Πώς γέμισε η Ελλάδα αγριογούρουνα, τσακάλια και… κατσίκια

agriogourono1

Ο ασύμμετρος πόλεμος κάθε λογής άγριων ζώων με τις επεκτατικές τάσεις του ανθρώπου ολοένα γιγαντώνεται. Τα υβριδικά είδη, οι κυνηγετικές άδειες, οι επιδοτήσεις και οι… κατσίκες της Σαμοθράκης

Αγριογούρουνα τρομοκρατούν διερχόμενους στους ανά την Ελλάδα αυτοκινητόδρομους, παράλληλα αποθρασύνονται, ενίοτε δειπνούν με τα αποφάγια της Εκάλης στην Αθήνα ή του Πανοράματος στη Θεσσαλονίκη.

Οι αγριόχοιροι, καθαρόαιμοι και ημίαιμοι, παρεπιδημούν σε περιοχές της χώρας όπου ποτέ πριν δεν είχαν κάνει την εμφάνισή τους. Ταυτόχρονα, κατσίκια διαλύουν το οικοσύστημα της Σαμοθράκης, τσακάλια κατεβαίνουν σε κατοικημένες περιοχές στην Ηλεία κ.ο.κ. Ξαφνικά φαίνεται ότι η πανίδα εκδικείται τους Ελληνες, με ένα κύμα επιθέσεων πολυμέτωπο, ανεξήγητο και αλλόκοτο – σε πρώτη ανάγνωση τουλάχιστον. Το αμερικανικό περιοδικό «Time» δημοσιεύει αναλυτικό ρεπορτάζ για το πώς οι υπερπλεονάζουσες κατσίκες κατατρώγουν ένα ολόκληρο νησί όπως η τόσο ιδιαίτερη από τουριστικής και όχι μόνο άποψης Σαμοθράκη. Στην προσπάθεια αναζήτησης απαντήσεων για το περίεργο φαινόμενο αρχίζουν να διαδίδονται εξηγήσεις και πιθανά σενάρια για τα αίτια του κακού. Τα οποία, ακολουθούν δύο κυρίως άξονες. Την καταστροφική κλιματική αλλαγή στον πλανήτη και την εντελώς άναρχη απορρόφηση των κονδυλίων της Ευρωπαϊκής Ενωσης από γεωργούς και κτηνοτρόφους στην Ελλάδα από τη δεκαετία του ’80 και μετά. Οπότε, υπεραπλουστεύοντας, θα μπορούσε κανείς να πει ότι τα αγριογούρουνα που περιφέρονται στο οδικό δίκτυο και γίνονται πρόξενοι ατυχημάτων, όπως το πρόσφατο του Απόστολου Γκλέτσου, ή τα κατσίκια τα οποία ισοπεδώνουν την επιφανειακή βλάστηση στη Σαμοθράκη και τα Κύθηρα αποσαθρώνοντας το έδαφος, αποτελούν μέρος του ίδιου προβλήματος. Της αλόγιστης ανθρώπινης παρέμβασης στο φυσικό περιβάλλον – αν και αυτό είναι κάτι πολύ αφηρημένο. Αντιθέτως, πολύ πιο ελκυστική και, δυστυχώς ρεαλιστική για τα ελληνικά δεδομένα, ακούγεται μια άλλη εκδοχή: τις προηγούμενες δεκαετίες και μάλιστα με επίμονη παρότρυνση της πολιτείας οι Ελληνες κτηνοτρόφοι επεδίωκαν να αποσπάσουν τις υψηλότερες δυνατές επιδοτήσεις με μόνο αντίκρυσμα το πλήθος των ζώων. Περισσότερα κεφάλια, περισσότερα χρήματα από την Ευρώπη, η εξίσωση δεν θα μπορούσε να είναι απλούστερη. Ωστόσο, χωρίς ουσιαστικό διαχειριστικό έλεγχο και φυσικά δίχως ίχνος προγραμματισμού τα ζωντανά απλώς πολλαπλασιάζονταν. Υποτίθεται προς όφελος των επιδοτούμενων – μακροπρόθεσμα όμως εις βάρος των ισορροπιών του περιβάλλοντος. Και εντέλει εις βάρος της ελληνικής κοινωνίας εν συνόλω, η οποία σήμερα καλείται στο ταμείο για τα επίχειρα. Μόνο το γεγονός ότι το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας απελευθέρωσε πλήρως το κυνήγι του αγριογούρουνου ή ότι συγκροτήθηκαν «συνεργεία δίωξης» των αδέσποτων ημίαιμων χοίρων (της υβριδικής ράτσας που προέκυψε από επιμειξία άγριων και ήμερων) αποδίδει εμμέσως το μέγεθος του προβλήματος. Αλλά μόνο μία από τις όψεις του.

