Από την τσέπη μας το ένα τρίτο των δαπανών υγείας στην Ελλάδα

Μόνο το 20% του πληθυσμού καλύπτεται από τις δομές πρωτοβάθμιας περίθαλψης, τα μέτρα προστασίας αφορούν μόνο τη συμμετοχή στα φάρμακα, ενώ το 10% των νοικοκυριών υφίσταται καταστροφικές δαπάνες υγείας

Βαθιά το χέρι στην τσέπη βάζουν οι Έλληνες ασθενείς για να καλύψουν την υγεία τους, αφού το ένα τρίτο των δαπανών υγείας στη χώρα αφορούν απ΄ ευθείας πληρωμές. Το αποτέλεσμα είναι ένα στα 10 νοικοκυριά να αντιμετωπίζει καταστροφικές πληρωμές για περίθαλψη, ποσοστό ένα από τα υψηλότερα στην Ε.Ε.

Τα δεδομένα αυτά περιλαμβάνονται σε έκθεση της Κομισιόν για την κατάσταση της περίθαλψης στα κράτη μέλη της Ε.Ε., στην οποία τονίζεται πως οι επίσημες και ανεπίσημες χρεώσεις των ασθενών, τα ελάχιστα όρια για υπηρεσίες που καλύπτονται και η άνιση διαθεσιμότητα φυσικών και ανθρώπινων πόρων συμβάλλουν στα υψηλά επίπεδα ακάλυπτων αναγκών που αναφέρουν οι ασθενείς.

Τα υπάρχοντα μέτρα οικονομικής προστασίας, επικεντρώνονται κυρίως στα φάρμακα, όπως η εξαίρεση από τη συμμετοχή για φάρμακα σε χρονίως πάσχοντες ή ασθενείς με χαμηλά εισοδήματα.

Την ίδια στιγμή, οι υπάρχουσες μονάδες πρωτοβάθμιας περίθαλψης καλύπτουν πλέον μόλις το ένα πέμπτο του πληθυσμού, παρέχοντας υπηρεσίες πρόληψης, πρωτοβάθμιας περίθαλψης και ορισμένες εξειδικευμένες υπηρεσίες, κυρίως σε αγροτικές περιοχές. Η έκθεση σημειώνει πως περαιτέρω πρόοδος σε αυτή τη σημαντική ενίσχυση της πρωτοβάθμιας περίθαλψης εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη διαθεσιμότητα γιατρών – καθώς ο αριθμός των γενικών γιατρών είναι οριακός ενώ πολλοί ιδιώτες γιατροί διστάζουν να συμβληθούν. Απαραίτητη μάλιστα προϋπόθεση, αποτελεί η επαρκής χρηματοδότηση.

Η έκθεση επισημαίνει την ανάγκη μεταρρυθμίσεων που θα λαμβάνουν υπόψιν τις επιδόσεις του συστήματος υγείας, τις ανάγκες του πληθυσμού και θα προβλέπει επαρκή σχεδιασμό και κατανομή των υπηρεσιών, υπογραμμίζοντας πως οι οργανωτικές και λειτουργικές βελτιώσεις του συστήματος υγείας θα πρέπει να στηρίζονται στην ενισχυμένη διακυβέρνηση, αλλά και την κατάλληλη παροχή πόρων για την υποστήριξη τις προτεραιότητες πολιτικής υγείας.

Ζούμε πολύ

Παρατηρώντας τους βασικούς δείκτες του συστήματος υγείας της χώρας μας, η έκθεση επισημαίνει ότι οι Έλληνες έχουν σχετικά υψηλό προσδόκιμο ζωής όταν γεννιούνται, όμως το προβάδισμά τους έναντι του μέσου όρου της ΕΕ έχει μειωθεί την τελευταία δεκαετία. Οι καρδιαγγειακές παθήσεις εξακολουθούν να αποτελούν την κύρια αιτία θανάτου. Όμως η θνησιμότητα από διαβήτη, ορισμένους καρκίνους, αναπνευστικά και νεφρικά νοσήματα έχουν αυξηθεί.

Τσιγάρο και παχυσαρκία

Επιπλέον, παράγοντες κινδύνου όπως το κάπνισμα και η παχυσαρκία είναι πολύ συχνότεροι σε άτομα με χαμηλότερη εκπαίδευση, κάτι που παρατηρείται και σε πολλά άλλα κράτη μέλη της ΕΕ, γεγονός που προκαλεί ευρεία κοινωνικοοικονομική διάκριση στην υγεία του πληθυσμού.

Ξοδεύουμε πολλά στην υγεία

Από το 2010, οι προσπάθειες που ξεκίνησαν στο πλαίσιο του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής έχουν παγιωθεί. Η Ελλάδα εφαρμόζει ένα φιλόδοξο σύνολο μεταρρυθμίσεων για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας του συστήματος υγείας και τη μείωση της σπατάλης. Οι ρυθμίσεις που προωθούνται αφορούν τον κατακερματισμό των παροχών και της κάλυψης, την αυξημένη φαρμακευτική δαπάνη, τις αναποτελεσματικές προμήθειες και την ελλιπή πρωτοβάθμια περίθαλψη.

Απαιτούνται όμως πρόσθετες προσπάθειες για την πρόληψη, την ανάπτυξη ουσιαστικών μηχανισμών  λογοδοσίας και διαφάνειας, καθώς επίσης και την αντιμετώπιση της προκλητής ζήτησης, αλλά και των αναποτελεσματικών δαπανών υγείας.

Παρά το τέλος του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής της τον Αύγουστο του 2018, οι οικονομικοί δείκτες της Ελλάδας παραμένουν υπό τη στενή επίβλεψη της ΕΕ και οι δαπάνες για την υγεία πιθανότατα θα παραμείνουν δεσμευμένες από δημοσιονομικούς περιορισμούς.

Σχετικά