Λίγες ημέρες μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, στις 20-24 Νοεμβρίου 1989, η κεντρική επιτροπή του Ιταλικού ΚΚ έμελλε να κυρώσει την πρόταση του τότε γγ του Ακίλε Οκέτο, που επρόκειτο να αλλάξει μία για πάντα τη μορφή, τη δομή και την ίδια την κομματική πολιτική του, μεταβάλλοντας συνάμα και τον συσχετισμό των δυνάμεων όχι μόνον στην Ιταλία, αλλά και σε όλη τη Δυτική Ευρώπη.
Είχε προηγηθεί στις 12 Νοεμβρίου, μόλις τρεις ημέρες μετά τα κοσμοϊστορικά γεγονότα στο Βερολίνο, η ανακοίνωση του Οκέτο από τη Μπολόνια ότι προτίθεται να προτείνει στο ΙΚΚ να κλείσει για πάντα το κεφάλαιο της κομμουνιστικής του Ιστορίας και να δημιουργήσει εκ βάθρων μία νέα πολιτική οντότητα.
Μπροστά στις ραγδαίες εξελίξεις, αλλά και με τη γνώση της πορείας των αντικειμενικών συνθηκών στην πολιτική σκηνή και την κοινωνία της δεκαετίας του ’80, ο Οκέτο διέβλεπε πως το κομμουνιστικό κίνημα κι εν γένει η θεσμική ιταλική Αριστερά όφειλαν να αλλάξουν σελίδα. Η κρίση της ΕΣΣΔ και η νικηφόρα πορεία της πολιτικής του αμερικανού Προέδρου Ρόναλντ Ρίγκαν και της βρετανής πρωθυπουργού Μάργκαρετ Θάτσερ, η ίδια η κάμψη του πάλαι ποτέ κραταιού ΙΚΚ –που είχε φθάσει να πρωτεύει ως κόμμα στην Ιταλία—και η αφαίμαξη της ιταλικής Αριστεράς από στελέχη και κινήματα, έπειτα από την τραυματική εμπειρία των «Μολυβένιων Χρόνων» του ’70, είχαν δημιουργήσει μία νέα κατάσταση, στην οποία ο Οκέτο πίστευε ότι το Κόμμα οφείλει να προσφέρει νέους δρόμους και προτάσεις.
Στις προτάσεις του Οκέτο για αλλαγή ονόματος και φυσιογνωμίας του ΙΚΚ διαφαίνονταν ακριβώς οι βαθιές μεταβολές που είχαν εγκαθιδρυθεί στην κοινωνία της Ιταλίας και γενικότερα σε όλη την Ευρώπη και τον κόσμο. Το μοντέλο παραγωγής, απέναντι στο οποίο είχε βασίσει την πολιτική του δράση το ΙΚΚ, είχε αλλάξει πλέον δραστικά.
Οι παραγωγικοί τομείς δεν ήταν πλέον τα μεγάλα εργοστάσια, ο τριτογενής τομέας και οι υπεργολάβοι άρχιζαν να διευρύνονται και η μάζα των εργαζομένων δεν μπορούσε πλέον να ταυτισθεί με την εικόνα του βιομηχανικού εργάτη. Η ανταγωνιστική σχέση της εργασίας του οποίου με το Κεφάλαιο και την επιχείρηση, έδινε τον τόνο και στις διεκδικήσεις και στη διάρθρωση της κοινωνίας, αλλά και στον χαρακτήρα της πολιτικής του ίδιου του ΙΚΚ. Το μεταφορντικό μοντέλο, της αυτονομίας της εργασίας σε σχέση με την ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και το ωράριο, ή την «διανοητική» φύση της εκτέλεσής της, ήταν νέες κατηγορίες, που το Κομμουνιστικό Κόμμα έπρεπε να μελετήσει και να αφομοιώσει σύντομα. Ο κόσμος της εργασίας, και κατά συνέπεια η δημιουργία πολιτικών υποκειμένων, είχαν πλέον διαφοροποιηθεί σε τέτοιον βαθμό, που είχαν διαρρήξει για πάντα εκείνη την ταξική ενότητα, πάνω στην οποία είχε βασίσει τη δράση και την ηγεμονία του το ΙΚΚ, μέσα από την άκρα διαφοροποίηση «εργάτης-αφεντικό».
