Η κα Μπατζελή τονίζει ότι με την προτεινόμενη τροποποίηση του Εθνικού Σχεδίου Διαχείρισης Αποβλήτων (ΕΣΔΑ) 2020-30 «Ξεδιπλώνεται, ξεσκεπάζεται η πολιτική σκοπιμότητα της κυβέρνησης για την ιδιωτικοποίηση της διαχείρισης των απορριμμάτων και τον παραγκωνισμό της Αυτοδιοίκησης και των αρμοδιοτήτων της. Η διαχείριση των απορριμμάτων περνά στα χέρια των ιδιωτών με τη λειτουργία ιδιωτικών ΜΕΑ (Μονάδες Επεξεργασίας Αποβλήτων),με τη λειτουργία των ιδιωτικών Κέντρων Διαλογής Ανακυκλώσιμων Υλικών (ΚΔΑΥ) και ως ΜΕΑ, με την αδειοδότηση ιδιωτικών μονάδων ενεργειακής αξιοποίησης των σύμμεικτων αποβλήτων (δηλαδή του πράσινου κάδου) που σήμερα ανέρχονται στο 80% του συνόλου των αποβλήτων. Η πρόβλεψη καύσης των αποβλήτων έρχεται σε πλήρη αντίθεση και με την ευρωπαϊκή, και με τη μέχρι σήμερα εθνική στρατηγική για τη διαχείριση των αποβλήτων. Τινάζεται στον αέρα η Διαλογή στην Πηγή και την Ανακύκλωση. Ο δε συνδυασμός των ιδιωτικών ΜΕΑ με τα ΣΔΙΤ, δείχνει το σχεδιασμό της κυβέρνησης να εγκλωβίσει και να εκβιάσει την Τοπική Αυτοδιοίκηση, προκειμένου αυτή να παραδώσει τη διαχείριση των αποβλήτων σε ιδιώτες, διαφορετικά θα πληρώνει εξοντωτικό τέλος ταφής».
Η απευθείας καύση υπολειμματικών σύμμεικτων (πράσινος κάδος) που προτείνεται μεταβατικά έως την ολοκλήρωση των υποδομών ΜΕΑ/ΜΕΒΑ , καθιστά την καύση ως κυρίαρχη μεθοδολογία διαχείρισης των αποβλήτων.
Αφενός, πρόκειται για επίσημη ανατροπή της ιεράρχησης στη διαχείριση των αποβλήτων (πρόληψη, επαναχρησιμοποίηση, ανακύκλωση, ανάκτηση, ταφή). Η Πολιτεία, καθυστερώντας την υλοποίηση έργων και χρηματοδότησης εξοπλισμού ανακύκλωσης στους Δήμους, οδηγεί τη χώρα στην εύκολη λύση της καύσης, εξυπηρετώντας και επιχειρηματικά συμφέροντα.
Η καθυστέρηση στην ένταξη έργων συνδυάζεται με το εξοντωτικό τέλος ταφής που καλούνται να καταβάλουν οι Δήμοι, σε περίπτωση που δεν πετύχουν το στόχο της μείωσης των αποβλήτων που θάβουν. Δηλαδή, χωρίς να εντάσσονται έργα, χωρίς να προωθείται η ανακύκλωση, και με την απειλή του τέλους ταφής, οι Δήμοι εξαναγκάζονται να στέλνουν τα απόβλητά τους για καύση, προκειμένου να μην τα θάβουν.
Επιπλέον, είναι προκλητικό για τη χώρα, που θάβει το 90% των απορριμμάτων, αντί να εντείνονται οι δράσεις ανακύκλωσης, αντιθέτως να απαξιώνονται, με την προώθηση της καύσης.
Αφετέρου, η τροπολογία αυτή αποτελεί απόδειξη της εξαρχής μεθόδευσης με στόχο την καύση, αφού ο στόχος ταφής του 10% των παραγόμενων αποβλήτων έως το 2030 δεν υπάρχει ως υποχρέωση από την ΕΕ. Η υποχρέωση είναι έως το 2035, σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές οδηγίες. Για την ακρίβεια, η Ευρωπαϊκή Οδηγία 2018/850, στο άρθρο 5 παρ. 3 α, προβλέπει ότι μέχρι το 2030 όλα τα απόβλητα που είναι κατάλληλα για ανακύκλωση ή άλλου είδους ανάκτηση, ιδίως όσον αφορά τα αστικά απόβλητα, δεν θα γίνονται δεκτά σε χώρο υγειονομικής ταφής, ενώ με τις παρ. 5 και 6 του ίδιου άρθρου, η Οδηγία προβλέπει ότι τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν τη μείωση, έως το 2035, της ποσότητας των αστικών αποβλήτων που καταλήγουν σε χώρους υγειονομικής ταφής στο 10 % ή λιγότερο της συνολικής ποσότητας των αστικών αποβλήτων που παράγονται (κατά βάρος).
Το ότι τέθηκε ο στόχος του 10% εμπροσθοβαρώς, δηλαδή το 2030 και όχι το 2035, σε μια χώρα χωρίς υποδομές, σε συνδυασμό με την αδράνεια για πρόληψη, επαναχρησιμοποίηση, ανακύκλωση, δείχνει τις σκοπιμότητες της Πολιτείας, η οποία, δήθεν διαπιστώνοντας τώρα ότι οι υποδομές δεν επαρκούν, αντί να συμβαδίσει χρονικά με την ευρωπαϊκή οδηγία και να προβλέψει μείωση στο 10 % το 2035, επιμένει στο 10%, αλλά επιχειρεί να το πετύχει καίγοντας, αντί να ανακυκλώνει και να ανακτά τα απόβλητα.
Στην ουσία υπονομεύεται κάθε ορθή πρακτική διαχείρισης αποβλήτων, διαλογής στην πηγή, εξορθολογισμού της δραστηριότητας των Δήμων, συμμετοχής των πολιτών, ενώ παράλληλα εγείρονται και ζητήματα σε σχέση με τους υποδοχείς (Μονάδες καύσης) και την καταλληλότητα του υλικού (σύμμεικτου) από περιβαλλοντικής πλευράς.