Η Θήβα και η στρουθοκαμηλική μας σκέψη.
Η πρόσφατη αντιπαράθεση γύρω από τη μετεγκατάσταση του Lidl έφερε στην επιφάνεια όχι μόνο τις διαφορετικές προσεγγίσεις για την ανάπτυξη, αλλά και ένα βαθύτερο πρόβλημα που χαρακτηρίζει τη Θήβα εδώ και χρόνια.Την αδυναμία να δούμε τη μεγάλη εικόνα. Την τάση μας να ψάχνουμε ενόχους για τη στασιμότητα, αντί να αντιμετωπίζουμε τις πραγματικές αιτίες της.
Η πόλη μας έχει πληθώρα άλυτων ζητημάτων. Κυκλοφοριακό, έλλειψη χώρων στάθμευσης, υποβαθμισμένο εμπορικό κέντρο, απουσία οργανωμένης ταυτότητας που να προσελκύει τον επισκέπτη ή τον καταναλωτή. Αυτά είναι τα προβλήματα που κρατούν πίσω το τοπικό εμπόριο, όχι ένα πολυκατάστημα. Κι όμως, κάθε φορά που προκύπτει ένα τέτοιο ζήτημα, αναλωνόμαστε σε συζητήσεις που θυμίζουν περισσότερο αντανακλαστική άμυνα παρά ώριμο διάλογο.
Ο Εμπορικός Σύλλογος Θήβας ανησυχεί και δικαιολογημένα για την επιβίωση των μικρών επιχειρήσεων. Όμως το ερώτημα είναι άλλο. Από ποιον κινδυνεύει πραγματικά το τοπικό εμπόριο; Οι Θηβαίοι εδώ και χρόνια ψωνίζουν σε καταστήματα της Αθήνας, της Χαλκίδας ή διαδικτυακά. Αρκετοί στηρίζουν τις μεγάλες αλυσίδες που ήδη λειτουργούν μέσα στη Θήβα ή επιλέγουν τα κινέζικα καταστήματα για λόγους οικονομίας. Δεν είναι το Lidl που αλλάζει αυτή τη συμπεριφορά, είναι ο τρόπος με τον οποίο η ίδια η πόλη δεν έχει προσφέρει εναλλακτικές.
Δεν είναι η πρώτη φορά που βλέπουμε αντιδράσεις σε μια επένδυση. Όταν το παλιό εργοστάσιο του Μιχαηλίδη αγοράστηκε από το Jumbo για να δημιουργήσει το τμήμα ηλεκτρονικών παραγγελιών, υπήρξαν και τότε έντονες διαμαρτυρίες. Τελικά, ο χώρος αναπλάστηκε, δημιουργήθηκε ένα πάρκο ανοιχτό για όλους και η είσοδος της πόλης απέκτησε μια πιο ευχάριστη εικόνα. Από την άλλη πλευρά, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ότι η ίδια εταιρεία που σήμερα επιδιώκει μετεγκατάσταση του σούπερ μάρκετ της, πριν από χρόνια έκλεισε τις αποθήκες της στη Θήβα, αφήνοντας πολλούς εργαζόμενους χωρίς δουλειά ή αναγκάζοντάς τους να μετακινηθούν στην Αττική. Αυτές οι μνήμες παραμένουν ζωντανές και εύλογα δημιουργούν επιφυλάξεις.
Φυσικά, δεν μπορεί να αγνοηθεί και η χωροθέτηση του νέου καταστήματος. Η περιοχή δίπλα στη λαϊκή αγορά είναι ήδη ιδιαίτερα επιβαρυμένη κυκλοφοριακά, με περιορισμένες δυνατότητες στάθμευσης και έντονη δραστηριότητα τις ημέρες λειτουργίας της. Από πολεοδομικής και λειτουργικής άποψης, ίσως να μην είναι το πιο ενδεδειγμένο σημείο για μια τέτοια εγκατάσταση, και η ανησυχία αυτή δεν είναι καθόλου αβάσιμη. Οι όροι ανάπτυξης οφείλουν να συμβαδίζουν με τον σεβασμό προς την καθημερινότητα των πολιτών και τη φυσιογνωμία της πόλης.
