Δύο βασικούς μισθούς θα χρειαστούν τα νοικοκυριά για να καλύψουν τις απώλειες της ενεργειακής ακρίβειας.
Οι τιμές της βενζίνης, του ηλεκτρικού ρεύματος, του πετρελαίου θέρμανσης και του φυσικού αερίου πυρπολούν τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, προκαλώντας τους αυξημένες κατά 33% έως και 53% ετήσιες δαπάνες.
Η ενεργειακή κρίση που κρατά από τις αρχές του φθινοπώρου δείχνει για τα καλά τα δόντια της στα ελληνικά νοικοκυριά το δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου, αφού στην κούρσα των ανατιμήσεων των λογαριασμών ρεύματος και φυσικού αερίου έχουν μπει και τα καύσιμα κίνησης και θέρμανσης.
Ένα νοικοκυριό εφέτος σε 12μηνη βάση θα πληρώσει ακριβότερα κατά 1.064 έως 1.232 ευρώ για να μετακινηθεί με το ΙΧ, να καλύψει τις ενεργειακές ανάγκες του με ηλεκτρικό ρεύμα και να θερμανθεί με πετρέλαιο ή φυσικό αέριο. Αν ληφθεί υπόψη ότι ο βασικός μισθός στην Ελλάδα είναι τα 663 ευρώ, τότε βγαίνει αβίαστα το συμπέρασμα πως η ενεργειακή ακρίβεια καίει δύο μισθούς τον χρόνο.
Ειδικότερα, με τη μέση τιμή της αμόλυβδης βενζίνης στα 1,87 ευρώ ανά λίτρο, το ΙΧ αυτοκίνητο μιας οικογένειας για να κάνει 10.000 χλμ. τον χρόνο θα χρειαστεί 800 λίτρα καυσίμου και θα δαπανήσει 1.496 ευρώ. Όταν πέρυσι με τιμή στα 1,52 ευρώ χρειάστηκε να διαθέσει 1.216 ευρώ. Δηλαδή το 2022 θα ξοδέψει 280 ευρώ περισσότερα χρήματα για τις οδικές μετακινήσεις.
Για τις ετήσιες ανάγκες ηλεκτροδότησης (4.800 κιλοβατώρες) οι λογαριασμοί που θα πληρώσει υπολογίζονται σε 12μηνη βάση, και μόνο το ανταγωνιστικό σκέλος των χρεώσεων, στα 888 ευρώ, όταν πέρυσι κατέβαλε 625 ευρώ. Το επιπλέον κόστος ανέρχεται σε 263 ευρώ ή 42%. Στο προαναφερόμενο παράδειγμα ο εφετινός λογαριασμός έχει υπολογιστεί με τις κρατικές επιδοτήσεις.
Η ίδια οικογένεια για να θερμανθεί με πετρέλαιο (1.500 λίτρα στη διάρκεια της χειμερινής σεζόν) θα κληθεί να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη. Το κόστος είναι της τάξης των 1.890 ευρώ, όταν πέρυσι με τιμή του πετρελαίου θέρμανσης στα 0,913 ευρώ πλήρωσε 1.369 ευρώ. Η επιβάρυνση σε ετήσια βάση είναι στα 494 ευρώ.
Αν το νοικοκυριό κάψει φυσικό αέριο για να ζεσταθεί, και συγκεκριμένα 12.000 κιλοβατώρες, τότε θα δαπανήσει 1.182 ευρώ όταν πέρυσι πλήρωσε μόλις 493 ευρώ. Ο λογαριασμός του σε έναν χρόνο είναι υψηλότερος κατά 689 ευρώ.