Μεγάλες ξένες εφημερίδες, δημοσιεύουν σήμερα κατ’ αποκλειστικότητα ένα βαρυσήμαντο άρθρο που φέρει την υπογραφή γνωστών ηγετών με μεγάλο ειδικό βάρος. Απέναντι στις μεγάλες και παγκόσμιες προκλήσεις της εποχής μας – Covid-19, κλιματική αλλαγή, οικονομικές, φυλετικές και ψηφιακές ανισότητες, ύφεση – οι Ανγκελα Μέρκελ, Εμανουέλ Μακρόν, Μακί Σαλ, Αντόνιο Γκουτέρες, Σαρλ Μισέλ και Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν απευθύνουν κάλεσμα για διεθνή διάλογο προς τους ηγέτες του κόσμου από την πολιτική και την οικονομία, καθώς και από τους χώρους της θρησκείας, του πολιτισμού και της διανόησης, με στόχο μια παγκόσμια τάξη πραγμάτων που θα βασίζεται στην πολυμέρεια και τη συνεργασία.
Πολυμερής συνεργασία για την παγκόσμια ανάκαμψη
των Emmanuel Macron, Angela Merkel, Macky Sall, Antonio Guterres, Charles Michel, Ursula von der Leyen
«Τον Σεπτέμβριο του 2000, 189 χώρες υπέγραψαν τη «Διακήρυξη της Χιλιετίας», διαμορφώνοντας τις αρχές της διεθνούς συνεργασίας για μια νέα εποχή προόδου για την επίτευξη κοινών στόχων. Εξερχόμενοι από τον Ψυχρό Πόλεμο, ήμασταν βέβαιοι για τη δυνατότητά μας να οικοδομήσουμε μια πολυμερή τάξη πραγμάτων, ικανή να αντιμετωπίζει τις μεγάλες προκλήσεις της εποχής: την πείνα και την ακραία φτώχεια, την υποβάθμιση του περιβάλλοντος, τις επιδημίες, τα οικονομικά σοκ και την πρόληψη συγκρούσεων. Τον Σεπτέμβριο του 2015, όλες οι παραπάνω χώρες δεσμεύτηκαν εκ νέου σε μια φιλόδοξη ατζέντα προκειμένου να αντιμετωπίσουν από κοινού τις διεθνείς προκλήσεις: την Ατζέντα 2030 του ΟΗΕ για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη.
Ο κόσμος μας έχει βιώσει αποκλίνουσες τάσεις, οι οποίες έχουν οδηγήσει σε αύξηση της ευημερίας παγκοσμίως, ενώ παράλληλα οι ανισότητες παραμένουν ή εντείνονται. Οι δημοκρατίες κέρδισαν έδαφος, την ίδια στιγμή που παρατηρήσαμε μια δυναμική επιστροφή του εθνικισμού και του προστατευτισμού. Τις προηγούμενες δεκαετίες, δύο μείζονες κρίσεις διατάραξαν τις κοινωνίες μας και αποδυνάμωσαν τα κοινά μας πολιτικά πλαίσια, γεννώντας αμφιβολίες αναφορικά με την ικανότητά μας να ξεπερνάμε τα σοκ, να αντιμετωπίζουμε ριζικά τα αίτιά τους και να διασφαλίζουμε ένα καλύτερο μέλλον για τις επόμενες γενιές. Μας υπενθύμισαν, επίσης, πόσο αλληλεξαρτημένοι είμαστε.
