Ο Κερκ Ντάγκλας, ο οποίος γεννήθηκε σαν σήμερα στις 9 Δεκεμβρίου του 1916 ήταν ένας άνθρωπος του κινηματογράφου, που άφησε τη δική του σφραγίδα στη μεγάλη οθόνη και συμβολίζει τη χρυσή εποχή του αμερικανικού σινεμά. Υπήρξε ηθοποιός, σκηνοθέτης, κινηματογραφικός παραγωγός και συγγραφέας. Στην 60χρονη καριέρα του, ο Κερκ Ντάγκλας εμφανίσθηκε σε περισσότερες από 90 ταινίες και αναδείχθηκε σ’ έναν από τους σπουδαιότερους ηθοποιούς που ανέδειξε το Χόλιγουντ. Ο σπουδαίος ηθοποιός έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 103 ετών στις 5 Φεβρουαρίου του 2020.
Διακρίθηκε σε δραματικούς ρόλους, κυρίως σε γουέστερν και πολεμικές ταινίες. Προοδευτικών αρχών, βοήθησε αρκετούς «μαυροπινακισμένους» καλλιτέχνες της Μακαρθικής περιόδου (δεκαετία του 1950) να επανέλθουν στην κανονικότητα και στο επάγγελμά τους. Γιος του είναι ο γνωστός ηθοποιός και παραγωγός Μάικλ Ντάγκλας.
Ο Ισούρ Ντανιέλοβιτς, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στο Άμστερνταμ της Πολιτείας της Νέας Υόρκης, από γονείς ιουδαϊκού θρησκεύματος και ρωσικής καταγωγής.
Παιδί πολυμελούς φτωχής οικογένειας μεταναστών (ο πατέρας του ήταν ρακοσυλλέκτης), έκανε σαράντα διαφορετικές δουλειές μέχρις ότου αναγνωρισθεί το ταλέντο του στην υποκριτική.
Μετά την αποφοίτησή του από το κολέγιο το 1939, οι υποκριτικές του ικανότητες του έδωσαν μια υποτροφία στην Ακαδημία Δράματος της Νέας Υόρκης. Το 1941 κατετάγη στο ναυτικό, ενώ οι ΗΠΑ είχαν μπει στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1944, πήρε απαλλαγή ως τραυματίας πολέμου. Λίγο πριν επιστρέψει από το μέτωπο, ο Ντάγκλας είδε στο εξώφυλλο του περιοδικού LIFE τη φωτογραφία μίας συμφοιτήτριάς του στη δραματική ακαδημία, της Νταϊάνα Ντιλ και είπε στους συμπολεμιστές του ότι θα την παντρευτεί μια μέρα. Πράγματι, λίγο μετά την παντρεύτηκε και μαζί απέκτησαν δύο παιδιά, τον γνωστό ηθοποιό Μάικλ Ντάγκλας και τον Τζόελ. Ωστόσο, ο γάμος τους δεν μακροημέρευσε και το 1951 χώρισαν.
Μετά τον πόλεμο, ο Ντάγκλας επέστρεψε στη Νέα Υόρκη, όπου δούλεψε ως εκφωνητής στο ραδιόφωνο, ενώ άρχισε να κάνει και τις πρώτες του εμφανίσεις στο θέατρο. Μία άλλη συμφοιτήτριά του, η διάσημη σταρ Λορίν Μπακόλ, μετέπειτα σύζυγος του θρυλικού Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ, τον βοήθησε να πάρει τον πρώτο του ρόλο στον κινηματογράφο, στην ταινία του 1946 «Αμαρτωλές γυναίκες» δίπλα στη Μπάρμπαρα Στάνγουικ.
Το 1947 εμφανίζεται στην κινηματογραφική μεταφορά του δράματος «Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα», πλάι στις Ρόζαλιντ Ράσελ και Κατίνα Παξινού και το 1949, ενώ είχε παίξει στην ταινία του Μάνκιεβιτς «Γράμμα σε τρεις γυναίκες», μπαίνει στην πρώτη κατηγορία των σταρ και λαμβάνει την πρώτη του υποψηφιότητα για Όσκαρ Α’ ανδρικού ρόλου στο εξαιρετικό φιλμ του Μαρκ Ρόμπσον «Φλογισμένα Πάθη», όπου υποδύεται έναν ανήθικο πυγμάχο.
