Πώς η Ελλάδα κατέλαβε την Ανατολική Θράκη το 1920 – Η συντριβή και η αιχμαλωσία του Τζαφέρ Ταγιάρ – Η Αδριανούπολη σε ελληνικά χέρια μετά το 1354 – Η διοικητική οργάνωση της Ανατολικής Θράκης
Τον Ιούλιο του 1920 η Στρατιά Θράκης με επικεφαλής τον Στρατηγό Εμμανουήλ Ζυμβρακάκη πέρασε τον Έβρο και έφτασε μέχρι τα προάστια της Κωνσταντινούπολης. Αφορμή γι’ αυτό ήταν το επαναστατικό κίνημα του Συνταγματάρχη Τζαφέρ Ταγιάρ, διοικητή του Α’ Τουρκικού Σώματος. Ο Ταγιάρ ο οποίος διακατεχόταν από τις ίδιες ιδέες με τον Κεμάλ στασίασε κατά του Σουλτάνου τον Απρίλιο του 1920 ώστε να μην δοθεί η Θράκη (Δυτική και Ανατολική) στις νικήτριες Δυνάμεις του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και ειδικότερα στην Ελλάδα.
Στην Αδριανούπολη προσπάθησε να εξαναγκάσει τον Μητροπολίτη Πολύκαρπο να υπογράψει κείμενο εκ μέρους του ποιμνίου του ότι προτιμά την τουρκική διοίκηση. Οι Βούλγαροι υποσχέθηκαν στον Ταγιάρ βοήθεια με 15.000 αξιωματικούς και στρατιώτες. Στις 12 Ιουνίου ο Ταγιάρ κήρυξε την αυτονομία της Ανατολικής Θράκης. Οθωμανοί και Ισραηλίτες ενίσχυσαν οικονομικά την κυβέρνηση που σχημάτισε ο Ταγιάρ στην οποία συμμετείχαν και τρεις Βούλγαροι ως Υπουργοί Εσόδων, Γεωργίας και Ταχυδρομείων – Τηλεγραφείων. Έλληνες και Αρμένιοι αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στην κυβέρνηση και τους επιβλήθηκαν φόροι. Από έγγραφα που περιήλθαν στην κατοχή Ελλήνων στρατιωτικών αποδείχθηκε ότι ο Ταγιάρ βρισκόταν σε συνεννοήσεις τόσο με την Υψηλή Πύλη όσο και με τον Κεμάλ… Να σημειώσουμε ότι ο Τούρκος Συνταγματάρχης είχε επιστρατεύσει δέκα ηλικιακές κλάσεις Μουσουλμάνων της Ανατολικής Θράκης και στα τέλη Μαΐου 1920 ήταν επικεφαλής τριών μεραρχιών με συνολική δύναμη 25.000 ανδρών που είχαν υποστήριξη από 89 πεδινά και 47 βαριά τοπομαχικά πυροβόλα.
Η ιδέα για την αυτονομία της Ανατολικής Θράκης ήταν αποτέλεσμα των ενεργειών του Γάλλου Λοχαγού Ζεμπάτ που συνόδευσε τον Ταγιάρ στην Κωνσταντινούπολη για διαβουλεύσεις με Τούρκους αξιωματούχους. Ο Ζεμπάτ υποσχόταν ότι αν ανακηρυχθεί αυτόνομη η Ανατολική Θράκη θα ενωνόταν με τη Δυτική που τελούσε υπό διασυμμαχική κατοχή με τη Συνθήκη του Νεϊγί (Νοέμβριος 1919) και ότι ο μεν Δήμαρχος Αδριανούπολης Σεφκέτ Μπέης θα διοριζόταν Γενικός Πολιτικός Διοικητής παρά τω Στρατηγώ Charpy, ο δε Ταγιάρ Στρατιωτικός Διοικητής και όσοι συμμετείχαν στην προσπάθεια θα διορίζονταν σε διάφορες θέσεις. Επίσης ο Ζεμπάτ εκτελώντας όπως έλεγε «ανωτέραν διαταγήν» πρότεινε στο Τουρκικό Θρακικό Κομιτάτο να ζητήσει την υποστήριξη της γαλλικής κυβέρνησης για την αυτονομία της Θράκης.