Η ιδέα του Οκέτο, την οποία έβαλε αμέσως σε κίνηση ήταν απλή: να δημιουργηθεί ένας νέος πολιτικός φορέας, ικανός να συσπειρώσει όλες τις δυνάμεις της Αριστεράς, προοδευτικές και μεταρρυθμιστικές, που δεν θα αποκλείουν κανέναν, σε ένα νέο πλουραλιστικό πολιτικό υποκείμενο, που θα έχει τη δύναμη να αντιταχθεί στις ραγδαίες εξελίξεις στην εργασία, την παραγωγή και την κοινωνία που επαγγελόταν η πολιτική της Σχολής του Σικάγου, την οποία ακολουθούσε ο Ρίγκαν και θα μπορεί να αρθρώσει μία εναλλακτική πρόταση. Το ΙΚΚ έπρεπε να ανοιχθεί και να σαλπίσει μήνυμα συνεργασίας στους Πράσινους, τους Σοσιαλιστές, τους Ριζοσπάστες, τις φεμινίστριες, τους προοδευτικούς χριστιανικούς κύκλους, τα φιλειρηνικά κινήματα. Στόχος, η απελευθέρωση του ανθρώπου και του ίδιου του σοσιαλισμού από τα σταλινικά δόγματα, μέσα από έναν εκδημοκρατισμό του κόμματος και της κοινωνίας.
Οι αλλαγές έπρεπε να γίνουν άμεσα, χωρίς όμως να πλήττουν τον βασικό πυρήνα της κλασσικής θεματολογίας του ΙΚΚ, η οποία όμως θα έπρεπε να τροποποιηθεί με γνώμονα τα κελεύσματα των καιρών. Η αναφορά των Αριστερών δεν έπρεπε πλέον να είναι η «τάξη», αλλά η «κοινωνία», το ίδιο το «υποκείμενο» έναντι της «συλλογικότητας», όχι μόνον η εργασία, αλλά και το περιβάλλον και τα φύλα. Μάλιστα, ο Οκέτο προόριζε μία βαθιά αλλαγή όσον αφορά την παραδοσιακή ανδροκρατία στο ΙΚΚ, θέτοντας την ισότητα των φύλων σε υψηλή στάθμη.
Η πρωτοβουλία του Οκέτο είχε καταιγιστικές συνέπειες. Το έκτακτο ΧΙΧ Συνέδριο του ΙΚΚ στις 7-11 Μαρτίου στη Ρώμη, οδήγησε στο ιστορικό ΧΧ Συνέδριο στο Ρίμινι (31 Ιανουαρίου-3 Φεβρουαρίου 1991), που έθεσε οριστική ταφόπλακα στο παλιό ΙΚΚ, ανοίγοντας τον δρόμο για το Δημοκρατικό Κόμμα της Αριστεράς (PDS). Στις 12 Δεκεμβρίου τα στελέχη που αντιδρούσαν στις αλλαγές ιδρύουν την Κομμουνιστική Αναγέννηση (PRC), ενώ στις 26 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους παύει να υπάρχει επίσημα και η μήτρα του νεώτερου κομμουνισμού, η ΕΣΣΔ.
Στο τέλος της διαδικασίας για την οριστική διάλυση του κόμματος που ιδρύθηκε πριν 70 χρόνια (το 1991) από τον Αντόνιο Γκράμσι, τον Παλμίρο Τολιάτι και τον Αμεντέο Μπόρντιγκα, ο Οκέτο αναλύεται σε λυγμούς. Ορισμένοι τον μέμφονται ότι τα δάκρυα εκείνα μοιάζουν με του κροκόδειλου, έπειτα από την κατάποση του θύματός του. Αρκετά χρόνια αργότερα, ο καθένας διαπιστώνει πως οι όροι και οι πολιτικές κατηγορίες που ενταφίασε η πρωτοβουλία του έχουν εξαφανισθεί, το ίδιο το κόμμα έχει μεταπλασθεί σε μία θεσμική παράταξη, που ορισμένες φορές είναι δύσκολο να παράξει μία εναλλακτική πρόταση για την κοινωνία, διαφορετική από εκείνη των αντιπάλων του. Όμως εκείνη τη στιγμή, στο βήμα των ομιλητών στο Ρίμινι, ο Οκέτο δεν γνωρίζει ποιόν ρου θα ακολουθήσει η Ιστορία και αναλύεται σε λυγμούς.