Οι πιο σοβαρές κρίσεις απαιτούν από εμάς τις πιο φιλόδοξες αποφάσεις για να διαμορφώσουμε το μέλλον. Πιστεύουμε πως η τρέχουσα κρίση μπορεί να αποτελέσει μια ευκαιρία για να ανοικοδομήσουμε τη συναίνεση γύρω από μια παγκόσμια τάξη, η οποία θα βασίζεται στην πολυμέρεια και στο κράτος δικαίου, μέσω αποτελεσματικής συνεργασίας, αλληλεγγύης και συντονισμού. Σε αυτό το πνεύμα, είμαστε αποφασισμένοι να εργαστούμε από κοινού, σε συνεργασία με και στο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών, των περιφερειακών οργανισμών, των διεθνών φόρουμ όπως το G7 και το G20 και των ad hoc συνασπισμών, με στόχο να αντιμετωπίσουμε τις παγκόσμιες προκλήσεις τις οποίες έχουμε απέναντί μας σήμερα και στο μέλλον.
Η υγεία αποτελεί την πρώτη προτεραιότητα. Η κρίση της Covid-19 αντιπροσωπεύει τη μεγαλύτερη δοκιμασία για τη διεθνή αλληλεγγύη εδώ και πολλές γενιές. Μας υπενθύμισε ένα προφανές γεγονός: απέναντι σε μια πανδημία, η αλυσίδα της υγειονομικής ασφάλειας είναι τόσο δυνατή όσο και ο κρίκος της που αντιστοιχεί στο πιο αδύναμο σύστημα υγείας. Η Covid-19 οπουδήποτε αποτελεί μια απειλή για τους λαούς και τις οικονομίες παντού.
Η πανδημία μάς καλεί να δώσουμε μια ισχυρή και συντονισμένη απάντηση σε διεθνές επίπεδο, η οποία θα διευρύνει ταχέως την πρόσβαση στα τεστ, στις θεραπείες και στα εμβόλια, αναγνωρίζοντας την εκτεταμένη ανοσοποίηση ως ένα παγκόσμιο δημόσιο αγαθό, το οποίο πρέπει να είναι διαθέσιμο και εφικτό για όλους. Υπό αυτό το πρίσμα, στηρίζουμε ανεπιφύλακτα τη μοναδική παγκόσμια πλατφόρμα Access to Covid-19 Tools (ACT) Accelerator, που ιδρύθηκε από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και τους εταίρους του G20 τον περασμένο Απρίλιο.
Προκειμένου να ανταποκριθεί στην αποστολή της, η ACT Accelarator χρειάζεται επειγόντως ευρύτερη πολιτική και οικονομική στήριξη. Επίσης, προωθούμε την ελεύθερη ανταλλαγή δεδομένων ανάμεσα στους εταίρους και την εθελοντική αδειοδότηση της πνευματικής ιδιοκτησίας. Μακροπρόθεσμα, έχουμε επίσης ανάγκη από μια ανεξάρτητη και ολοκληρωμένη αποτίμηση της απάντησης που θα έχουμε δώσει, προκειμένου να εξαγάγουμε όλα τα συμπεράσματα από αυτή την πανδημία και να προετοιμαστούμε καλύτερα για την επόμενη. Ο ΠΟΥ οφείλει να παίξει κεντρικό ρόλο σε αυτή τη διαδικασία.
Η πρόκληση είναι και περιβαλλοντική. Ενώπιον της Διάσκεψης του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή (GOP26), η οποία θα πραγματοποιηθεί στη Γλασκώβη τον Νοέμβριο, πρέπει να εντείνουμε τις προσπάθειές μας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και να καταστήσουμε τις οικονομίες μας περισσότερο βιώσιμες. Μέχρι τις αρχές του 2021, οι χώρες στις οποίες αναλογεί πάνω από το 65% των συνολικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου παγκοσμίως είναι πιθανό να έχουν αναλάβει φιλόδοξες δεσμεύσεις, με σκοπό να καταστούν ουδέτερες όσον αφορά το αποτύπωμα άνθρακα. Ολες οι κυβερνήσεις, οι επιχειρήσεις, οι πόλεις και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί σε εθνικό επίπεδο οφείλουν άμεσα να ενταχθούν στην παγκόσμια συμμαχία για τον μηδενισμό των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, με βάση τη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα, και να αρχίσουν την εφαρμογή συγκεκριμένων σχεδίων και πολιτικών.