agr1

Στιγμιότυπο από κάμερα παρακολούθησης κλειστού κυκλώματος στην Εκάλη. Τα αγριογούρουνα σουλατσάρουν ελεύθερα

Αγριογούρουνο σαν pet

Σήμερα στην Ελλάδα ο πληθυσμός των καθαρόαιμων αγριόχοιρων υπολογίζεται ως 400.000. Οι ημίαιμοι, κατά την εκτίμηση των ειδικών, δεν θα πρέπει να ξεπερνούν το 15% των άγριων συγγενών τους, ήτοι 60.000. Η Ρυθμιστική Απόφαση του ΥΠΕΚΑ ορίζει ότι κατά την κυνηγετική περίοδο (20 Αυγούστου 2019-29 Φεβρουαρίου 2020) η «κάρπωση», δηλαδή η θήρα του αγριόχοιρου, «αυξάνεται οριζόντια σε όλη τη χώρα, χωρίς περιορισμό ανά ομάδα και ημερήσια έξοδο», όπως χαρακτηριστικά αναγράφεται. Και αυτό γίνεται όχι για να ματαιωθούν οι περίπατοι των αγριογούρουνων σε δρόμους και συνοικίες, τα τροχαία δυστυχήματα ή ο φόβος των περιοίκων. Για το αρμόδιο υπουργείο υπάρχει μια πολύ πιο σοβαρή απειλή από τη μεγάλη κάθοδο των χοίρων. Ο κίνδυνος εισόδου στην Ελλάδα της αφρικανικής πανώλης των χοίρων, η οποία πλήττει γειτονικές βαλκανικές χώρες και αποτελεί εν δυνάμει πρόβλημα και για τη χώρα μας. Πρόκειται για μια ασθένεια που δεν προσβάλλει τον άνθρωπο, είναι όμως καταστροφική για την κτηνοτροφία. Και ο κύριος φορέας της είναι οι αγριόχοιροι.

Παραδόξως, ενώ οι κυνηγοί θα έπρεπε να πανηγυρίζουν για την άρση των περιορισμών σε ό,τι αφορά τα αγριογούρουνα, δυσανασχετούν: «Η πολιτεία έχει αναθέσει το μεγαλύτερο φορτίο για την επίλυση του προβλήματος στους κυνηγούς», δηλώνει στο «ΘΕΜΑ» ο κ. Νίκος Λελούδας, εκδότης της εφημερίδας «Κυνηγετικά Νέα». Και εξηγεί ότι «το κυνήγι ασκείται μόνο σε κάποιες περιόδους και όχι σε καθημερινή βάση. Μεγάλη ευθύνη για την πληθυσμιακή αύξηση, αλλά και για τη μιγαδοποίηση των αγριόχοιρων έχει η Δασική Υπηρεσία, που για χρόνια επέτρεπε την ελεύθερη βόσκηση των ήμερων χοίρων. Σήμερα υπάρχει όντως σοβαρό πρόβλημα με τον υπερπληθυσμό του αγριόχοιρου σε όλη σχεδόν τη χώρα. Λογικό είναι ότι κάποια στιγμή λόγω πληθυσμιακής αύξησης και εξάπλωσης τα αγριογούρουνα θα έφταναν και στην Αττική. Δυστυχώς οι αρμόδιοι άργησαν να συνειδητοποιήσουν το λάθος τους, με αποτέλεσμα τώρα να έχει διαμορφωθεί αυτή η ανεξέλεγκτη κατάσταση».