Το 1951, ωστόσο, είναι ένα έτος καθοριστικό, καθώς πρωταγωνιστεί στο δυνατό φιλμ του Γουίλιαμ Γουάιλερ «Αστυνομική Ιστορία», όπου υποδύεται έναν σκληροτράχηλο αστυνομικό και στο αριστουργηματικό δράμα του μεγάλου Μπίλι Γουάιλντερ «Το τελευταίο Ατού», όπου ερμηνεύει μοναδικά τον ρόλο ενός δημοσιογράφου χωρίς ηθικούς φραγμούς. Ενδεικτικό της υποκριτικής του ικανότητας είναι ότι παίζει και στις δυο ταινίες αρνητικούς ήρωες, ενώ και στις δύο ταινίες στο τέλος πεθαίνει.
Στη λεωφόρο της δόξας
Με την ταινία του Βινσέντε Μινέλι «Η Ωραία και το Κτήνος» λαμβάνει ακόμη μία υποψηφιότητα για Όσκαρ Α’ ρόλου, παίζοντας έναν παραγωγό του Χόλιγουντ, που πατά επί πτωμάτων για να πετύχει. Το 1954, αφού ίδρυσε την εταιρεία «Βryna Productions», αφιερωμένη στη μητέρα του και με στόχο να αποδεσμευτεί από το σύστημα των μεγάλων στούντιο του Χόλιγουντ, μπαίνει στην εκκλησία για να παντρευτεί για δεύτερη και τελευταία φορά, καθώς με την Αν Μπάιντενς παρέμεινε παντρεμένος μέχρι το τέλος της ζωής του. Με την Μπάιντενς απέκτησε δύο παιδιά, ενώ μαζί έζησαν το δράμα του χαμού του ενός απ’ τα δύο, το 2004.
Η δεκαετία του ΄50 μοιάζει πλέον με λεωφόρο της δόξας για τον Ντάγκλας. Η ερμηνευτική του δεινότητα είναι πρόδηλη. Ο σκληροτράχηλος ηθοποιός μοιάζει με πλαστελίνη στα χέρια άξιων σκηνοθετών. Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς. Ερμηνείες και ταινίες που δύσκολα θα ξεχαστούν – θα ξεπεραστούν. Ένα ελάχιστο κομμάτι της φιλμογραφίας του, που εκτείνεται σε περίπου 100 ταινίες, σε 60 δημιουργικά χρόνια, περιλαμβάνει φιλμ που πάντα θα κοσμούν τον παγκόσμιο κινηματογράφο όσα χρόνια κι αν περάσουν.
Μία χρονιά πριν να συναντηθεί στα πλατό με τον Κιούμπρικ, θα λάβει ακόμη μία υποψηφιότητα για το Όσκαρ α’ ανδρικού ρόλου, στην ταινία του Βινσέντε Μινέλι «Η ζωή ενός ανθρώπου» (1956), υποδυόμενος τον ζωγράφο Βαν Γκονγκ.
Το 1957 θα πρωταγωνιστήσει στο συγκλονιστικό αντιπολεμικό δράμα του Κιούμπρικ «Σταυροί στο Μέτωπο», ενώ τον ίδιο χρόνο προβάλλεται και το κλασικό γουέστερν «Αίμα στον Πράσινο Βάλτο» του Τζον Στάρτζες, παίζοντας δίπλα στον φίλο του και επίσης κορυφαίο ηθοποιό Μπαρτ Λάνκαστερ, τον ρόλο του Ντοκ Χόλιντεϊ.