Η πανδημία έχει προκαλέσει τη χειρότερη οικονομική κρίση στον κόσμο από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η ανάκαμψη μιας ισχυρής και σταθερής παγκόσμιας οικονομίας αποτελεί θεμελιώδη προτεραιότητα. Πράγματι, η παρούσα κρίση απειλεί να ακυρώσει την πρόοδο που κάναμε τις δύο τελευταίες δεκαετίες στην καταπολέμηση της φτώχειας και των φυλετικών ανισοτήτων. Οι ανισότητες απειλούν τις δημοκρατίες μας και υπονομεύουν την κοινωνική συνοχή.
Αναμφίβολα, η παγκοσμιοποίηση και η διεθνής συνεργασία έχουν συμβάλει ώστε δισεκατομμύρια άνθρωποι να ξεφύγουν από τη φτώχεια – όμως σχεδόν ο μισός πληθυσμός του πλανήτη εξακολουθεί να δυσκολεύεται να καλύψει τις βασικές του ανάγκες. Εντός πολλών χωρών δε, το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών έχει καταστεί μη βιώσιμο, οι γυναίκες δεν απολαμβάνουν ίσες ευκαιρίες, ενώ υπάρχει ανάγκη να επαναβεβαιωθούν τα οφέλη της παγκοσμιοποίησης σε πολλούς ανθρώπους.
Καθώς βοηθούμε τις οικονομίες μας να ξεπεράσουν τη χειρότερη ύφεση μετά το 1945, παραμένει κεντρική μας προτεραιότητα να εγγυηθούμε την ύπαρξη ενός ελεύθερου εμπορίου, βασισμένου σε κανόνες, ως σημαντικής κινητήριας δύναμης μιας βιώσιμης ανάπτυξης χωρίς αποκλεισμούς. Οφείλουμε, για τον λόγο αυτό, να ενισχύσουμε τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και να αξιοποιήσουμε πλήρως τη δυναμική τού παγκόσμιου εμπορίου για να επιτύχουμε την οικονομική μας ανάκαμψη. Ταυτόχρονα, η προστασία του περιβάλλοντος και της υγείας, όπως και των κοινωνικών προτύπων, πρέπει να βρεθεί στην καρδιά των οικονομικών μας μοντέλων, ενόσω θα διασφαλίζουμε τις αναγκαίες συνθήκες που απαιτεί η καινοτομία.
Είμαστε υποχρεωμένοι να διασφαλίσουμε ότι η παγκόσμια ανάκαμψη θα φτάσει σε όλους. Αυτό σημαίνει την ενίσχυση της στήριξης που παρέχουμε προς τις αναπτυσσόμενες χώρες, ειδικά στην Αφρική, συνεχίζοντας να οικοδομούμε και πηγαίνοντας πιο πέρα από τις υπάρχουσες συνεργασίες, όπως το Σύμφωνο του G20 με την Αφρική και η κοινή προσπάθεια που καταβάλλεται με το Κλαμπ των Παρισίων εντός του πλαισίου της πρωτοβουλίας για την αναστολή εξυπηρέτησης του χρέους – Debt Service Suspension Initiative. Είναι κρίσιμο να ενισχύσουμε περαιτέρω αυτές τις χώρες για να μειωθεί το βάρος που επωμίζονται από το χρέος τους και να διασφαλίσουμε βιώσιμη χρηματοδότηση των οικονομιών τους, αξιοποιώντας το σύνολο των διεθνών χρηματοοικονομικών εργαλείων, όπως το αποθεματικό του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, τα ειδικά τραβηχτικά δικαιώματα (SDR).
