Ήταν 28 Μαΐου 1952 όταν οι γυναίκες για πρώτη φορά αποκτούν το δικαίωμα του «εκλέγειν και εκλέγεσθαι» στις βουλευτικές και στις δημοτικές εκλογές.
«Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου» ορίζει το πρώτο Σύνταγμα της Ελλάδος στο άρθρο 3, το 1844, χωρίς ωστόσο να αναφέρεται στις Ελληνίδες, οι οποίες δεν αποκτούν τα πολιτικά τους δικαιώματα παρά τη μεγάλη συμβολή τους στον αγώνα για την ανεξαρτησία από τον οθωμανικό ζυγό.
Μάλιστα, έως τα μέσα της δεκαετίας του ’20 ήταν δεδομένο ότι μόνον οι άνδρες είχαν δικαίωμα ψήφου. Ενδεικτικό της αντίληψης που επικρατούσε είναι το παρακάτω απόσπασμα από την εφημερίδα «Νέα Ημέρα» στις 20 Μαρτίου 1928: «Παν θήλυ διατελεί εις ανισόρροπον και έξαλλον πνευματικήν κατάστασιν ωρισμένας ημέρας εκάστου μηνός… Νεώτεραι και ακριβέστεραι έρευναι καταδείκνυσιν ότι ου μόνον ωρισμένας ημέρας, αλλά δι’ όλου του μηνός τελούσιν άπαντα τα θήλεα εις πνευματικήν και συναισθηματικήν ανισορροπίαν… Η γυναικεία συνεπώς ψήφος είναι πράγμα επικίνδυνον, άρα αποκρουστέον». Ήταν το 1887 η χρονιά που για πρώτη φορά ακούστηκε στην Ελλάδα το σύνθημα «Ψήφος στη Γυναίκα», από την «Εφημερίδα των Κυριών», που εξέδιδε η Καλλιρρόη Παρρέν Σιγανού. Συντάκτες της ήταν μόνο γυναίκες που υπερασπίζονταν τα δικαιώματά τους.
Το 1921 ο πρωθυπουργός Δημήτριος Γούναρης υπόσχεται ψήφο στις γυναίκες και υποβάλει στη Βουλή ανάλογη πρόταση, εγείροντας πολύ ισχυρές αντιδράσεις των ανδρών εκπροσώπων.
Η πρόταση επιστρέφει εκ νέου το 1924 για να υπερψηφιστεί έπειτα από ακόμη πέντε χρόνια διαμάχης και με Προεδρικό Διάταγμα. Στις 5 Φεβρουαρίου 1930, δίδεται το δικαίωμα (μόνο) του «εκλέγειν» στις Ελληνίδες, μόνο στις Δημοτικές και Κοινοτικές Εκλογές, και υπό όρους: αφορούσε μόνο στις εγγράμματες που είχαν συμπληρώσει το 30ό έτος της ηλικίας τους.
Το δικαίωμα του «εκλέγειν και εκλέγεσθαι» των γυναικών στις βουλευτικές και τις δημοτικές εκλογές κατοχυρώνει στις 28 Μαΐου 1952 ο νόμος 2159, ο οποίος παραχωρεί ίσα πολιτικά δικαιώματα στις γυναίκες. Ωστόσο, οι γυναίκες δεν θα ψηφίσουν στις εκλογές του Νοεμβρίου διότι δεν είχαν ενημερωθεί οι εκλογικοί κατάλογοι.
Λίγους μήνες αργότερα, στις 18 Ιανουαρίου 1953, σε επαναληπτικές εκλογές, στη Θεσσαλονίκη, εξελέγη η πρώτη γυναίκα βουλευτής. Ήταν η Ελένη Σκούρα («Ελληνικός Συναγερμός»), η οποία μαζί με τη Βιργινία Ζάννα, γιαγιά του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά («Κόμμα Φιλελευθέρων»), υπήρξαν οι δύο πρώτες γυναίκες υποψήφιες για το βουλευτικό αξίωμα.
Σε βουλευτικές εκλογές οι Ελληνίδες ψήφισαν για πρώτη φορά στις 19 Φεβρουαρίου του 1956.
Η Λίνα Τσαλδάρη έγινε η πρώτη γυναίκα υπουργός, βουλευτής του κόμματος της ΕΡΕ, καθώς ανέλαβε το υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Την ίδια χρονιά, εξελέγη στην Κέρκυρα και η πρώτη γυναίκα δήμαρχος, η Μαρία Δεσύλλα, ενώ το 1964 ακολουθεί η εκλογή 135 γυναικών δημοτικών συμβούλων.
Στο Σύνταγμα του 1975 ορίζεται για πρώτη φορά ρητά ότι «όλοι οι Έλληνες και οι Ελληνίδες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου».
Πρωτεργάτης στον αγώνα για τη συμμετοχή των γυναικών στα πολιτικά πράγματα της χώρας στάθηκε το φεμινιστικό κίνημα. Η Καλλιρρόη Παρρέν, εκδότρια του περιοδικού Εφημερίς των Κυριών, ήταν η πιο σημαντική φωνή έκφρασης αυτών των διεκδικήσεων.
Το γυναικείο κίνημα πέτυχε τη μεγαλύτερη νίκη του, όταν στο Σύνταγμα του 1975 καθιερώθηκε η αρχή της ισότητας των δυο φύλων. Ο αριθμός των γυναικών βουλευτών αυξήθηκε σημαντικά με την πάροδο των χρόνων κι έτσι στη Βουλή του 2004 συμμετέχουν συνολικά 40 γυναίκες. Είναι ο μεγαλύτερος αριθμός μέχρι σήμερα, αλλά αντιστοιχεί μόλις στο 13% του συνόλου των μελών της Βουλής.
Στην Κύπρο, οι γυναίκες ψήφισαν από τις πρώτες εκλογές στη Μεγαλόνησο το 1960. Πρώτη βουλευτής εξελέγη η Τουρκοκύπρια Αϊλά Κιαζίμ, ενώ πρώτη Ελληνοκύπρια η Ρήνα Κατσελή, μέλος του «Δημοκρατικού Κόμματος», που εξελέγη το 1981. Η κυρία Κατσελή εμφανίστηκε στην πρώτη συνεδρίαση της Βουλής για να δώσει το νενομισμένο όρκο με τσεμπέρι και κυπριακή ενδυμασία. Σήμερα, στη Βουλή των Αντιπροσώπων υπάρχουν 8 γυναίκες σε σύνολο 56 Ελληνοκυπρίων βουλευτών, ποσοστό 14,3%.