Για το ίδιο ζήτημα, ο κ. Νικόλαος Μπόκαρης, προϊστάμενος στο Τμήμα Διαχείρισης Αγριας Ζωής και Θήρας της Γενικής Διεύθυνσης Δασών του ΥΠΕΚΑ αναφέρει στο «ΘΕΜΑ» ότι «για την εμφάνιση αγριόχοιρων σε περιοχές π.χ. όπως η Πελοπόννησος, θα πρέπει να έχουμε υπ’ όψιν μας το εξής: το 2013, με πίεση του υπουργείου Γεωργίας επετράπη σε χοιροτρόφους να βόσκουν τα κοπάδια τους σχετικώς ελεύθερα (εκτατικά) σε δασικές και άλλες περιοχές. Με τον τρόπο αυτό διευκολύνθηκε η επιμειξία των ήμερων με τους άγριους χοίρους και προέκυψε η υβριδική ράτσα. Η οποία αναπαράγεται πιο εύκολα και έχει διαφορετικές συνήθειες, όπως λ.χ. η τάση να πλησιάζει σε κατοικημένες περιοχές. Οπότε, στην πραγματικότητα δεν μιλάμε για αυξημένο αριθμό αγριόχοιρων, αλλά για έναν μεγαλύτερο πληθυσμό ημίαιμων μη δεσποζόμενων χοίρων. Η αρχική υπουργική απόφαση για την ελεύθερη βοσκή των χοίρων καταργήθηκε το 2016 και η Διεύθυνσή μας υποχρέωσε τους χοιροτρόφους να βόσκουν τα ζώα τους σε ελεγχόμενο και περιφραγμένο χώρο. Λόγω των ζημιών που προκάλεσαν τα εναπομείναντα ημίαιμα αδέσποτα γουρούνια αλλά και οι αγριόχοιροι σε καλλιέργειες κ.λπ., το 2018 αλλά και εφέτος εκδόθηκαν υπουργικές αποφάσεις για τον περιορισμό του πληθυσμού τους. Και εφόσον το πρόβλημα οξύνθηκε εσχάτως, η απόφαση του νυν υπουργού κ. Χατζηδάκη ήταν για την “κάρπωση”, δηλαδή το κυνήγι του συγκεκριμένου είδους. Οσο για τα “συνεργεία δίωξης”, είναι ομάδες που δρουν συντεταγμένα και συντονισμένα, με τη συμμετοχή δασικών και κτηνιατρικών υπηρεσιών κ.λπ. με απόλυτο έλεγχο. Οι επεμβάσεις γίνονται στοχευμένα, σε σημεία όπου υπάρχει πρόβλημα από τις εφόδους των χοίρων και συμπληρωματικά στο κυνήγι. Ας σημειωθεί ότι στην Ελλάδα θηρεύονται κανονικά περί τα 50.000 αγριογούρουνα. Οι ομάδες δίωξης στην Ηπειρο, στη Μακεδονία, στη Θράκη κ.α. το πολύ να κυνηγήσουν 1.000 ζώα».

Ο κ. Μπόκαρης επισημαίνει ότι τα τροχαία ατυχήματα με την εμπλοκή αγριόχοιρων δεν είναι το μείζον πρόβλημα, εφόσον είναι εντελώς αδύνατον να περιφραχθούν όλοι οι δρόμοι του εθνικού επαρχιακού αγροτικού δικτύου. Και επίσης ότι σε ορισμένες περιπτώσεις διαδίδονται υπερβολές για τις εφόδους των αγριογούρουνων σε κατοικημένες περιοχές: «Στο Πανόραμα», λέει ο κ. Μπόκαρης, «παρά τον θόρυβο και τις φήμες για αγέλες, κοπάδια κ.λπ. τα ζώα που καταμετρήθηκαν ήταν 15. Το χειρότερο όμως ήταν ότι οι ντόπιοι κάτοικοι είχαν την κακή συνήθεια να ταΐζουν αυτούς τους χοίρους, προσελκύοντάς τους στα σκουπίδια. Αυτό όμως είναι λάθος, διότι ο αγριόχοιρος δεν είναι κατοικίδιο».

