Πόσοι Έλληνες προτίμησαν την καύση νεκρών

Σχεδόν 50 ημέρες έχουν περάσει από την έναρξη λειτουργίας του πρώτου εν Ελλάδι αποτεφρωτηρίου στην περιοχή της Ριτσώνας Ευβοίας, μόλις 75 χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα, που έβαλε τέλος στη μετά θάνατον… μετανάστευση εκατοντάδων πολιτών που δεν επιθυμούσαν να ταφούν.

Στις 30 Σεπτεμβρίου, οπότε και ξεκίνησε η επίσημη λειτουργία του αποτεφρωτηρίου, η Ελλάδα έκλεισε τον κύκλο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης που στερούσαν σε πολίτες τους τη δυνατότητα της καύσης.

Παρά τις αντιδράσεις που από την αρχή εξέφρασαν εκκλησιαστικοί κύκλοι, στα δύο κρεματόριά του έχουν ήδη αποτεφρωθεί περισσότεροι από 100 Ελληνες και αλλοδαποί διαμένοντες στη χώρα.

Οπως εξηγεί μιλώντας στα «ΝΕΑ» ο πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Αποτέφρωσης Αντώνης Αλακιώτης, τον Οκτώβριο πραγματοποιήθηκαν 76 καύσεις νεκρών, αριθμός κατά τι μικρότερος από αυτόν που οι ιθύνοντες είχαν θέσει ως μηνιαίο στόχο, προκειμένου το πρώτο ελληνικό αποτεφρωτήριο να είναι βιώσιμο, καθώς πρόκειται για έναν χώρο με υψηλά λειτουργικά έξοδα.

Με την ελληνική κοινωνία να εξοικειώνεται (με καθυστέρηση τουλάχιστον 13 ετών) με την πρακτική της αποτέφρωσης αλλά και με τη σιγουριά που τους προσφέρουν τα θετικά σχόλια που απέσπασαν από τις οικογένειες θανόντων που πραγματοποίησαν την τελετή καύσης στη Ριτσώνα, αισιοδοξούν ότι η καύση νεκρών θα πάψει να αποτελεί ταμπού.

Οι σοροί που αποτεφρώθηκαν στη Ριτσώνα ανήκαν στη συντριπτική τους πλειονότητα σε ηλικιωμένους, με τις τέφρες τους εν συνεχεία να σκορπίζονται σε σημεία που είχαν υποδείξει.

«Κυρίως πρόκειται για ανθρώπους άνω των 60 ετών, ενώ υπήρξε και η περίπτωση 102χρονου. Σε ποσοστό 75% ήταν γυναίκες, ενώ σε αυτό το διάστημα έχουν αποτεφρωθεί οι σοροί μόλις δύο νεαρών, που ήταν αμφότεροι θύματα ατυχημάτων».

Οσον αφορά την καταγωγή των θανόντων, ο πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Αποτέφρωσης επισημαίνει ότι πρόκειται για άτομα από κάθε γωνιά της χώρας, από την Κρήτη ως τη Μακεδονία. «Μέχρι πριν από λίγες ημέρες οι συγγενείς θα ήταν αναγκασμένοι να πραγματοποιήσουν ένα δύσκολο, επίπονο και κοστοβόρο ταξίδι στο εξωτερικό.

Μάλιστα, σε ποσοστό περίπου 15% πρόκειται για ηλικιωμένους αλλοδαπούς, κυρίως Ευρωπαίους, που τα τελευταία χρόνια ζούσαν στην Πελοπόννησο ή στα νησιά. Η αποτέφρωση είναι ριζωμένη στην κουλτούρα αυτών των ανθρώπων, εν αντιθέσει με τους Ελληνες, που ακόμη βρίσκονται στα πρώιμα στάδια της εξοικείωσης».

Του λόγου το αληθές επιβεβαιώνουν τα στοιχεία της Βρετανικής Εταιρείας Αποτέφρωσης για το 2018.

Σύμφωνα με αυτά, την αποτέφρωση επιλέγουν το 78,2% των Βρετανών, το 67% των Γερμανών, το 39,5% των Γάλλων, το 83,9% των Δανών, το 82% των Σουηδών, το 50,3% των Ισπανών, το 63% των Αμερικανών κ.ο.κ.

Ακόμα και μετά τη λειτουργία του πρώτου ελληνικού αποτεφρωτηρίου πάντως ο κ. Αλακιώτης εκτιμά ότι αρκετοί συμπατριώτες μας από τη Βόρεια Ελλάδα επιλέγουν τη Βουλγαρία για την καύση των νεκρών τους, λόγω της απόστασης και του πιθανού χαμηλότερου κόστους. Ενδεικτικά, βάσει των προσφερομένων τιμών γραφείων τελετών ανά την Ελλάδα, τα «πακέτα» ξεκινούν από τα 1.500 ευρώ και μπορούν να φτάσουν μέχρι και τα 4.000 ευρώ, ανάλογα με τις επιπλέον υπηρεσίες που θα ζητηθούν. «Στη Βουλγαρία υπάρχει μια απόκλιση της τάξης των 300 ευρώ, λόγω ΦΠΑ, αλλά και της μη υποχρέωσης καταβολής βεβαίωσης ιατροδικαστού» λέει ο κ. Αλακιώτης, συμπληρώνοντας πως ελπίδα των ιθυνόντων είναι να συμβάλουν στην αναβάθμιση των ταφικών εθίμων στην Ελλάδα.

«Με βάση τα κρατούντα στη χώρα, θεωρούμε ότι το σύνολο των αποτεφρώσεων γίνεται κατόπιν εκπεφρασμένης επιθυμίας του θανόντος. Μέχρι σήμερα ελάχιστοι ήταν οι Ελληνες που ήταν συμφιλιωμένοι με αυτή την ιδέα, κυρίως λόγω ελλιπούς ενημέρωσης. Πιστεύουμε ότι εν καιρώ η χώρα θα ακολουθήσει τη διεθνή τάση, ιδίως εφόσον πλέον στους πολίτες της παρέχεται το δικαίωμα και η επιλογή της αποτέφρωσης στον τόπο τους» καταλήγει.

Σχετικά