Σύμφωνα με τον πρώτο απολογισμό του σεισμού 6,1 Ρίχτερ, που έπληξε το ανατολικό Αφγανιστάν τα ξημερώματα της Τετάρτης, οι νεκροί ανέρχονται στους 1.000 τουλάχιστον με ακόμη περισσότερους τραυματίες, σύμφωνα με δημοσίευση της Deutsche Welle.
«Επτά ήταν στο ένα δωμάτιο, πέντε σε ένα άλλο δωμάτιο, τέσσερις σε άλλο δωμάτιο και άλλοι τρεις αλλού. Χάνω τα λόγια μου, η καρδιά μου δεν θα το αντέξει άλλο». Αυτά λέει η Μπίμπι Χαβά από το κρεβάτι του νοσοκομείου στην πόλη Σαράν του Αφγανιστάν. Η ίδια έτυχε να επιβιώσει, αλλά έχει χάσει δεκαεννέα συγγενείς της στον καταστροφικό σεισμό που χτύπησε το Αφγανιστάν τα ξημερώματα της Τετάρτης. Εκείνη την ώρα πολλοί Αφγανοί κοιμούνταν και δεν πρόλαβαν καν να αντιδράσουν. Ο σεισμός είχε μέγεθος 6,1 ρίχτερ και επίκεντρο περίπου 45 χιλιόμετρα από την πόλη Χοστ. Έγινε αισθητός σε απόσταση 500 χιλιομέτρων, ακόμη και στο Πακιστάν και στην Ινδία. Λίγο αργότερα ακολούθησε δεύτερος ισχυρός σεισμός, μεγέθους 5,4 Ρίχτερ.
Ο 36χρονος Γουαλί Καλίντ έχασε τέσσερα ξαδέρφια του στον σεισμό. «Η στέγη του σπιτιού έπεσε πάνω μου, εκείνη τη στιγμή νόμισα ότι με πυροβόλησαν», λέει. «Αισθανόμουν το σώμα μου να πονάει, να καίει. Κατάφερα να σηκωθώ, αλλά όταν είδα τα ξαδέρφια μου κάτω από τα ερείπια, έχασα τις αισθήσεις μου». Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις οι τραυματίες ξεπερνούν τους 1.500, πολλοί είναι σε σοβαρή κατάσταση. Χιλιάδες άνθρωποι έμειναν άστεγοι, τουλάχιστον 2.000 σπίτια έχουν καταστραφεί ολοκληρωτικά, υπολογίζει με μία πρώτη εκτίμηση ο συντονιστής της ανθρωπιστικής βοήθειας των Ηνωμένων Εθνών Ραμίζ Αλακμπάροφ.
Ολόκληρες οικογένειες καταπλακώθηκαν από τη λάσπη
Ο νεαρός Αρούπ Καν είχε κοιμηθεί σε φίλους του το βράδυ της Τρίτης. Ο σεισμός τον βρήκε εκεί, αλλά ευτυχώς κατάφερε να σωθεί. «Προσπαθούσα να σηκωθώ, αλλά με κάλυψαν οι σκόνες» λέει. «Κάποιοι ήρθαν και μας έβγαλαν από το σπίτι. Ήταν τρομερό, πολλοί ήταν σωριασμένοι στα σπίτια τους, άλλοι σε φιλικά σπίτια, άλλοι σε τζαμιά. Όταν γύρισα σπίτι άκουγα φωνές και κλάματα, όλη η οικογένειά μου είχε καταπλακωθεί από τις λάσπες». Τα καταστροφικά χτυπήματα του Εγκέλαδου είναι συχνά στην περιοχή αυτή. Το 2015 τουλάχιστον 380 άνθρωποι σκοτώθηκαν στο Αφγανιστάν και στο Πακιστάν από σεισμό ισχύος 7,5 Ρίχτερ. Ο πλέον πολύνεκρος σεισμός είχε πλήξει τις επαρχίες Τακχάρ και Μπαντακσάν τον Μάιο του 1998, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους περισσότεροι από 5.000 άνθρωποι.
Σε μία τόσο φτωχή χώρα τα περισσότερα σπίτια είναι κατασκευασμένα από πρόχειρα υλικά, ενώ πολλοί άνθρωποι μοιράζονται, από ανάγκη, τον ίδιο περιορισμένο χώρο. Η εκπρόσωπος της UNICEF στο Αφγανιστάν, Σαμ Μορτ, περιγράφει την κατάσταση ως εξής: «Βλέπουμε άνδρες να σκάβουν στα ερείπια με γυμνά χέρια, αναζητώντας επιζώντες. Τα σπίτια τους κατέρρευσαν πολύ γρήγορα. Μιλάμε για μία πολύ φτωχή περιοχή, όπου τα σπίτια χτίζονται μόνο με λάσπη και τούβλα. Επιπλέον τις τελευταίες ημέρες είχαμε πολύ ισχυρές βροχοπτώσεις στην περιοχή. Όλα αυτά προκαλούν κατολισθήσεις ακόμη και σε κεντρικούς δρόμους και εμποδίζουν και τη δική μας προσπάθεια να πλησιάσουμε στα χωριά που έχουν πληγεί από τον σεισμό».
Έκκληση στη διεθνή κοινότητα για βοήθεια
Ο σεισμός χτύπησε το Αφγανιστάν σε μια στιγμή, που η χώρα έχει απομονωθεί διεθνώς μετά την ανακατάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν, τον Αύγουστο του 2021. Δυτικές κυβερνήσεις δεν αναγνωρίζουν το καθεστώς, πολλές ανθρωπιστικές οργανώσεις και ξένες αποστολές έχουν αποχωρήσει. Στην περιοχή επιχειρούν σωστικά συνεργεία της Ερυθράς Ημισελήνου. Σε μία ασυνήθιστη ενέργεια ο πρωθυπουργός των Ταλιμπάν, Χασάν Αχούντ, ο οποίος σπανίως εμφανίζεται στη δημοσιότητα, απευθύνει έκκληση στη διεθνή κοινότητα για βοήθεια «μετά από αυτή τη μεγάλη τραγωδία». Τα Ηνωμένα Έθνη εκτιμούν ότι θα αυξηθεί σημαντικά ο αριθμός των θυμάτων, καθώς βρίσκονται σε εξέλιξη οι προσπάθειες για τον εντοπισμό επιζώντων.
Ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν εξέφρασε την οδύνη του και έδωσε εντολή στις υπηρεσίες πολιτικής προστασίας να αποστείλουν βοήθεια. Την ίδια υπόσχεση δίνει ο Τόμας Νίκλεσον, εντεταλμένος της ΕΕ για το Αφγανιστάν. Ανθρωπιστική βοήθεια παρέχει και το γειτονικό Πακιστάν. «Ο σεισμός έχει πλήξει μία χώρα, στην οποία ήδη σήμερα είκοσι εκατομμύρια άνθρωποι δεν έχουν να φάνε», επισημαίνει ο Τόμας Τεν Μπόερ, απεσταλμένος της γερμανικής ΜΚΟ Welthungerhilfe στην Καμπούλ. Η γερμανική κυβέρνηση εκφράζει την οδύνη της και υπόσχεται να αποστείλει ανθρωπιστική βοήθεια. Όπως διευκρινίζει πάντως μέσω Twitter ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Στέφεν Χέμπεστραϊτ, όλα αυτά δεν συνιστούν πράξη αναγνώρισης των Ταλιμπάν.
Πηγή: Deutsche Welle, AP, DPA, AFP