Φεντερίκο Φελίνι, ο οποίος υπήρξε ένας «ποιητής της εικόνας» κι ένας «μάγος της μεγάλης οθόνης». Νεορεαλιστής στην αρχή της καριέρας του, ανέπτυξε στη συνέχεια ένα προσωπικό στυλ και αντλώντας από καταστάσεις της καθημερινότητας υπήρξε δημιουργός φανταστικών κόσμων και παραμυθιών. Παρέμεινε πιστός στη μεγάλη οθόνη έναντι της μικρής, την οποία σατίριζε σε κάθε ευκαιρία.
Ποια ήταν όμως η πορεία του Φελίνι μέχρι την παγκόσμια καταξίωση;
Από το Ρίμινι στη Ρώμη
Γεννήθηκε στο Ρίμινι, που τον σημάδεψε. Πήγε σε καθολικό σχολείο, ενώ τον ελεύθερο χρόνο του τον ξόδευε για να φτιάχνει μαριονέτες, και όταν έγινε 12 χρόνων το έσκασε από το σπίτι του, ακολουθώντας ένα τσίρκο. Εκεί ίσως να οφείλεται και η αγάπη του για τους κλόουν, που βλέπουμε σε αρκετές ταινίες του. Στα 17 του ο Φελίνι εγκατέλειψε την ηρεμία της ομιχλώδους λουτρόπολης για να πάει στη Ρώμη. Εκεί αρχικά δούλεψε ως σκιτσογράφος, ενώ στη συνέχεια έγραφε παρλάτες και σκετς για κομφερανσιέ και διασκεδαστές λαϊκών κέντρων ψυχαγωγίας. Το 1939 γράφεται στη Νομική Σχολή του πανεπιστημίου της Ρώμης, για να ικανοποιήσει τους γονείς του, αλλά δεν παρακολούθησε ούτε ένα μάθημα. Άρχισε να γράφει στο σατιρικό περιοδικό «Μάρκο Αουρέλιο», όπου θα γνωρίσει τον Ετόρε Σκόλα και τους Τσέζαρε Ζαβατίνι (μαρξιστής, θεωρητικός του νεορεαλισμού) και Μπερναρντίνο Ζαπόνι, μελλοντικό συνεργάτη του.
Η Τζουλιέτα του
Στις 30 Οκτωβρίου του 1943 θα παντρευτεί την Τζουλιέτα Μασίνα, με την οποία θα ζήσουν μαζί για 50 χρόνια, μέχρι τον θάνατό του. Την είχε γνωρίσει το 1942 σε ένα ραδιοφωνικό στούντιο, όπου η Μασίνα έκανε δημοφιλείς εκπομπές μουσικής κωμωδίας. Έπειτα από κάποιες «πολεμικές περιπέτειες» στη Λιβύη, ο Φελίνι θα επιστρέψει, θα παντρευτεί τη Τζουλιέτα του, αλλά σύντομα θα ζήσουν ακόμη μια περιπέτεια. Περιμένοντας το πρώτο τους παιδί, η Μασίνα θα έχει ένα ατύχημα, πέφτοντας από τις σκάλες και θα αποβάλει. Ένα χρόνο μετά, στις 22 Μαρτίου του 1945 θα γεννήσει έναν γιο, τον Πιερφεντερίκο, αλλά το παιδί θα πεθάνει από εγκεφαλίτιδα ένα μήνα αργότερα. Το τραγικό περιστατικό είχε συναισθηματικές και καλλιτεχνικές επιπτώσεις στη ζωή τους. Στον κόσμο του σινεμά θα μπει δίπλα στον Ρομπέρτο Ροσελίνι, αφού συμμετέχει στο σενάριο των θρυλικών ταινιών «Ρώμη, Ανοχύρωτη Πόλη» και «Αυτοί που Έμειναν Ζωντανοί» (“Paisa”).