Το 1960 στον «Σπάρτακο» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ κρατά δικαίως τον ομώνυμο ρόλο, καθώς η ερμηνεία του ξεφεύγει από τα τετριμμένα παρουσιάζοντας έναν μυθικό ήρωα ως ένα απλό γενναίο άνθρωπο. Ο ίδιος ο Ντάγκλας επέβαλε τον Κιούμπρικ, ο οποίος δημιούργησε μεγάλα προβλήματα στην παραγωγή, με την εμμονή του στην τελειότητα. Επίσης, ο Ντάγκλας θα σπάσει τον Μακαρθισμό και θα επιβάλει στο σενάριο τον αριστερό Ντόναλντ Τράμπο. Το 1962, στο σύγχρονο γουέστερν «Ασύλληπτος Επαναστάτης» του Ντέιβιντ Μίλερ και σε σενάριο Τράμπο, θα ερμηνεύσει μοναδικά τον ατίθασο και αναρχικό χαρακτήρα του ήρωα που δεν υποτάσσεται στα κοινωνικά δεσμά και όρια, περιδιαβαίνοντας τη σύγχρονη δύση.
Το 1964, στο πολιτικό θρίλερ «Επτά ημέρες του Μαΐου» του Τζον Φρανκενχάιμερ και πάλι δίπλα στον Μπαρτ Λάνκαστερ, θα δώσει ένα ρεσιτάλ στον ρόλο ενός αξιωματικού σωστού βράχου ηθικής και αρχών. Να σημειωθεί ότι το σενάριο της ταινίας αυτής τοποθετημένο στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου περιστρέφεται γύρω από τον πυρηνικό αφοπλισμό και μια συνωμοσία κατά του Προέδρου από έναν λαοφιλή στρατηγό.
Ωστόσο, η ταινία που ξεχωρίζει ο ίδιος είναι το υπαρξιακό δράμα «Συμβιβασμός» (1969) που περιγράφει την ιστορία ενός επιδερμικά απόλυτα πετυχημένου επαγγελματία, που νιώθει ότι είναι ξοφλημένος και κάνει ότι μπορεί για να αλλάξει ζωή. Δίπλα του η εκθαμβωτική Φέι Ντάναγουεϊ, ενώ σκηνοθεσία και σενάριο υπογράφει ο αμφιλεγόμενος Ηλίας Καζάν, ο οποίος για πολλούς κάνει μια αυτοκριτική, για τη θλιβερή στάση του στην εποχή του μακαρθισμού.
Ένας υπέροχος άνθρωπος
Ο Κερκ Ντάγκλας εν αντιθέσει με τον ήρωα του «Συμβιβασμού», δεν υπήρξε ποτέ ένας τόσο σύνθετος άνθρωπος. Όπως τον χαρακτήρισαν τα παιδιά του και πολλοί που τον γνώρισαν ήταν ένας «υπέροχος άνθρωπος», ένας σωστός άντρας. Με αγάπη για τον συνάνθρωπο και ειδικά τον φτωχό, τον κατατρεγμένο, που είχε σταθερές αξίες και δεν έκανε συμβιβασμούς, τουλάχιστον προς όφελός του. Δεν ήταν παραδόπιστος, λάτρευε αυτό που έκανε με κάθε κόστος. Είναι χαρακτηριστικό ότι στους νέους κινηματογραφιστές έλεγε πάντα ότι «να μη σκέφτονται ποτέ τις εισπράξεις και τους υπενθύμιζε ότι οι ταινίες που απέρριπταν τα στούντιο ως μη εμπορικές άφησαν το στίγμα τους στην ιστορία του σινεμά». Επιπλέον είχε έμφυτο το χάρισμα του χιούμορ. Μάλιστα, όταν απέκτησε ένα σοβαρό πρόβλημα στη φωνή του πριν περίπου 20 χρόνια, πρότεινε σε όλους τους φίλους του παραγωγούς να επιστρέψουν στο βωβό κινηματογράφο…
To 1973 σκηνοθέτησε την πρώτη του ταινία, την περιπέτεια «Skalawag», για να ακολουθήσει το γουέστερν «Posse» δύο χρόνια αργότερα. Από τη δεκαετία του 1980 ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία, γράφοντας βιβλία αναμνήσεων, βιβλία για παιδιά και μυθιστορήματα. Το 1996 τιμήθηκε με Όσκαρ για το σύνολο του έργου του στον κινηματογράφο.