Βαρύ το κόστος για την οικονομία και η ανάγκη στήριξης- Του οικονομολόγου Θωμά Κιούση

kiousis thomas

Το βαρύ κόστος που έχουν για τον προϋπολογισμό τα μέτρα στήριξης για την πανδημία, οδήγησαν παρά τον υγειονομικό κίνδυνο, στις τελευταίες αποφάσεις για το άνοιγμα της αγοράς. Το κόστος των μέτρων, έφτανε περίπου τα  3 δις ευρώ το μήνα που επιμερίζεται κατά 1,5 δις ευρώ στην απώλεια εσόδων λόγω του απαγορευτικού και της υπολειτουργίας της αγοράς και άλλο τόσο  για τα μέτρα στήριξης από το κρατικό ταμείο. Από αυτά, 600-800 εκατ. ευρώ είναι η επιστρεπτέα προκαταβολή και 300 εκατ. οι αναστολές εργασίας.

Η έμφαση στο λιανεμπόριο αυτήν την περίοδο ήταν αναμενόμενη, καθώς μετά το κουτσουρεμένο άνοιγμα στις γιορτές, θα ήταν καταστροφικό αν χανόταν και η περίοδος των εκπτώσεων. Καταστροφικό για εκατοντάδες επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους σε αυτές, αλλά και για τα κρατικά έσοδα, που αναμένεται να τονωθούν λόγω των πιο αυξημένων καταναλωτικών δαπανών κατά τη διάρκεια των εκπτώσεων.

Ενδεικτικό της πιεστικής κατάστασης, είναι ότι από πρωτογενές πλεόνασμα 5 δις, το 2019 (περίσσευμα από έσοδα και δαπάνες για την πληρωμή τόκων), φτάσαμε το 2020 να έχουμε πρωτογενές έλλειμμα 18,2 δις.

Αυτό σημαίνει ότι το 2019 μας περίσσευαν και 5 δις ευρώ να πληρώνουμε τόκους δημοσίου χρέους, ενώ το 2020, δε μας περισσεύουν και ξοδεύουμε και από τα έτοιμα. Στην ίδια κατεύθυνση θα κινηθεί και το 2021.

Η Ευρώπη έχει όπως θα ήταν αναμενόμενο, χαλαρώσει αυτήν την περίοδο το στενό κορσέ των ελλειμμάτων και των αυστηρών κανόνων. Το πρόβλημα στην οικονομία από την πανδημία είναι κοινό, όχι μόνο ευρωπαϊκό, αλλά και παγκόσμιο.

Στην Ελλάδα, αυτό που προέχει τώρα είναι να κρατηθεί η χώρα όρθια και ανάλογα και με την εξέλιξη της πανδημίας και με τη διενέργεια των εμβολιασμών, να φτάσουμε στην άνοιξη με καλύτερες προϋποθέσεις.

Είναι προφανές ότι ο μεγάλος στόχος είναι να μη χαθεί το καλοκαίρι και τα σημερινά δεδομένα, συνηγορούν ότι θα είναι μια καλύτερη χρονιά από το 2020. Για να πάει καλά ο τουρισμός όμως, χρειάζεται πέρα από τον έλεγχο της πανδημίας, να στηριχθούν κλάδοι όπως και η εστίαση που πλήττεται βάναυσα από το παρατεταμένο κλείσιμο.

Ήδη αρκετές επιχειρήσεις στη Βοιωτία και εκατοντάδες πλέον σε όλη την Ελλάδα, βάζουν οριστικά λουκέτο. Το χειρότερο είναι, ότι οι πιο υγιείς από αυτές είναι σύνηθες να βιώνουν και τις μεγαλύτερες δυσκολίες. Μια συνέχιση της κατάστασης αυτής, χωρίς νέες παρεμβάσεις θα έχει τεράστιες συνέπειες με κλείσιμο καταστημάτων και χιλιάδες νέους, ως επί το πλείστον συνανθρώπους μας, στην ανεργία.

Η φυσική λειτουργία των καταστημάτων δεν μπορεί να υποκατασταθεί. Όσο όμως οι ειδικοί δεν το επιτρέπουν με βάση τα υγειονομικά δεδομένα, τα μέτρα στήριξης πρέπει όχι μόνο να συνεχιστούν, αλλά να ενισχυθούν ακόμα περισσότερο, τόσο γενικότερα, όσο και για κλάδους που έχουν άμεση σχέση με τον τουρισμό, όπως η εστίαση και μπορούν να επιταχύνουν πολλαπλασιαστικά με το αποτύπωμά τους την προσπάθεια ανάκαμψης της οικονομίας.

Η επιστρεπτέα προκαταβολή που έχει φτάσει από την αρχή της πανδημίας τα 5,5 δις συν ακόμα 1,5 δις το επόμενο διάστημα , μπορεί να είναι ο πυλώνας. Μπορεί να είναι όμως και άλλα μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής όπως νέες στοχευμένες επιδοματικές παρεμβάσεις, η μείωση του ΦΠΑ και άλλων έμμεσων και άμεσων φόρων. Αλλά και η τοπική αυτοδιοίκηση μπορεί να βοηθήσει την κοινή προσπάθεια, όπως με την προώθηση έργων συμβάλλοντας στην ενίσχυση της απασχόλησης, μείωση δημοτικών τελών, μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και υψηλότερο επίπεδο υπηρεσιών.

Το κράτος είναι σημαντικό να λειτουργήσει τώρα με ένα τρόπο εμπροσθοβαρή για τις πληττόμενες επιχειρήσεις, όχι όμως με τη λογική του θαλασσοδάνειου, όχι με τη λογική να δώσω για να μαζέψω τις ζημίες, αλλά με στόχο να βάλω πλάτη για να πάνε καλύτερα.

Βέβαια, στην ουσία πλάτη βάζει ο φορολογούμενος, καθώς τα μέτρα λειτουργούν με τη λογική της αναδιανομής. Παίρνεις δηλαδή από τον έναν και τα δίνεις στον άλλο, δεν είναι δωρεάν. Στην προκειμένη περίπτωση, όχι με περισσότερους φόρους, αλλά τα παίρνουμε από το μέλλον για να τα φέρουμε στο σήμερα και να στηρίξουμε το παρόν.

Είναι προφανές ότι οι δυσκολίες θα είναι και μπροστά μας, γιατί όταν έρθει το πιο μακροπρόθεσμο «αύριο», θα πρέπει να είμαστε τότε σε θέση να ανταπεξέλθουμε και να μην καταφύγουμε πάλι σε προγράμματα «προσαρμογής» που βιώσαμε τα προηγούμενα χρόνια.

Οι προκλήσεις συνεπώς είναι μεγάλες και πολύπλευρες. Επί του παρόντος, το αμέσως επόμενο διάστημα να τα πάμε καλά από υγειονομικής πλευράς, αλλά και να στηριχθούν επιχειρήσεις, επαγγελματίες και η απασχόληση, για να αντέξουν, να σταθούν στα πόδια τους και με την προσδοκία ότι το επόμενο καλοκαίρι να είναι πολύ καλύτερο από το προηγούμενο.

* Οικονομολόγος, δημοτικός σύμβουλος δήμου Θηβαίων

Σχετικά