Ιστορικά χαμηλά για τα επιτόκια και οι προοπτικές-Του οικονομολόγου Θωμά Κιούση

kiousis thomas

Με αμείωτο ρυθμό συνεχίζεται η πτώση των επιτοκίων. Τα ρεκόρ χαμηλότερου επίπεδου καταρρίπτονται ένα μετά το άλλο. Ήδη το βασικό επιτόκιο δανεισμού, αυτό του δεκαετούς ομολόγου, έχει διαμορφωθεί στο 1,3% και η πτωτική τάση συνεχίζεται. Είναι πλέον σε πιο χαμηλά επίπεδα, ακόμα και από επιτόκια δανείων που χορηγήθηκαν στη χώρα με τα μνημόνια κατά τη διάρκεια της κρίσης.

Η πτώση έχει διαχρονικά χαρακτηριστικά. Από την αρχή του έτους φτάνει το 69%, ενώ από τις παραμονές των εκλογών της 7ης Ιουλίου ανέρχεται σε 37%.

Με αυτή την εικόνα είναι προφανές ότι όχι μόνον ο κίνδυνος εξόδου από το ευρώ (Grexit) έχει παρέλθει, άλλα ότι σχεδόν οι πάντες προεξοφλούν την πλήρη προσέγγιση της ευρωπαϊκής κανονικότητας, αν και απομένουν σημαντικά βήματα ακόμα να γίνουν.

Πρόκειται για μια αναμφισβήτητα θετική εξέλιξη που διευκολύνει τη χώρα, με σημαντικό όφελος για πολίτες και επιχειρήσεις. Το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους και το κόστος νέου δανεισμού μειώνονται.

Θα χρειάζεται έτσι να μαζεύουμε λιγότερα δις για να πληρώνουμε τόκους και χρεολύσια και να ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις εξυπηρέτησης του χρέους. Αυτό με τη σειρά του σημαίνει ανάγκη για λιγότερους φόρους προκειμένου να μαζευτούν αυτά τα δις.

Σημαίνει επομένως ότι αποκτά ρεαλιστικό περιεχόμενο η συζήτηση για μικρότερα πρωτογενή πλεονάσματα τα οποία στο επίπεδο του 3,5% του ΑΕΠ που είναι σήμερα αποτελούν τροχοπέδη για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας.

Σημαίνει όμως και μικρότερα επιτόκια για τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων. Χρηματοδότηση που είναι απαραίτητη για να καλύψουν τις τρέχουσες ανάγκες τους, αλλά και να προχωρήσουν σε νέες επενδυτικές πρωτοβουλίες που θα συμβάλουν στη μείωση της ανεργίας και την τόνωση της ανάπτυξης.

Η έναρξη της διαδικασίας πρόωρης αποπληρωμής των ακριβών δανείων προς το ΔΝΤ βοηθά στη διαμόρφωση του θετικού κλίματος.

Τη θετική προοπτική ενισχύουν και οι τελευταίες αποφάσεις της ευρωπαϊκής κεντρικής τράπεζας για επανέναρξη του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης (QE) μαζί με κάποια ακόμα μέτρα νομισματικής πολιτικής με στόχο την ενίσχυση συνολικά της ευρωπαϊκής οικονομίας.  

Πρακτικά η κεντρική τράπεζα της Ευρώπης είναι σαν να λέει στις τράπεζες: Βρέστε εσείς τους πελάτες που θέλουν χρήματα και μην ανησυχείτε, θα σας δώσω εγώ τη ρευστότητα που χρειάζεστε. Μην ανησυχείτε ούτε για το επιτόκιο, που  θα σας δανείσω. Τα επιτόκια στη διατραπεζική (euribor) είναι άλλωστε αρνητικά.

Η Ελλάδα δεν έχει φτάσει βέβαια ακόμα στο επίπεδο εκείνο που μπορεί να ενταχθεί άμεσα και από την πρώτη μέρα μαζί με τις άλλες ευρωπαϊκής χώρες στο πρόγραμμα της ευρωπαϊκής κεντρικής τράπεζας. Υπό προϋποθέσεις αυτό μπορεί να συμβεί τους επόμενους μήνες.

Με άλλα λόγια φαίνεται ότι στη διεθνή αγορά υπάρχει μεγάλο απόθεμα ρευστότητας το οποίο έχει ανάγκη η ελληνική οικονομία και η χώρα μας μπορεί να προσελκύσει ένα μέρος από αυτό. Να αποτελέσει δηλαδή έναν ελκυστικό προορισμό για κεφάλαια και μάλιστα με μεγαλύτερη σταθερότητα παραμονής και όχι προτίμηση μόνο για ευκαιριακούς κερδοσκοπικούς λόγους.

Αυτό που μας ζητούν είναι να έχει συνέχεα η πορεία αναδιάρθρωσης σε κατευθύνσεις όπως οι μεταρρυθμίσεις, οι ιδιωτικοποιήσεις και να βρεθεί μόνιμη και οριστική λύση για τα κόκκινα δάνεια.

Σε κάθε περίπτωση η αβεβαιότητα και οι κίνδυνοι παραμονεύουν. Χαρακτηριστική περίπτωση η εκτόξευση της τιμής του πετρελαίου μετά την επίθεση στη Σαουδική Αραβία, η άνοδος τα τελευταία χρόνια της τιμής του χρυσού, οι αρνητικές αποδόσεις των ομολόγων στις πιο «ασφαλείς» αγορές, οι φόβοι οικονομικής επιβράδυνσης στο διεθνές περιβάλλον, το Brexit και οι συνέπειές του, αλλά και οι παγκόσμιες συνέπειες από μια ενδεχόμενη συνέχεια του εμπορικού πολέμου ΗΠΑ – Κίνας.

Αλλά οι παγκόσμιες ανησυχίες λιγότερο ή περισσότερο πάντα υπήρχαν και θα υπάρχουν.

Τουλάχιστον όσο εξαρτάται από εμάς, ας κάνουμε το χρέος μας και όχι μόνο για το … χρέος μας.

* Οικονομολόγος, δημοτικός σύμβουλος δήμου Θηβαίων

Σχετικά