Ο Ελληνικός Στρατός περνά τον Έβρο!
Η επιχείρηση στην Ανατολική Θράκη σχεδιάστηκε από τον Αρχιστράτηγο των ελληνικών δυνάμεων Λεωνίδα Παρασκευόπουλο και τους Βρετανούς Μιλν και ντε Ρόμπεκ στην Κωνσταντινούπολη και ολοκληρώθηκε πολύ γρήγορα. Η Στρατιά Θράκης όπως μετονομάστηκε από τις 3 Ιουνίου 1920 το Σώμα Στρατού Εθνικής Αμύνης, αφού κατέλαβε τον Μάιο του 1920 τη Δυτική Θράκη σε εφαρμογή της Συνθήκης του Σαν Ρέμο, κινήθηκε προς την Ανατολική Θράκη.
Τη Στρατιά Θράκης αποτελούσαν δύο μεραρχίες η 9η (Ιωαννίνων) και η 12η (Ξάνθης) που θα επιτίθονταν κατά μέτωπο κατά μήκος του Έβρου. Μια τρίτη ελληνική μεραρχία, η Μεραρχία Σμύρνης θα ενεργούσε αντιπερισπασμό στα νώτα του εχθρού στη Ραιδεστό και την Ηράκλεια. Στις 7 Ιουλίου 1920 η Μεραρχία Σμύρνης με υποστήριξη μονάδων του ελληνικού και του βρετανικού στόλου που βομβάρδισαν το σημείο της απόβασης κατέλαβε τη Ραιδεστό, την Ηράκλεια και την Τυρολόη. Δυο μέρες αργότερα η ίδια Μεραρχία έδωσε σκληρή μάχη με ισχυρές τουρκικές δυνάμεις στο Τσιφτλίκ και τις έτρεψε σε φυγή. Στις 10 Ιουλίου 1920 μια μέρα αργότερα, κατέλαβε το Λουλέ Μπουργκάζ και τη Χαριούπολη. Στο μεταξύ η 12η Μεραρχία πέρασε τον Έβρο και συνδέθηκε στις 11 Ιουλίου με τη Μεραρχία Σμύρνης κοντά στο Ουζούν Κιοπρού. Την ίδια μέρα επιτροπή των κατοίκων της Αδριανούπολης ζήτησε την παράδοση της πόλης.
Στις 12 Ιουλίου ελληνικά τμήματα της Μεραρχίας Σμύρνης μπήκαν στην Αδριανούπολη και την επόμενη, 13 Ιουλίου 1920 έφτασαν στην πόλη ο βασιλιάς Αλέξανδρος, ο Διοικητής της Στρατιάς, ο Αρμοστής της Ανατολικής Θράκης, διπλωμάτης Αντώνιος Σαχτούρης (1866-1954) και το προσωπικό της αρμοστείας. Επρόκειτο για μια συγκλονιστική στιγμή, μια σπουδαία μέρα για τον ελληνισμό. Είναι χαρακτηριστική η εμπνευσμένη Ημερησία Διαταγή του Στρατηγού Ζυμβρακάκη πριν τη διάβαση του Έβρου: «… προχωρήσατε μεθ’ ορμής και γενναιοψυχίας εις τη Λεωφόρον της Μεγάλης Ελλάδος και ταχύνετε το βήμα προς το ιδανικόν τέρμα όπου σας αναμένουν πέντε αιώνων πόθοι και ελπίδες και απαρασάλευτος εθνική πίστις…».
Να σημειώσουμε ότι επικεφαλής της Μεραρχίας Ξάνθης ήταν ο Κωνσταντίνος Μαζαράκης-Αινιάν και της Μεραρχίας Σμύρνης ο αδελφός του Αλέξανδρος.
