Έχει ποικιλία χρωμάτων, μαγειρεύεται με διάφορους τρόπους, χαρίζει υπέροχη γεύση στα πιάτα μας και θρεπτικά συστατικά στον οργανισμό. Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για να μην εντάξουμε τις πιπεριές στη διατροφή μας.
Μπορείτε να επιλέξετε ανάμεσα σε κόκκινες, πράσινες και κίτρινες. Μπορείτε να προτιμήσετε τις γλυκιές ή τις καυτερές. Καταναλώνονται ωμές ή και μαγειρεμένες. Ό,τι και να προτιμήσετε, ένα είναι το σίγουρο: Οι πλούσιες σε θρεπτικά συστατικά πιπεριές είναι ένας ισχυρός σύμμαχος για την υγεία των ματιών, του εγκεφάλου, αλλά και την πρόληψη κοινών παθήσεων, όπως της αναιμίας.
Όλες οι πιπεριές έχουν θρεπτικά συστατικά από τα οποία μπορείτε να ωφελεθείτε, ωστόσο αξίζει να γνωρίζετε ότι η διατροφική συμβολή τους ποικίλλει ανάλογα με το χρώμα. Για παράδειγμα, οι κόκκινες πιπεριές έχουν υψηλότερη περιεκτικότητα σε κάλιο, βιταμίνη C και φυλλικό οξύ συγκριτικά με τις κίτρινες, τις πορτοκαλί και και τις πράσινες. Από την άλλη, οι άγουρες πράσινες πιπεριές είναι αισθητά πιο πλούσιες από τις ώριμες κόκκινες σε πολυφαινόλη.
Αξίζει ενδεικτικά να αναφερθεί ότι μια μερίδα 80g ωμής κόκκινης πιπεριάς παρέχει 17 θερμίδες, 3,4 γρ υδατάνθρακες εκ των οποίων 1,8 γρ φυτικές ίνες, 173 mg καλίου, 60mcg φυλλικού οξέος και (εντυπωσιακό!) 101 mg βιταμίνη C.
Όπως συμβαίνει και με άλλα λαχανικά, έτσι και στην περίπτωση της πιπεριάς, η θρεπτική αξία της επηρεάζεται άμεσα από την μέθοδο προετοιμασίας, αλλά και τον τρόπο μαγειρέματός της. Επιπλέον, ο τρόπος, ο χρόνος και η θερμοκρασία μαγειρέματος, αλλά και τυχόν τεχνικές συντήρησης που εφαρμόζονται είναι παράγοντες που επηρεάζουν την απώλεια θρεπτικών συστατικών.
Γενικότερα, πάντως, η πιπεριά θωρακίζει τον οργανισμό από πολλές και διαφορετικές παθήσεις. Ιδιαίτερα ευεργετική φαίνεται πως είναι η κατανάλωσή της στους εξής παράγοντες:
1. Μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης καταρράκτη και εκφύλισης της ωχράς κηλίδας
Όπως είναι γνωστό, γενικότερα η διατροφή παίζει σημαντικό ρόλο στην καθυστέρηση της ανάπτυξης απώλειας όρασης που σχετίζεται με την ηλικία. Εχει αποδειχθεί ότι δύο καροτενοειδή, η λουτεΐνη και η ζεαξανθίνη, όταν καταναλώνονται σε επαρκείς ποσότητες, συμβάλλουν στην υγεία των ματιών.
Οι δύο αυτές ουσίες λειτουργούν προστατευτικά για τον αμφιβληστροειδή, θωρακίζοντας τον από το ενδεχόμενο οξειδωτικής βλάβης. Ιδιαίτερα οι κόκκινες πιπεριές είναι πλούσιες σε αυτά τα καροτενοειδή, καθώς και σε άλλα προστατευτικά θρεπτικά συστατικά, όπως η βιταμίνη C.
Πολυάριθμες μελέτες έχουν δείξει ότι η τακτική κατανάλωση τροφών πλούσιων σε καροτενοειδή και ιδιαίτερα λουτεΐνη και ζεαξανθίνη, μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο καταρράκτη και εκφύλισης της ωχράς κηλίδας.
2. Μειώνει την πιθανότητα αναιμίας
Η αναιμία είναι μία κοινή πάθηση, ιδιαίτερα μεταξύ των γυναικών και των κοριτσιών αναπαραγωγικής ηλικίας και προκαλείται εξαιτίας έλλειψης οξυγόνου στο αίμα. Μία από τις πιο συνηθισμένες αιτίες που προκαλούν το φαινόμενο αυτό είναι η έλλειψη σιδήρου.
Οι πιπεριές μπορούν να προσφέρουν αξιόλογες ποσότητες σιδήρου στον οργανισμό, ενώ είναι και πλούσιες σε βιταμίνη C. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι μισή πιπεριά παρέχει έως και 100 mg βιταμίνης C. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς η βιταμίνη C αυξάνει την απορρόφηση του σιδήρου στο έντερο.
Πολυάριθμες μελέτες επιβεβαιώνουν, επιπλέον, ότι οι δίαιτες πλούσιες σε βιταμίνη C, φρούτα και λαχανικά έχουν ως αποτέλεσμα τη μεγαλύτερη πρόσληψη σιδήρου. Οι πιπεριές βοηθούν περαιτέρω, επειδή περιέχουν βιταμίνη Β6, η οποία είναι απαραίτητη για την παραγωγή της αιμοσφαιρίνης, δηλαδή της πρωτεΐνης που μεταφέρει το οξυγόνο σε όλο το σώμα.
3. Καθυστερεί την απώλεια μνήμης που σχετίζεται με την ηλικία
Ενδιαφέροντα ευρήματα από μελέτες που έγιναν σε ζώα καταδεικνύουν ότι η κατανάλωση πιπεριάς μπορεί να είναι αποτελεσματική στην πρόληψη της απώλειας μνήμης σε άτομα που πάσχουν από τη νόσο Αλτσχάιμερ.
Οι ώριμες πιπεριές περιέχουν ενώσεις που αναστέλλουν το ένζυμο που απελευθερώνει αμυλοειδείς πρωτεΐνες, οι οποίες συσσωρεύονται γύρω από τις νευρικές ίνες και συμβάλλουν στον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου Αλτσχάιμερ.
Μεταγενέστερη έρευνα υποδηλώνει ότι πιθανώς οι πολλές φυτικές ενώσεις των πιπεριών, συμπεριλαμβανομένων των πολυφαινόλων, των καροτενοειδών και των φλαβονοειδών, μπορεί να είναι υπεύθυνες για αυτά τα ευρήματα.
Πηγή: ygeiamou.gr