agr2

Το αυτοκίνητό του Απόστολου Γκλέτσου μετά τη σύγκρουσή του με αγριογούρυνο

Η κάθοδος των χοίρων

Ολοκληρωμένη εικόνα για την επέλαση των αγριογούρουνων προσφέρει μιλώντας στο «ΘΕΜΑ» ο κ. Βαγγέλης Χατζηνίκος, δασολόγος και βιοοικολόγος, επιστημονικός συνεργάτης της Κυνηγετικής Ομοσπονδίας Στερεάς Ελλάδας: «Ο υπερπληθυσμός και η εμφάνιση αγριόχοιρων σε μέρη όπου προηγουμένως δεν υπήρχαν οφείλεται στην ερημοποίηση της ελληνικής υπαίθρου και εξηγείται ως εξής: Στην ελληνική φύση τις τελευταίες δεκαετίες, ίσως για παραπάνω από μισό αιώνα τώρα, συντελούνται δομικές αλλαγές που έχουν να κάνουν ακριβώς με την απουσία του ανθρώπου από την ελληνική ύπαιθρο. Τα τελευταία 50 χρόνια, πολύ έντονα, η Ελλάδα έζησε το φαινόμενο της αστυφιλίας, με την εγκατάλειψη των χωριών. Αυτό είχε άμεση επίπτωση στη μορφή του φυσικού περιβάλλοντος. Καθαρές εκτάσεις μεταμορφώθηκαν σε δάση. Αυτό δημιούργησε βιότοπους φιλικούς στον αγριόχοιρο που είναι είδος δασόβιο και ευνόησε την αύξηση των πληθυσμών του. Ομως, κάθε χώρος έχει μια ορισμένη ζωοχωρητικότητα, δεν έχει τη δυνατότητα να συντηρήσει απεριόριστο αριθμό ατόμων. Ο συνωστισμός ωθεί ζώα στη μετανάστευση, εξ ου και τις τελευταίες δεκαετίες παρατηρείται συνεχής κάθοδος των αγριόχοιρων προς τον Νότο, κατά περίπου 30 χιλιόμετρα ετησίως. Τη δεκαετία του ’80 το νοτιότερο όριο εξάπλωσης του αγριόχοιρου ήταν η Θεσσαλία. Σήμερα δεν είναι οι παρυφές της Αθήνας, αλλά συνοικίες της ίδιας της πρωτεύουσας. Επίσης, τους αγριόχοιρους ωθούν σε μετακινήσεις οι λύκοι, οι οποίοι επίσης πληθύνονται, ενώ και η κλιματική αλλαγή με την άνοδο της θερμοκρασίας διευκόλυνε την αναπαραγωγή του είδους. Την περίοδο του θηλασμού, λόγου χάριν, η οποία για τον αγριόχοιρο είναι τον Απρίλιο, δεν έχουμε πια στην Ελλάδα τόσο έντονο κρύο ώστε να κινδυνεύσουν τα νεογνά».

Σχετικά με την υβριδοποίηση ο κ. Χατζηνίκος τονίζει ότι τον κρίσιμο ρόλο διαδραμάτισε ο πολιτικός σχεδιασμός με την απελευθέρωση της χοιροβοσκής. Με τις επιμειξίες ο κτηνοτρόφος αποκτούσε περισσότερα ζώα χωρίς να είναι αναγκασμένος να προβεί σε μεγαλύτερη επένδυση. «Βέβαια», λέει ο κ. Χατζηνίκος, «τα υβρίδια δεν έχουν τις δυνατότητες του αγριόχοιρου, ιδιαίτερα στο ζευγάρωμα, ούτε μετακινούνται σε μεγάλες αποστάσεις. Η φύση είναι σκληρή ως προς την αναπαραγωγή. Ευνοεί μόνο τους δυνατούς κάπρους. Τα αδύναμα χωρίς χαυλιόδοντες ή σωματικά προσόντα δεν πολλαπλασιάζονται. Γι’ αυτό ζευγαρώνουν οι άγριοι χοίροι με τις ήμερες γουρούνες».

Αντίθετα από τη διάχυτη ανησυχία, ο κ. Χατζηνίκος εξηγεί ότι «οι πληθυσμοί των ημίαιμων περιορίζονται σε κάποιους θύλακες, κυρίως σε πεδινές περιοχές, εκεί όπου υπήρχε το εκτατική κτηνοτροφία. Οπως στην Πιερία, στη Μαγνησία, σε διάφορα σημεία της Θεσσαλίας, στην Αιτωλοακαρνανία κ.α. Πάντως, η γενετική μάς διδάσκει ότι ο αγριόχοιρος δεν κινδυνεύει να εξαφανιστεί από την υβριδοποίηση. Είναι ένα είδος που επέζησε από την εποχή των παγετώνων και κατά πάσα βεβαιότητα θα είναι αυτός που θα επικρατήσει, όχι ο ημίαιμος. Και όσο υπάρχουν εκτεταμένες ζώνες όπου το κυνήγι απαγορεύεται, οι αγριόχοιροι θα πολλαπλασιάζονται γεωμετρικά. Σήμερα υπολογίζουμε τα αγριογούρουνα στα 400.000-500.000 σε όλη την Ελλάδα. Για να κινδυνεύσει το είδος, θα πρέπει η θήρευση να υπερβαίνει ετησίως το 50%, δηλαδή περί τα 200.000 ζώα. Ομως το κυνήγι δεν υπερβαίνει τα 50.000 κάθε χρόνο».

