Φτώχεια: Δέκα χρόνια στο κατώφλι της τα ελληνικά νοικοκυριά

Οι δείκτες για τη φτώχεια και την ανισότητα παραμένουν επίμονοι με τη χώρα μας να βρίσκεται σε σαφώς δυσμενέστερη θέση συγκριτικά με τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Με την λέξη φτώχεια αναφερόμαστε στην οικονομική κατάσταση που χαρακτηρίζεται από έλλειψη επαρκών πόρων για την ικανοποίηση βασικών ανθρώπινων αναγκών. Το κατώφλι των βασικών αναγκών που ορίζει το όριο της φτώχειας διαφέρει από χώρα σε χώρα. Στην Ελλάδα πάνω από το 1/4 του πληθυσμού της χώρας βρίσκεται αντιμέτωπο με τον κίνδυνο της φτώχειας. Τα ποσοστά έχουν αυξηθεί, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής.

Σε κίνδυνο φτώχειας το 26,9% του πληθυσμού – Αυξημένα τα ποσοστά σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ

Το 2024 (εισοδήματα 2023) ήταν χειρότερη χρονιά από το 2023 (εισοδήματα 2022) καθώς το ποσοστό της φτώχειας αυξήθηκε κατά 0,8 ποσοστιαίες μονάδες φτάνοντας το 26,9% από το 26,1%. Με άλλα λόγια 2.740.051 άνθρωποι στη χώρα αγωνιούν να επιβιώσουν.

Δύο βασικοί δείκτες: Το ποσοστό πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού και ο συντελεστής Gini
Τα στοιχεία περιγράφουν αρκετά αναλυτικά τις οικονομικές συνθήκες που βιώνουν τα νοικοκυριά με τον Κύκλο Οικονομικής & Κοινωνικής Ανάλυσης, του Ινστιτούτου ΕΝΑ, να αναλύει σε βάθος τα στοιχεία για τη φτώχεια και τις ανισότητες στην Ελλάδα, σε χρονικό ορίζοντα δεκαετίας (2014 – 2023).

Δύο βασικοί δείκτες απασχολούν τους αναλυτές.

Ο πρώτος δείκτης συνδυάζει τρία κριτήρια: το εισόδημα να είναι χαμηλότερο από το 60% του διάμεσου εισοδήματος, ή να στερείται τουλάχιστον 7 από 13 κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών ή να ζει σε νοικοκυριό με απασχόληση κάτω από 20% της πλήρους απασχόλησης.

Ο δεύτερος δείκτης υπολογίζεται με βάση τα εισοδηματικά μερίδια που αντιστοιχούν σε κάθε πληθυσμιακό μερίδιο (όπως το ποσοστό εισοδήματος του φτωχότερου 10% του πληθυσμού, το ποσοστό εισοδήματος του αμέσως πλουσιότερου 10%, κ.ο.κ.) και μετράει κάποιου είδους διαφορά από μια υποθετική ίση κατανομή του εισοδήματος.

Οι αριθμοί

Ενδεικτικό είναι ότι το κατώφλι της φτώχειας ανέρχεται στο ποσό των 6.510 ευρώ ετησίως για μονοπρόσωπο νοικοκυριό και σε 13.671 ευρώ για νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δύο εξαρτώμενα παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών.

Το κατώφλι της φτώχειας ορίζεται στο 60% του διάμεσου συνολικού ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, το οποίο εκτιμήθηκε σε 10.850 ευρώ, ενώ το μέσο ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών της χώρας εκτιμήθηκε σε 20.103 ευρώ.

2.740.051 άτομα σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού

H Ελλάδα με 26,9% του πληθυσμού (2.740.051 άτομα) σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού βρίσκεται στην τρίτη θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάτω μόνο από τη Βουλγαρία (30,3%) και τη Ρουμανία (27,9%). Βρίσκεται επίσης αρκετά πάνω από τους μέσους όρους της Ευρωζώνης (21,4%) και της Ευρωπαϊκής Ένωσης (21%). Η Ελλάδα, επομένως, είναι μεταξύ των χωρών που οι πληθυσμοί τους αντιμετωπίζουν ιδιαίτερα οξύ οικονομικό πρόβλημα.