Σε κάθε περίπτωση, αξίζει να επισημανθεί και ο θεσμικός ρόλος των πρωταγωνιστών αυτής της αντιπαράθεσης. Ο δήμαρχος Γιώργος Αναστασίου οφείλει, ως επικεφαλής της δημοτικής αρχής, να υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, να στηρίζει την ανάπτυξη και να διασφαλίζει ότι κάθε επένδυση τηρεί το γράμμα και το πνεύμα του νόμου. Από την άλλη πλευρά, ο Νίκος Στρατέλος, ως πρώην πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου και νυν ανεξάρτητος δημοτικός σύμβουλος, εκφράζει τη φωνή της αγοράς και το άγχος των μικρομεσαίων επαγγελματιών που νιώθουν ότι μένουν εκτεθειμένοι στις πιέσεις της εποχής. Και οι δύο θεσμικοί ρόλοι είναι απαραίτητοι. Ο ένας υπερασπίζεται τη νομιμότητα και την προοπτική ανάπτυξης, ο άλλος τη δικαιοσύνη και την ισορροπία στην τοπική οικονομία. Το ζητούμενο είναι να συναντηθούν κάπου στη μέση εκεί όπου αρχίζει ο διάλογος και τελειώνει η πόλωση.
Ποιος έχει δίκιο;
Ίσως και οι δύο ή ίσως κανείς απόλυτα. Ο δήμαρχος έχει δίκιο όταν υπερασπίζεται την ανάγκη της πόλης να προχωρήσει μπροστά, να ανοίξει δρόμους για επενδύσεις και να πάψει να φοβάται την αλλαγή. Από την άλλη, ο Νίκος Στρατέλος έχει δίκιο όταν επισημαίνει ότι η ανάπτυξη δεν μπορεί να έρχεται εις βάρος των μικρών επαγγελματιών ή χωρίς διαφάνεια στις διαδικασίες. Η Θήβα δεν χρειάζεται να διαλέξει «στρατόπεδο». Χρειάζεται να αποκτήσει κοινή συνείδηση ευθύνης, όπου ο δήμος, οι φορείς και οι πολίτες λειτουργούν με αλληλοσεβασμό και κοινούς στόχους. Μόνο έτσι μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη με ουσία, που να ωφελεί πραγματικά όλους.
Η πραγματική απειλή για το εμπόριο της Θήβας είναι η αδράνεια. Η έλλειψη συνεργασίας ανάμεσα στους επαγγελματίες, η απουσία κοινού οράματος και η αδυναμία προσαρμογής σε μια νέα εποχή που απαιτεί εξωστρέφεια, ποιότητα, ψηφιακή παρουσία και εμπειρία αγοράς. Όσο αυτά δεν αντιμετωπίζονται, κάθε νέα επένδυση θα μοιάζει με απειλή, ενώ στην πραγματικότητα είναι καθρέφτης των δικών μας αδυναμιών.
Η Θήβα δεν χρειάζεται να διαλέξει ανάμεσα στην ανάπτυξη και την τοπική αγορά. Χρειάζεται να σχεδιάσει πώς οι δύο αυτές έννοιες μπορούν να συνυπάρξουν. Να βρει τρόπους ώστε οι μικρές επιχειρήσεις να γίνουν μέρος ενός σύγχρονου, βιώσιμου εμπορικού οικοσυστήματος. Να στηρίξει τη νομιμότητα και τη διαφάνεια χωρίς να φοβάται την αλλαγή.
Γιατί, τελικά, το πρόβλημα δεν είναι ποιο κατάστημα μετακινείται, αλλά πώς η ίδια η πόλη επιλέγει να σταθεί απέναντι στο μέλλον της. Κι αν συνεχίσουμε να σκεφτόμαστε σαν στρουθοκάμηλοι, κρύβοντας το κεφάλι μας κάθε φορά που φυσάει άνεμος αλλαγής, τότε ο πραγματικός κίνδυνος δεν θα έρθει απ’ έξω θα είναι ήδη μέσα μας.
Νίκος Χατζηδούρος.

 
										 
			 
                             
                            