Δραματική η εικόνα της βόρειας Εύβοιας σχεδόν έναν χρόνο μετά την καταστροφή – «Δεν αντέχεται η ζωή μας» λένε οι κάτοικοι

Με βουρκωμένα μάτια, σχεδόν έναν χρόνο μετά τον πύρινο εφιάλτη του «μαύρου Αυγούστου του 2021», οι κάτοικοι της βόρειας Εύβοιας προσπαθούν να ξαναχτίσουν τη ζωή τους πάνω στα αποκαΐδια. Δεν τα καταφέρνουν πάντα. Ο άλλοτε παράδεισος, το απέραντο πευκοδάσος, το τοπίο απαράμιλλης ομορφιάς είναι πλέον κρανίου τόπος. Και η εικόνα αυτή δεν συνηθίζεται, παρότι κοντεύει να περάσει ένας χρόνος.

Τα καμένα δέντρα στέκουν γυμνά υπενθυμίζοντας το κακό. Μπορεί κάποιες μικρές πράσινες απόπειρες της φύσης να ξεγελούν για δευτερόλεπτα το μάτι, αλλά, μόλις το βλέμμα στραφεί στα δέντρα, σχεδόν βλέπει το κόκκινο της φωτιάς να τα κυκλώνει. Ή βλέπει το μαύρο να κυριαρχεί παντού.

H περιοχή κάθε χρόνο τέτοια εποχή έσφυζε από ζωή. Τα δωμάτια στα παραθαλάσσια χωριά ήταν ήδη κλεισμένα. Δεν έπεφτε καρφίτσα από τώρα και μέχρι τις αρχές Σεπτεμβρίου. Φέτος, που ο τουρισμός σε όλη την Ελλάδα είναι στο φουλ, οι ιδιοκτήτες δωματίων ρίχνουν τις τιμές και περιμένουν τα προγράμματα κοινωνικού τουρισμού μήπως και ορθοποδήσουν.

Αδιαφορία, εγκατάλειψη, εμπαιγμός. Τις τρεις αυτές λέξεις βρίσκουν οι ντόπιοι για να περιγράψουν την πολιτική της πολιτείας στους 10 μήνες που ακολούθησαν μετά την πυρκαγιά. Τα δάση παραμένουν καμένα, τα σπίτια το ίδιο, τα αντιπλημμυρικά ανύπαρκτα.

Η μυρωδιά του καμένου παραμένει μέχρι σήμερα στην ατμόσφαιρα. Δεν είναι μάλιστα λίγοι οι κάτοικοι που λένε πως κάθε φορά που κοιτούν προς τα πάνω (τα δάση) ακούν τη βουή της φωτιάς και βλέπουν τις πύρινες γλώσσες να ξεπροβάλλουν. Ακόμα και σήμερα…
Δεν έχουν πάρει ούτε ευρώ

Με την εφαρμογή του δόγματος «εκκενώστε για να μην θρηνήσουμε θύματα», πόλεις, χωριά και οικισμοί αφέθηκαν στην πύρινη λαίλαπα, ενώ χιλιάδες στρέμματα παρθένου δάσους έγιναν στάχτη, λένε. «Μπορεί να γλιτώσαμε τη ζωή μας, αλλά η ζωή αυτή δεν αντέχεται» λένε. «Μια ζωή αποκαΐδια. Δεν ήταν μόνο που χάθηκε αυτός ο φυσικός πλούτος. Ήταν η κτηνοτροφία, οι υλοτόμοι, η μελισσοκομία, οι ρητινοκαλλιεργητές κι ένα σωρό επαγγέλματα που βασίζονταν στο δάσος» λένε οι κάτοικοι.

Η μελισσοκομική παραγωγή, για παράδειγμα, όχι μόνο της περιοχής, αλλά ολόκληρης της Εύβοιας, διαταράχθηκε σημαντικά, καθώς χάθηκαν περίπου 10.000 μελίσσια, από τα οποία παραγόταν το 40% της εγχώριας παραγωγής πευκόμελου, το οποίο με τη σειρά του ισοδυναμεί με το 60% – 65% της ελληνικής παραγωγής μελιού. Τόσο μεγάλη ήταν η οικολογική καταστροφή που έγινε πέρυσι το καλοκαίρι.