Η πρώτες του ταινίες
Το 1950 μαζί με τον Αλμπέρτο Λατουάντα γυρίζει το ρομαντικό δράμα «Τα φώτα του Βαριετέ», ενώ το 1952 ουσιαστικά κάνει τη δική του εκκίνηση στη μεγάλη οθόνη, με τον «Λευκό Σεϊχη» όπου δίπλα στη σύζυγό του παίζει ο τεράστιος Αλμπέρτο Σόρντι. Το 1953 θα γυρίσει τους «Βιτελόνι» μια υπέροχη νοσταλγική κωμωδία για τη γενέτειρά του, το Ρίμινι. Ο Φελίνι θα δώσει τα πρώτα δείγματα του δικού του κινηματογραφικού κόσμου.
Μετά την περίφημη «Λα Στράντα», θα γυρίσει το 1957 τις «Νύχτες της Καμπίρια», με τη Μασίνα να δίνει για μία ακόμη φορά ρεσιτάλ, στον ρόλο μίας αγαθής πόρνης, μόνιμο θύμα των ανδρών. Η Μασίνα θα κερδίσει το βραβείο ερμηνείας στο Φεστιβάλ των Κανών και η ταινία το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας.
Γλυκιά Ζωή
Με τη «Ντόλτσε Βίτα ή «Γλυκιά ζωή» («La dolce vita», 1959), ο Φελίνι πέρασε στη δεύτερη και πιο σημαντική περίοδο του κινηματογραφικού του έργου. Πρόκειται για μία συγκλονιστική τοιχογραφία της κοινωνίας της Ρώμης στα τέλη της δεκαετίας του ‘50, σε σενάριο Πιερ Πάολο Παζολίνι και πρωταγωνιστές τον Μαρτσέλο Μαστρογιάνι και την Αννίτα Έκμπεργκ.
Στο αριστουργηματικό «Οκτώμισι» («Otto e mezzo», 1963), ο σκηνοθέτης αφήνει ελεύθερη τη φαντασία του για να μας μιλήσει για τον ίδιο του τον εαυτό, τις παιδικές του μνήμες, τις ερωτικές φαντασιώσεις του, τα τραύματα μιας ρωμαιοκαθολικής παιδείας, αλλά και τα αδιέξοδα του καλλιτέχνη – δημιουργού σ’ έναν κόσμο όπου την κυρίαρχη θέση κατέχουν η αποξένωση και η πνευματική σύγχυση.
Με την «Ιουλιέτα των Πνευμάτων» («Giulietta degli spiriti», 1965), πρώτη έγχρωμη ταινία του, ο Φελίνι μας παρουσιάζει το πορτραίτο μιας καταπιεσμένης Ιταλίδας νοικοκυράς που, μέσα από τις φαντασιώσεις της, καταφέρνει να απελευθερωθεί. Με το «Σατιρικόν» («Fellini Satyricon», 1969) αντιμετωπίζει κριτικά και με ειρωνεία τη σύγχρονη, παρηκμασμένη κοινωνία, μέσα από ένα ταξίδι στην αρχαία Ρώμη του Πετρώνιου. Με τους «Κλόουν» («I clowns», 1970) ο Φελίνι επιστρέφει στον κόσμο του θεάματος, σχολιάζοντας την παρακμή ενός είδους και σατιρίζοντας ταυτόχρονα την εισβολή του τηλεοπτικού θεάματος.
Στην ταινία του «Ρόμα» («Roma», 1972) συναντάται το ρωμαϊκό χθες με το σήμερα, μέσω μιας διαχρονικής περιπλάνησης σε δρόμους της Ρώμης, σε υπόγειες στοές, σε χώρους που φέρουν τα σημάδια του ένδοξου παρελθόντος, αλλά και της σημερινής αλλοτρίωσης. Οι αναμνήσεις της παιδικής και εφηβικής ζωής, αναμεμειγμένης με όλα τα αγαπημένα θέματα του σκηνοθέτη (γυναίκα, σεξ, εκκλησία, θέαμα, φασισμός, κινηματογράφος) είναι παρόντα σ’ αυτή του την ταινία, όπως και στην επόμενη, «Άμαρκορντ» ή «Θυμάμαι» («Amarcord», 1973).
