Διάκριση για το Λιβαδείτη ποιητή Δημήτρη Αποστόλου-Συγχαρητήρια από τον Δήμαρχο

Συγχαρητήρια Δημάρχου Λεβαδέων κ. Ιωάννη Δ. Ταγκαλέγκα προς τον κ. Δημήτριο Αποστόλου

Ο Δήμαρχος Λεβαδέων κ. Ιωάννης Δ. Ταγκαλέγκας συγχαίρει τον συντοπίτη ποιητή κ. Δημήτρη Αποστόλου, για τη διάκρισή του στον 9ο Διεθνή Λογοτεχνικό Διαγωνισμό του Ομίλου για την Ουνέσκο Τεχνών, Λόγου και Επιστημών Ελλάδος όπου απέσπασε το πρώτο βραβείο ποίησης, με το ποίημα “Σαν πλοίο στο Μουράγιο”. 

Η βράβευση σας αποτελεί σημαντική προσωπική επιτυχία και μας γεμίζει με υπερηφάνεια και χαρά, καθώς ένας δημότης μας διακρίνεται σε ένα διεθνή λογοτεχνικό διαγωνισμό. 

Εύχομαι να συνεχίσετε να παράγετε ποιητικό λόγο που συμβάλλει στην κάθαρση της ψυχής και του πνεύματος και πολλές μελλοντικές διακρίσεις. 

Σαν πλοίο στο μουράγιο

Εφτιάχτηκα για τη ζωή, σαν πλοίο στο μουράγιο

από μητέρα Παναγιά και από πατέρα άγιο.

Μου βάλανε άσπρα πανιά και πλώρη ασημένια

κι είχαν για τα ταξίδια μου μερόνυχτα την έγνοια.

Μου κρέμασαν κι ένα σταυρό, πάντα να με φυλάει

να ‘χω μπουνάτσα στη ζωή, στο άγνωστο που πάει.

Μου δώσαν την αγάπη τους και μια χρυσή πυξίδα

να έχω για το δρόμο μου, μέσα στην καταιγίδα.

Μου γέμισαν τα ύφαλα έρμα απ’ την καρδιά τους

κι όλα τ’ αμπάρια ξέχειλα με όλα τα καλά τους.

Με μια σαμπάνια έδωσαν όνομα στο σκαρί τους

κι όλες του κόσμου οι ευχές ήταν για το παιδί τους.

Ξανοίχτηκα μες στη ζωή, αξίες να κουρσέψω

κι όταν τις βρω περήφανος, τότε να επιστρέψω.

Πότε μπουνάτσα η ζωή και πότε τρικυμία

ευτυχισμένος κι άλλοτε, βοήθα Παναγία.

Απ’ τη ζωή εγεύτηκα, πίκρα πολύ κι αλμύρα

αλλά και άφθονες χαρές απ’ τα ταξίδια πήρα.

Είχα και νύχτες μ’ ουρανούς, γεμάτες με αστέρια

λιακάδες, σύννεφα λευκά, μικρά σαν περιστέρια.

Και καταιγίδες, κεραυνοί, πέφτανε απάνωθέ μου

εφώναξα πολλές φορές, βοήθεια Θεέ μου.

Τις συμπληγάδες πέρασα, Κύκλωπες μου ριχτήκαν

τραύματα και βιώματα στο σώμα μου αφήκαν.

Πάλιωσε πλέον το σκαρί, προσάραξε σε ξέρα

ανήμπορο τα κύματα το δέρνουν κάθε μέρα.

Ώσπου το πλοίο άραξε, στο ίδιο το μουράγιο

μες στα ακίνητα νερά, ανήμπορο ναυάγιο.

Σχισμένα πλέον τα πανιά, τα ίστια σπασμένα

μες στα ασάλευτα νερά, τα όνειρα θαμμένα.

Γλάροι πετούνε πάνω μου και γω βουβό κουφάρι

όπου τον χάρο παλιατζή προσμένει να το πάρει.

Σαν μια μερούλα μοναχά μου φάνηκε η ζωή μου

σαν χθες νομίζω ήτανε, της μέρας το πρωί μου.

Τη λέξη τέλος έγραψαν μες στο ημερολόγιο

και πλέον με διέγραψαν από το νηολόγιο.

Και πάλι πολλά συγχαρητήρια!!!

Σχετικά