Η ανάπτυξη νέων τεχνολογιών έχει αποτελέσει ένα πολύ μεγάλο εφόδιο για την πρόοδο χωρίς αποκλεισμούς, συμβάλλοντας στο να ανοίξουν και να καταστούν πιο ευέλικτες κοινωνίες, οικονομίες και κράτη, ενώ αποδείχθηκε σωτήρια για τις ανθρώπινες ζωές στη διάρκεια της πανδημίας. Παρ’ όλα αυτά, σχεδόν ο μισός πληθυσμός του πλανήτη – και πάνω από τις μισές γυναίκες και κορίτσια του κόσμου – παραμένει εκτός σύνδεσης με το Διαδίκτυο και αδυνατεί να έχει πρόσβαση στα οφέλη του.
Επιπλέον, η αξιοσημείωτη ισχύς των νέων τεχνολογιών μπορεί να αξιοποιηθεί με λάθος τρόπο για τον περιορισμό των δικαιωμάτων και ελευθεριών των πολιτών, για τη διάδοση μηνυμάτων μίσους ή για τη διάπραξη σοβαρών εγκλημάτων. Χρειάζεται να επενδύσουμε πάνω στις υπάρχουσες πρωτοβουλίες και να συμπεριλάβουμε όλους όσους αφορά η υπόθεση αυτή προς την κατεύθυνση της ύπαρξης ενός αποτελεσματικού ρυθμιστικού πλαισίου για το Internet, με στόχο να δημιουργήσουμε ένα ασφαλές, ελεύθερο και ανοιχτό ψηφιακό περιβάλλον, στο οποίο θα είναι εγγυημένη η ροή δεδομένων σε ένα κλίμα εμπιστοσύνης. Τα οφέλη πρέπει να στοχεύουν ειδικά στη συμπερίληψη των μη προνομιούχων, αντιμετωπίζοντας τις φορολογικές προκλήσεις από την ψηφιοποίηση της οικονομίας και καταπολεμώντας τον επιβλαβή φορολογικό ανταγωνισμό.
Τέλος, διαπιστώνουμε πως η υγειονομική κρίση έχει διακόψει την εκπαιδευτική διαδικασία για εκατομμύρια παιδιά και σπουδαστές. Οφείλουμε να τηρήσουμε την υπόσχεση για παροχή εκπαίδευσης προς όλους και να εξοπλίσουμε την επόμενη γενιά με την κατανόηση των βασικών δεξιοτήτων και της επιστήμης, όπως επίσης και των διαφορετικών πολιτισμών, της ανοχής και της αποδοχής του πλουραλισμού, καθώς και του σεβασμού της ελευθερίας της συνείδησης. Τα παιδιά και οι νέοι είναι το μέλλον μας και η εκπαίδευσή τους αποτελεί κλειδί.
Στην προσπάθεια να ανταποκριθούμε σε αυτές τις προκλήσεις, η πολυμέρεια δεν αποτελεί ένα ακόμη διπλωματικό τέχνασμα. Διαμορφώνει μια παγκόσμια τάξη και αποτελεί έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο για την οργάνωση των διεθνών σχέσεων, βασισμένων στη συνεργασία, στο κράτος δικαίου, στη συλλογική δράση και στις κοινές αρχές. Αντί να βάζουμε τους πολιτισμούς και τις αξίες σε θέση αντιπαράθεσης, οφείλουμε να οικοδομήσουμε μια πολυμέρεια χωρίς αποκλεισμούς, σεβόμενοι τις διαφορές μας, αλλά και τις κοινές μας αξίες, όπως αυτές αποτυπώνονται στην Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Ο κόσμος μετά την Covid-19 δεν θα είναι πια ίδιος. Ας αξιοποιήσουμε τα διάφορα φόρουμ και τις ευκαιρίες που υπάρχουν, όπως το Φόρουμ Ειρήνης των Παρισίων, προκειμένου να εργαστούμε για την αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων με καθαρό βλέμμα και σαφές όραμα. Προσκαλούμε τους ηγέτες της πολιτικής, της οικονομίας, της θρησκείας και της διανόησης να συμβάλουν σε αυτόν τον παγκόσμιο διάλογο».