Η διαχρονική εξέλιξη του ίδιου ποσοστού κατά την τελευταία δεκαετία

Το 2014 η φτώχεια στην Ελλάδα ήταν αισθητά υψηλότερη από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης – προφανώς εξαιτίας και των συνθηκών εκείνης της περιόδου – αλλά στη συνέχεια και ειδικά στην τριετία 2017-19 σημείωσε σημαντική πτώση. Στο πρώτο έτος της πανδημίας αυξήθηκε για να μειωθεί πάλι στο επόμενο, κάτι που συνέβη και στον μέσο όρο. Ωστόσο, η αύξηση 0,8 ποσοστιαίων μονάδων που καταγράφηκε το 2023 είναι μάλλον ανησυχητική καθώς δεν φαίνεται να συμβαδίζει με την τάση του μέσου όρου.

Στα στοιχεία για τον δεύτερο δείκτη στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης με αναφορά στο έτος 2023 βλέπουμε ότι η Ελλάδα με 31,8 βρίσκεται στην έκτη υψηλότερη θέση, αρκετά πιο πάνω από τους μέσους όρους της Ευρωζώνης (29,9) και της Ευρωπαϊκής Ένωσης (29,3). Η Ελλάδα ανήκει στη διακριτή κατηγορία των χωρών της Νότιας Ευρώπης που αντιμετωπίζουν εντονότερη οικονομική ανισότητα.

Αναφορικά, τέλος, με την εξέλιξη της ανισότητας κατά την τελευταία δεκαετία βλέπουμε ότι η ανισότητα στην Ελλάδα ήταν αρκετά υψηλότερη από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά υπήρξε αξιοσημείωτη πτώση στην τριετία 2016-18.

Στα επόμενα δύο χρόνια αυξήθηκε πάλι, ιδιαίτερα στο πρώτο έτος της πανδημίας, και από εκεί και έπειτα παρουσιάζει μικρή μείωση – μάλλον στασιμότητα – παρά την πτωτική τάση που βλέπουμε στον μέσο όρο.

Συμπερασματικά, σύμφωνα με τα μακροοικονομικούς δείκτες και τα μεγέθη της ελληνικής οικονομίας που αναλύει το Ινστιτούτου ΕΝΑ «μπορούμε να πούμε ότι στους βασικούς κοινωνικούς δείκτες της φτώχειας και της ανισότητας η Ελλάδα είναι σε σαφώς δυσμενέστερη θέση συγκριτικά με τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, το σημαντικότερο, ενώ σημείωνε σημαντική πρόοδο μέχρι το 2018-19, αυτή η τάση δεν φαίνεται να συνεχίζεται»

Πολιτικές για την αντιμετώπιση του κινδύνου φτώχειας

Δεν είναι μόνο τα πρόσφατα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ που δείχνουν ότι πάνω από ένας στους τέσσερις συμπολίτες μας βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας και σε κοινωνικό αποκλεισμό. Είναι οι στατιστικές που δείχνουν ότι σχεδόν το ένα στα δύο νοικοκυριά δυσκολεύεται να πληρώσει λογαριασμούς, δόσεις και ενοίκιο ενώ άλλα τόσα δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν ένα έκτακτο έξοδο ή να πάνε έστω και μια εβδομάδα διακοπές.

Όπως σημειώνει το Δίκτυο για την Καταπολέμηση της Φτώχειας αφενός η Ευρωπαϊκή Επιτροπή οφείλει να εξαιρέσει τις κοινωνικές δαπάνες των κρατών – μελών από τον υπολογισμό του υπερβολικού ελλείμματος και να εντάξει στη φαρέτρα της μια γενναία Ευρωπαϊκή Στρατηγική για την εξάλειψη της φτώχειας. Αφετέρου, η Ελληνική Κυβέρνηση οφείλει να ακολουθήσει ένα μείγμα πολιτικών που θα ισορροπεί μεταξύ δύο σημαντικών αξόνων: θα υποστηρίζει αποτελεσματικότερα τα πιο ευάλωτα τμήματα του πληθυσμού την ίδια στιγμή που θα προχωρά σε τομές προς τη δικαιότερη κατανομή των εισοδημάτων, ώστε ώστε να μην τροφοδοτούνται περαιτέρω οι ευαλωτότητες (γεωγραφικές, εθνοτικές, ηλικιακές, έμφυλες, κα).

Σχετικά

Αφήστε ένα σχόλιο