Ο Τζαφέρ Ταγιάρ καταδιώχθηκε από τα ελληνικά στρατεύματα. Μια ίλη της Ταξιαρχίας Ιππικού αιχμαλώτισε το επιτελείο του βόρεια του Μπαμπά Εσκί στις 11 Ιουλίου 1920. Ο Ταγιάρ ξέφυγε και κατευθύνθηκε προς τα βουλγαρικά σύνορα. Όμως στο Μποστανλί σκόνταψε το άλογό του και ο Τούρκος Συνταγματάρχης μετά από τετράωρη περιπλάνηση συνελήφθη από Έλληνες χωρικούς(ένα τσομπανόπουλο τον οδήγησε στους προκρίτους της περιοχής!) που τον θεώρησαν ύποπτο στις 14 Ιουλίου. Δυστυχώς γι’ αυτόν αναγνωρίστηκε και ο Ταγιάρ παραδόθηκε στο απόσπασμα του τότε Ανθυπίλαρχου Σόλωνα Γκίκα και μεταφέρθηκε με μέριμνα της Μεραρχίας Ξάνθης στην Αθήνα. Να σημειώσουμε ότι ο Σόλων Γκίκας (1898-1978) υπήρξε Αρχηγός ΓΕΣ από το 1954 ως το 1956 ενώ διετέλεσε Υπουργός σε κυβερνήσεις του Κωνσταντίνου Καραμανλή (1958-1963 και 1974-1976).
Ο Κεμάλ θεώρησε τον Ταγιάρ αποκλειστικά υπεύθυνο για τη συντριβή του, καθώς αν και διέθετε τρεις μεραρχίες απέτυχε οικτρά. Ο Τζαφέρ Ταγιάρ έμεινε στην Αθήνα αιχμάλωτος για 32 μήνες έχοντας κάποια ελευθερία κινήσεων και ανταλλάχθηκε το 1923 με τον Έλληνα Στρατηγό Νικόλαο Τρικούπη ο οποίος είχε αιχμαλωτιστεί κατά τη μικρασιατική εκστρατεία.
Ο γεννημένος στην Πρίστινα του Κοσσυφοπεδίου (1877) Ταγιάρ ήταν αλβανικής καταγωγής. Είναι χαρακτηριστικό ότι η σύλληψή του προκάλεσε τεράστια αίσθηση όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό. Χαρακτηριστικά οι «Times» του Λονδίνου δημοσίευσαν τηλεγράφημα του ανταποκριτή τους στην Κωνσταντινούπολη όπου τονίζεται ότι θα προτιμήσει να κάψει την Αδριανούπολη, να ποτίσει τη Θράκη με αίμα, να αυτοκτονήσει ο ίδιος παρά να παραδώσει την Ανατολική Θράκη στους Έλληνες. Στο τηλεγράφημα υπήρχε και το ακόλουθο σχόλιο:
«Τοιουτοτρόπως το στάδιον του Ταγιάρ ετερματίσθη κατά τρόπον υπενθυμίζοντα πολύ περισσότερον τα παθήματα του περίφημου Σαρλό (Τσάρλι Τσάπλιν) εις τον κινηματογράφον…». Τη διεθνή γελοιοποίηση του Τζαφέρ Ταγιάρ τη γνωρίζουν οι λαλίστατοι και έχοντες επιλεκτική μνήμη κύριοι Ερντογάν, Τσαβούσογλου, Ακάρ και λοιποί ή θα τη μάθουν τώρα;
Η Αδριανούπολη γίνεται ελληνική και πάλι μετά το 1354
Ως τα τέλη Ιουλίου 1920 ο Ελληνικός Στρατός κατέλαβε ολόκληρη την Ανατολική Θράκη εκτός από μια μικρή περιοχή ανατολικά της γραμμής Μήδειας-Τσατάλτζας και τη Θρακική χερσόνησο. Όπως αναφέραμε παραπάνω η απελευθέρωση της Αδριανούπολης από τον Ελληνικό Στρατό 566 χρόνια μετά την άλωσή της από τους Οθωμανούς ήταν συγκλονιστική. Ο βασιλιάς Αλέξανδρος μπήκε στην πόλη μέσα σε κλίμα συγκίνησης και ενθουσιασμού:
