Η αύξηση του ΦΠΑ στα σερβιριζόμενα αναψυκτικά στο 24% γεννά τεράστιες αντιδράσεις ενώ στο τραπέζι βρίσκεται ακόμα και η απόσυρση προϊόντων από τους καταλόγους.
Αναβρασμό προκαλεί στον κόσμο της εστίασης ο σχεδιασμός του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών για αύξηση του ΦΠΑ στα σερβιριζόμενα αναψυκτικά στο 24%, από 13%, από το νέο έτος.
Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού (2024), δεν αναμένεται να επεκταθεί ο μειωμένος ΦΠΑ στα σερβιριζόμενα μη αλκοολούχα ποτά, με το κράτος να εκτιμά πως θα βάλει στα ταμεία ένα ποσό ύψους 37 εκατ. ευρώ (ετησίως) που θα επιβαρύνει τους καταναλωτές.
Επίσης, η αύξηση του ΦΠΑ θα ισχύσει για το εμφιαλωμένο αεριούχο νερό και τις μπίρες χωρίς αλκοόλ και θα επιβαρύνει αποκλειστικά τους κλάδους της καφεστίασης και φιλοξενίας και δεν αφορά στο λιανεμπόριο, σουπερμάρκετ, περίπτερα και μίνι μάρκετ.
Με «το όπλο παραπόδα»
Για «εξελισσόμενη φορο-τρομοκρατία» μιλά η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εστιατορικών και Συναφών Επαγγελμάτων (ΠΟΕΣΕ) κατηγορώντας την κυβέρνηση για αναντιστοιχία με τις προεκλογικές εξαγγελίες και για «συνειδητή πολιτική εξαπάτηση των ελευθερο-επαγγελματιών και μικρών επιχειρήσεων».
Στην επιστολή προς τον πρωθυπουργό, με κοινοποίηση στον υπουργό Οικονομίας & Οικονομικών, η ΠΟΕΣΕ εκφράζει ανησυχία για «ένα σπιράλ ανασφάλειας και απογοήτευσης στην αγορά» και ζητά την αναθεώρηση της πρότασης για αύξηση του ΦΠΑ στα σερβιριζόμενα μη αλκοολούχα ποτά.
Συνδέει μάλιστα την εξέλιξη αυτή με το νέο φορολογικό νομοσχέδιο που φορολογεί με τεκμαρτό τρόπο τους ελεύθερους επαγγελματίες και «δίνει και ένα ισχυρό σήμα ότι οι αποτυχημένες πολιτικές υπερφορολόγησης επιστρέφουν».
Στην επιστολή τονίζεται ότι «ο ΦΠΑ, ως οριζόντιος έμμεσος φόρος, επιβαρύνει περισσότερο τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα και ότι ο κανονικός συντελεστής του 24% είναι ο 4ος υψηλότερος στην Ευρώπη, επιβαρύνει υπέρμετρα τα προϊόντα και υπηρεσίες καθώς αυξάνει την τελική τιμή τους, δηλαδή επιβαρύνει τον καταναλωτή, κατά το 1/4 σχεδόν».
Η εξέλιξη αυτή, λέει η ΠΟΕΣΕ, «αποτελεί ακόμα έναν δυσάρεστο αιφνιδιασμό λαμβάνοντας υπόψη ότι από τις αρχές του 2023 και μέχρι και τις Εθνικές εκλογές σε πλήθος δημοσιευμάτων γίνονταν αναφορές για μονιμοποίηση των προσωρινά μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στην εστίαση, τις μεταφορές τον τουρισμό, στον πολιτισμό και στα γυμναστήρια μετά την επέκταση του μέτρου μέχρι το τέλος του 2023».
«Βόμβα» απόσυρσης των συγκεκριμένων προϊόντων από τους καταλόγους
Η «#estiasi_greece» με επιστολή της ενημέρωσε τον πρωθυπουργό για την αντίθεση της στην αύξηση του ΦΠΑ στα σερβιριζόμενα ροφήματα, συντασσόμενη με την Πανελλήνια Ομοσπονδία Εστιατορικών και Συναφών Επαγγελμάτων, προειδοποιεί πως αν δεν αποσυρθεί η αύξηση στο ΦΠΑ «η εστίαση είναι διατεθειμένη να αποσύρει από 01/01/2024 αυτά τα προϊόντα (σερβιριζόμενα αναψυκτικά, ροφήματα,κλπ.) από τους καταλόγους της, ως ύστατη άμυνα αξιοπρέπειας».
Καταλήγει αναφέροντας: «Αρνούμαστε την μετατροπή της εστίασης σε είδος πολυτελείας για λίγους».
Την επιστολή υπογράφουν 28 Πρωτοβάθμια Σωματεία και κοινοποιείται σε εταιρείες παραγωγής ώστε «να προγραμματίσουν την παραγωγή τους το επόμενο διάστημα».
Θορυβημένη η βιομηχανία
Με τον «πόλεμο» να ξεκινά και την πίεση για απόσυρση της αύξησης του ΦΠΑ να εντείνεται, ο Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών Αναψυκτικών (ΣΕΒΑ), ζητάει τη διατήρηση του ΦΠΑ στον χαμηλό συντελεστή του 13%.
Με επιστολή στον υφυπουργό Οικονομικών Χάρη Θεοχάρη επιχειρηματολογεί σχετικά αναφέροντας ότι «αποτελεί ένα μέτρο ουσιαστικής στήριξης για το σύνολο της εφοδιαστικής αλυσίδας μη αλκοολούχων ποτών, με σχετικά περιορισμένο δημοσιονομικό κόστος σε σχέση με την ανάπτυξη στην οποία οδηγεί»».
Ο ΣΕΒΑ, ζητάει τη διατήρηση του ΦΠΑ στον χαμηλό συντελεστή του 13%.
Ο ΣΕΒΑ εκπροσωπεί κάποιες από τις μεγαλύτερες βιομηχανίες του κλάδου (Coca-Cola-3Ε, Pepsico, ΕΨΑ, Νέκταρ, Green Cola, Red Bull) και συνεισφέρει άμεσα στο ΑΕΠ με κάποιες εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ ετησίως.
«Τα δυνητικά έσοδα από τον αυξημένο ΦΠΑ περιορίζονται σημαντικά εφόσον συνυπολογιστούν παράπλευρες επιπτώσεις, όπως οι απώλειες στα έσοδα από φόρους και εισφορές κοινωνικής ασφάλισης λόγω της μείωσης της οικονομικής δραστηριότητας, η ανάγκη χορήγησης επιδομάτων ανεργίας και η επιδείνωση της φορολογικής συμμόρφωσης», σημειώνει ο ΣΕΒΑ.