time3

Το δημοσίευμα του «Τime» για τις κατσίκες της Σαμοθράκης

Ανθρωποφάγες κατσίκες

Το δημοσίευμα του «Time» για τη Σαμοθράκη είχε τον εύγλωττο τίτλο «Αυτό το ελληνικό νησί καταρρακώνεται από τις κατσίκες». Και το ρεπορτάζ τον δικαιολογούσε απόλυτα, παρουσιάζοντας μια εφιαλτική εικόνα: Εξαιτίας της ανεξέλεγκτης (υπερ)βόσκησης, η χλωρίδα δεν αναγεννάται. Τα κατσίκια εμποδίζουν την αναβλάστηση των φυτών ρημάζοντας οτιδήποτε μπορεί να τα θρέψει. Το έδαφος υποχωρεί και σε περιπτώσεις ακραίων καιρικών φαινομένων, όπως στις μεγάλες καταστροφές του 2017, τεράστιοι όγκοι χώματος κατρακυλούν προς τη θάλασσα και τον οικισμό. Εγκυροι φορείς θεωρούν πως κινδυνεύει να εξαφανιστεί το 65% των δρυοδασών της Σαμοθράκης, η οποία κατά 80% είναι προστατευόμενη περιοχή Natura. Η προηγούμενη κυβέρνηση είχε υποσχεθεί να εκπονήσει ένα στρατηγικό σχέδιο για τον εξορθολογισμό και τον εκσυγχρονισμό της βόσκησης. Ομως, με την αλλαγή της πολιτικής ηγεσίας η τύχη αυτού του masterplan αγνοείται. «Το πρόβλημα στη Σαμοθράκη εμφανίστηκε μαζί με τις κατά κεφαλήν επιδοτήσεις στην κτηνοτροφία», λέει στο «ΘΕΜΑ» ο κ. Γιώργος Μασκαλίδης, τεχνολόγος Δασοπονίας και αντιπρόεδρος του Συλλόγου «Βιώσιμη Σαμοθράκη». «Οι περισσότεροι κτηνοτρόφοι λένε “έρχονταν εδώ οι πολιτικοί, μας έλεγαν “βάλτε ζώα, μεγαλώστε τα κοπάδια σας” και ουσιαστικά μας κατέστρεψαν», επισημαίνει ο κ. Μασκαλίδης και συμπληρώνει: «Τελευταία μόνο υπάρχουν σταβλισμένες εγκαταστάσεις. Σχεδόν ανέκαθεν τα κατσίκια έβοσκαν ελεύθερα στη Σαμοθράκη, ούτως ή άλλως οι βοσκότοποι είναι ιδιωτικοί κατά το πλείστον. Το ζήτημα είναι όμως ότι το νησί έχει μια βοσκο-ικανότητα για 15.000-20.000 ζώα. Αυτό όφειλαν να το γνωρίζουν -και μάλλον το γνώριζαν- οι αρμόδιοι κρατικοί φορείς και να καθοδηγήσουν αναλόγως τους κτηνοτρόφους. Ωστόσο, οι πολιτικοί ενδιαφέρονταν αποκλειστικά για την απορρόφηση των επιδοτήσεων από την Ε.Ε. και άρα κοίταζαν μόνο τον αριθμό των ζώων. Τα αιγοπρόβατα κάποια στιγμή ξεπέρασαν τα 80.000 – αν και σήμερα ο πληθυσμός μειώνεται, έχει πέσει περίπου στα 60.000 κατσίκια. Με τη διόγκωση του κόστους, εφόσον οι ζωοτροφές φτάνουν στο νησί σε διπλάσια τιμή λόγω των εξόδων μεταφοράς, οι κτηνοτρόφοι περιήλθαν σε αδιέξοδο και εγκατέλειψαν τα ζώα τους. Ποτέ δεν υπήρξε στρατηγική, σχέδιο βόσκησης ή έστω ενημέρωση. Το αποτέλεσμα ήταν ότι τα κατσίκια έμεναν επί 24 ώρες το 24ωρο και για 365 ημέρες τον χρόνο στους βοσκότοπους. Αυτό οδήγησε στην υπερβόσκηση και τη διάβρωση του εδάφους».

Παρ’ όλα αυτά, η λύση στο ζωτικό πρόβλημα της Σαμοθράκης ίσως κρύβεται σε ένα πρωτότυπο application. Με την εφαρμογή Happy Goats την οποία αναπτύσσει ο Σύλλογος «Βιώσιμη Σαμοθράκη», οι νέοι κτηνοτρόφοι μπορούν να παραμετροποιήσουν την παραγωγική τους μονάδα ώστε να είναι επικερδής και οικονομικά βιώσιμη μακροπρόθεσμα. Μακριά από το κοντόθωρο δόγμα του «όσο πιο πολλά ζώα τόσο πιο μεγάλη η επιδότηση» τα κατσίκια, χωρίς να τρώνε τους ανθρώπους και τη γη, μπορεί επιτέλους να είναι happy. Και μαζί τους η Σαμοθράκη

Σχετικά