«Από της Γέφυρας μέχρι της Μητροπόλεως εκάλυπταν την λεωφόρον και τας παρόδους τα πλήθη των κατοίκων της Αδριανουπόλεως. Το θέαμα του λαού ζητωκραυγάζοντος, ραίνοντος με άνθη τον βασιλέα και την ακολουθία εν απεριγράπτω ενθουσιασμώ ήτο μεγαλοπρεπές και συγκινητικόν. Η πομπή διηυθύνθη εις Μητρόπολιν όπου μετά τη δοξολογίαν και το πολυχρόνιον Βασιλέως και Κυβερνήτου όλον το εκκλησίασμα εν εκδήλω συγκινήσει ήκουσε τον εμπνευσμένον λόγον του Μητροπολίτου Πολυκάρπου αρχομένου ούτω: «Είναι όνειρον ή πραγματικότης ό, τι βλέπουν οι οφθαλμοί μου…». Δεν υπήρξε Έλλην εκ των παρισταμένων ο οποίος ηδυνήθη να συγκρατήσει τα δάκρυα», γράφει χαρακτηριστικά ο αναπληρωτής Γενικός Διοικητής Θράκης Κωνσταντίνος Γεραγάς. Ο βασιλιάς Αλέξανδρος επισκέφθηκε επίσης τη Ρεδαιστό, τις Σαράντα Εκκλησίες, την Αλεξανδρούπολη, το Διδυμότειχο και την Κομοτηνή όπου ο πρόεδρος της εκεί μουσουλμανικής κοινότητας Αχμέτ Ραγίπ απηύθυνε ευχαριστήρια αναφορά για το τέλος των δεινών των μουσουλμανικών πληθυσμών.
Η διοικητική αναδιοργάνωση της Ανατολικής Θράκης
Στις 28 Ιουλίου/10 Αυγούστου 1920 υπογράφτηκε η Συνθήκη των Σεβρών με την οποία παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα η Δυτική και η Ανατολική Θράκη με την Καλλίπολη ως σχεδόν την Τσατάλτζα (γραμμή Ποδήματος-Στράντζας-Ηράκλειας). Στις 9 Αυγούστου 1920 ο Ελευθέριος Βενιζέλος με τηλεγράφημά του προς τον (πρώτο) Ύπατο Αρμοστή της Θράκης Αντώνιο Σαχτούρη συνιστούσε τη λήψη ουσιαστικών μέτρων για την αναδιοργάνωση των νέων ελληνικών εδαφών και την εφαρμογή ενός σχεδίου που θα ενέπνεε εμπιστοσύνη σε όλες τις εθνότητες, θα εξασφάλιζε την ισονομία και την ισοπολιτεία, θα έβαζε τέλος στα εγκλήματα που διαπράττονταν και θα συνέβαλε στην άμεση επιστροφή των ελληνικών πληθυσμών που είχαν εκτοπιστεί.
Μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου ο ελληνικός πληθυσμός της Ανατολικής Θράκης είχε ενισχυθεί από τις παλιννοστήσεις των προσφύγων. Σύμφωνα με στατιστική του Υπουργείου Περιθάλψεως μεταξύ του 1918-1920, 69.721 εκτοπισμένοι στην Ανατολή και 82.784 πρόσφυγες από την Ελλάδα επέστρεψαν στις εστίες τους. Πόσοι ήταν όμως οι κάτοικοι στα βιλαέτια Κωνσταντινούπολης και Αδριανούπολης; Σύμφωνα με στοιχεία που παρέθεσε ο Ελευθέριος Βενιζέλος με υπόμνημά του προς το Συνέδριο Ειρήνης στο Παρίσι στις 30 Δεκεμβρίου 1918, στο Βιλαέτι Κωνσταντινούπολης ζούσαν 364.459 Έλληνες, 449.521 Μουσουλμάνοι, 4.331 Βούλγαροι, 159.193 Αρμένιοι και 46.521 Εβραίοι και 150.055 διαφόρων εθνικοτήτων ενώ στο βιλαέτι Αδριανούπολης 366.363 Έλληνες, 508.311 Μουσουλμάνοι, 107.843 Βούλγαροι, 24.060 Αρμένιοι ,19.300 Εβραίοι και 1.096 διαφόρων εθνικοτήτων. Συνολικά δηλαδή 730.822 Έλληνες, 957.425 Μουσουλμάνοι, 112.174 Βούλγαροι, 183.253 Αρμένιοι, 65.821 Εβραίοι και 151.151 διαφόρων εθνικοτήτων.