Η μνήμη, όμως, είναι παρούσα και στον «Καζανόβα» («Il Casanova di Federico Fellini», 1976), στην οποία ο καταβεβλημένος από τα γηρατειά δον Ζουάν αναπολεί τους έρωτές του. Το 1978 ο Φελίνι θα γυρίσει την αλληγορική «Πρόβα Ορχήστρας» («Prova d’ Orchestra»), τακτοποιώντας τους συλλογισμούς του γύρω από την αταξία και το χάος της ιταλικής κοινωνίας, που αποσυντίθεται.
Οι αγώνες της γυναίκας για απελευθέρωση, αλλά και οι φοβίες του άντρα μπροστά σ’ αυτή την εξέγερση των φεμινιστριών θα αποτελέσουν την πηγή έμπνευσης για την πολυσυζητημένη και αμφιλεγόμενη ταινία του «Η Πόλη των γυναικών («La citta delle donne», 1980).
Η επόμενη ταινία του «Και το πλοίο φεύγει («Ε la nave va«», 1983) είναι ένα ελεγειακό και λυρικό σχόλιο για την Ευρώπη πριν από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ στο «Τζίντζερ και Φρεντ» («Ginger e Fred», 1985), ο σκηνοθέτης ξανασμίγει με τη γυναίκα του ύστερα από 30 χρόνια, σε μια ταινία όπου εκτός από το σχόλιο για τον κόσμο του μιούζικ-χολ που χάνεται, ασκεί μία καυστική κριτική της τηλεόρασης. Η κριτική του στη μικρή οθόνη θα συνεχιστεί και στην ταινία του «Η Συνέντευξη» («Intervista», 1986), αναμνήσεις του Φελίνι από την πρώτη του εμφάνιση στα στούντιο της Τσινετσιτά μέσα από μια συνέντευξη που ο σκηνοθέτης δίνει σ’ ένα ιαπωνικό τηλεοπτικό συνεργείο.
Το τέλος του σπουδαίου καλλιτέχνη
Ο Φελίνι θα μας αποχαιρετήσει για πάντα στις 31 Οκτωβρίου 1993, μία μέρα μετά την επέτειο των πενήντα χρόνων του γάμου του με την Τζουλιέτα Μασίνα. Είχε υποστεί καρδιακή προσβολή λίγες ημέρες νωρίτερα. Την κηδεία του, που έγινε στο Στούντιο 5 της Τσινετσιτά στη Ρώμη, παρακολούθησαν 70.000 κόσμου. Κατά παράκληση της συζύγου του ο τρομπετίστας Μάουρο Μαούρ έπαιξε τη σύνθεση του Νίνο Ρότα – βασικού συνεργάτη του Φελίνι – «Improvviso dell’ Angelo».
Στη διάρκεια της ζωής του τιμήθηκε με πλήθος βραβείων. Ξεχωρίζει ο «Χρυσός Φοίνικας» του Φεστιβάλ των Καννών («Ντόλτσε Βίτα»), ο «Χρυσός Λέοντας» («Σκιές του υποκόσμου»») και οι δύο «Αργυροί Λέοντες» («Οι Βιτελόνι», «Λα Στράντα») του Φεστιβάλ της Βενετίας. Οι δημιουργίες του βραβεύτηκαν τέσσερις φορές με Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας («Λα Στράντα», «Οι νύχτες της Καμπίρια», «Οκτώμισι», «Άμαρκορντ»), ενώ ο ίδιος ήταν 12 φορές υποψήφιος στις κατηγορίες σεναρίου και σκηνοθεσίας. Το 1993 βραβεύτηκε με Όσκαρ για το σύνολο της προσφοράς του στον κινηματογράφο.