Αγρότες αναφέρουν ότι με την πυρκαγιά κάηκαν οι καρποί τους, οι αποθήκες τους, τα μηχανήματα. Για όλη αυτή την καταστροφή μέχρι σήμερα δεν έχουν πάρει ούτε ευρώ. Στην ίδια μοίρα βρίσκονται και οι ρητινοκαλλιεργητές. «Λένε στους ρετσινάδες ότι θα μπουν σε πρόγραμμα στήριξης από τον Ιανουάριο και έχει πάει τώρα Ιούνιος» αναφέρουν.

«Εμείς πλέον καταστραφήκαμε, δεν υπάρχει αντικείμενο για δουλειά για τα επόμενα είκοσι – τριάντα χρόνια» είπε ο πρόεδρος του σωματείου τους Βαγγέλης Γεωργαντζής στον Αλέξη Τσίπρα, που πρόσφατα είχε επισκεφτεί την περιοχή.

Κρίσιμο πρόβλημα αντιμετωπίζουν και οι κτηνοτρόφοι, που δεν έχουν πού να πάνε τα ζώα τους για βοσκή.

Όσοι είχαν ελαιόδεντρα καταστράφηκαν. Κάηκαν όλα. Χωρίς να ειδοποιηθούν σε κάποιες περιοχές γίνεται υλοτόμηση και έρχονται και παίρνουν τα ξύλα χωρίς να πουν τίποτα στους ιδιοκτήτες.

Ο τόπος θα πρασινίσει πάλι. Αλλά το πεύκο θέλει 25 χρόνια για να μπορέσεις να το δουλέψεις. Η ελιά θέλει το λιγότερο πέντε χρόνια για να αποδώσει ελάχιστο καρπό. Αυτά που κάηκαν ήταν αιωνόβια δέντρα που τα έβλεπες και τα θαύμαζες, δεν έφταναν τα χέρια σου να τα αγκαλιάσουν.

Ακόμα και ο «γαλάζιος» δήμαρχος της Ιστιαίας – Αιδηψού Γιάννης Κοντζιάς, κατά την τέταρτη συνάντηση της επιτροπής Μπένου στη βόρεια Εύβοια, ανέφερε ότι για δέκα μήνες έχουν δοθεί χρηματοδοτήσεις εκατομμυρίων για τα αντιπλημμυρικά χωρίς να έχει πέσει ούτε ένα κυβικό μπετόν, ενώ δεν έχει μπει στο ταμείο του δήμου ούτε ένα ευρώ.

Υπογράμμισε μάλιστα σε δραματικό τόνο ότι η βόρεια Εύβοια εκπέμπει SOS, τα χρήματα για την αντιπυρική προστασία είναι λιγότερα από πέρυσι και για τις βροχές του χρόνου ίσως να μην είναι ο Θεός μαζί τους.
«Μαύρισε και η ψυχή μας»

Η χειρότερη επίπτωση της καταστροφικής πυρκαγιάς δεν είναι ούτε τα χρήματα ούτε οι αποζημιώσεις. Είναι η ψυχολογική.

«Μαζί με τον τόπο μας μαύρισε και η ψυχή μας. Η φωτιά ξεκίνησε από ένα χωριό πριν από τη Λίμνη και εξαπλωνόταν τόσο γρήγορα, που έφτανε πιο γρήγορα από τα μηνύματα εκκένωσης. Εκείνη τη μέρα δεν φυσούσε. Όταν όμως η φωτιά έφτασε σε εμάς φυσούσε τόσο πολύ, που δύο ομπρέλες από την παραλία “ξεριζώθηκαν” και έπεσαν σαν οβίδες και έσκασαν στο απέναντι μαγαζί.

Από τον λόφο πίσω μας χρειάστηκαν μόνο μερικά λεπτά για να φτάσει η φωτιά στην παραλία. Δεν είχε κάτι άλλο να κάψει. Τα τέλειωσε όλα.

Κάθε φορά που θυμόμαστε αυτές τις φλόγες δάκρυα έρχονται στα μάτια μας. Και ένα πελώριο γιατί. Οι φλόγες στοιχειώνουν τους εφιάλτες μας. Ξυπνάμε και νομίζουμε ότι θα είμαστε στον παράδεισο και συνειδητοποιούμε ότι ξυπνήσαμε και πάλι στην κόλαση… Χωρίς να μπορούμε να κάνουμε τίποτα» λένε οι κάτοικοι των χωριών.

topontiki.gr

Σχετικά