Όταν η Θράκη πέρασε σε ελληνική κυριαρχία παρουσίαζε εικόνα πλήρους διάλυσης. Υπήρχε στρατοκρατικό σύστημα βίας ,ανασφάλεια, σχολεία κατεστραμμένα, φορολογική ασυδοσία, ακαλλιέργητες εκτάσεις και παραμελημένη συγκοινωνία. Κάτω από την ελληνική διοίκηση άρχισε να αναδιοργανώνεται. Με το νόμο 2492/10.09.1920 ενσωματώθηκαν στην Ελλάδα η Θράκη και τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος. Η διοίκησή τους θα ρυθμιζόταν κατά τις διατάξεις του νόμου ΔΛΡΔ’ του 1913 «Περί διοικήσεως των στρατιωτικώς κατεχόμενων χωρών».
Η Ύπατη Αρμοστεία, μετέπειτα Γενική Διοίκηση Θράκης, με έδρα την Αδριανούπολη διαιρέθηκε σε έξι νομούς: α) Αδριανουπόλεως, β) Καλλιπόλεως, γ) Ραιδεστού, δ) Σαράντα Εκκλησιών, ε) Έβρου και στ) Ροδόπης. Πρώτος Ύπατος Αρμοστής Θράκης διορίστηκε ο Αντώνιος Σαχτούρης και ακολούθησαν μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου 1920 ο Κ. Ξυδάκης (ως τον Μάρτιο του 1921), ο Χαράλαμπος Βοζίκης και για ένα μήνα από τις 2.10.1922 ο Μακεδονομάχος Γεώργιος Κατεχάκης. Στις πρώτες βουλευτικές εκλογές στη Θράκη (1/11/1920) εκλέχθηκαν συνολικά 52 βουλευτές: 30 Έλληνες, 20 Μουσουλμάνοι, ένας Αρμένιος και ένας Ισραηλίτης. Την πλειοψηφία του ελληνικού πληθυσμού στη Θράκη (Δυτική και Ανατολική) είχε διαπιστώσει και ο απεσταλμένος αμερικανικών εφημερίδων στην Αδριανούπολη Heate, κατά το κίνημα του Ταγιάρ.
Νομάρχες διορίστηκαν κατά το δυνατόν γνώστες του τόπου και της τουρκικής γλώσσας. Διευθυντές των νομαρχιών ήταν πεπειραμένοι μόνιμοι υπάλληλοι και ντόπιοι που γνώριζαν την περιοχή. Διορίστηκαν 190 διοικητικοί υπάλληλοι ανεξάρτητα από φυλή ή θρήσκευμα.
Στην περιοχή της Καλλίπολης το έργο της Ελληνικής Διοίκησης ήταν εξαιρετικά λεπτό λόγω της παρουσίας του γαλλικού στρατού που διατηρούσε την κατοχή της Καλλίπολης αλλά και της παρουσίας χιλιάδων Ρώσων στρατιωτών που εγκαταστάθηκαν εκεί μετά την ήττα τους από τους Μπολσεβίκους και ονομάζονταν Λευκοί Ρώσοι ή Λευκορώσοι. Αυτοί στερούνταν ακόμα και τα απολύτως αναγκαία για επιβίωση και ήταν σε άθλια κατάσταση από άποψης υγιεινής. Η αστυνόμευση της Καλλίπολης από την Ελληνική Χωροφυλακή λύτρωσε τους κατοίκους από τις συμμορίες των ληστών που τους δυνάστευαν. Για τις εκπαιδευτικές και θρησκευτικές ανάγκες των μειονοτήτων, η Ελληνική Διοίκηση Θράκης διέθεσε το 1921 το ¼ του προϋπολογισμού Θρησκευμάτων και Εκπαιδεύσεως. Στην Αδριανούπολη, τις Σαράντα Εκκλησίες και τη Ραιδεστό παρέμειναν οι Μουσουλμάνοι Δήμαρχοι. Οι Δήμοι ενισχύθηκαν με νέους πόρους και στον τομέα της λειτουργίας και της οργάνωσής τους ακολουθήθηκε το σύστημα που υπήρχε στην Παλαιά Ελλάδα.
Στην Ανατολική Θράκη διατηρήθηκε η τουρκική αστική και εμπορική νομοθεσία, ενώ στη Δυτική η βουλγαρική εκτός από τις διατάξεις που ήταν αντίθετες στη δημόσια τάξη. Εφαρμόστηκαν αποκλειστικά όμως οι ελληνικοί ποινικοί νόμοι και οι ελληνικές αστυνομικές διατάξεις. Στην Αδριανούπολη ιδρύθηκε Εφετείο κα σε Αδριανούπολη, Σαράντα Εκκλησίες, Ραιδεστό, Καλλίπολη, Αλεξανδρούπολη και Κομοτηνή. Συστήθηκαν επίσης 26 Ειρηνοδικεία-Πταισματοδικεία στις έδρες των νομών και των διοικήσεων. Ανάμεσά τους ο Αντώνιος Κιτσικόπουλος (πρωτοδίκης στην Καλλίπολη), στις Σαράντα Εκκλησίες ο Δ. Δημάκης πατέρας του μετέπειτα Πρύτανη της τότε Παντείου, Παναγιώτη Δημάκη και Αντιεισαγγελέας ο Θ. Βελλής πατέρας του μετέπειτα αρεοπαγίτη Γ. Βελλή, ενώ ειρηνοδίκης στο Σουφλί διορίστηκε ο Σωτήριος Ματσανιώτης πατέρας του αείμνηστου παιδίατρου και ακαδημαϊκού Νικόλαου Ματσανιώτη. Οι φυλακές μετεγκαταστάθηκαν ή εκσυγχρονίστηκαν, ενώ ορισμένοι κρατούμενοι υποχρεώθηκαν να πληρώνουν μία δραχμή τη μέρα για φαγητό, θέρμανση κ.λπ.
Ιδρύθηκαν 27 Οικονομικές Εφορίες, 22 στην Ανατολική Θράκη και 5 στη Δυτική. Ελαττώθηκε η βαριά φορολογία και καταπολεμήθηκε το λαθρεμπόριο. Τέλος υπήρξε μετονομασία των τοπωνυμίων και επαναφορά των παλαιών ελληνικών. Ενδεικτικά η Γκιουμουλτζίνα μετονομάστηκε σε Κομοτηνή, η Μπολούστρα σε Άβδηρα, το Λουλέ Μπουργκάς σε Αρκαδιούπολη, η Τσορλού σε Τυρολόη, το Σεράι σε Ανακτόριο, η Χάφσα σε Νίκη, το Ουζούν-Κιοπρού σε Μακρά Γέφυρα, το Λαλά-πασά σε Δρογγύλιο, το Μπαμπά-Εσκί σε Ελευθερές (αργότερα σε Αρτίσκο), το Δεμίρκιοϊ σε Σιδηροχώρι, το Μπουνάρ-Χισάρ σε Βρύση, το Σάρκιοϊ σε Περίσταση, τα Ύψαλα σε Κύψαλα κ.ά.
Δυστυχώς η Ανατολική Θράκη παρέμεινε ελληνική ως το 1922 οπότε με την Ανακωχή των Μουδανιών πέρασε στην κατοχή της Τουρκίας (δείτε σχετικό άρθρο). Το πώς φτάσαμε στην Ανακωχή των Μουδανιών θα δούμε σε άρθρο μας την επόμενη εβδομάδα.
Πηγές:
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, τ. ΙΕ, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Α. ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ-ΘΡΑΚΗ», ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ Αδελφών Κυριακίδη α.ε, 2000
Νικόλαος Π. Σοϊλεντάκης, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΘΡΑΚΙΚΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ», ΤΟΜΟΣ Β’, Β’ ΕΚΔΟΣΗ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑΖΗΣΗ, 2004