Μέσα στον Μάρτιο ενεργοποιείται το πρόγραμμα “Σπίτι μου” που θα επιτρέψει σε νέα ζευγάρια να αγοράσουν την δική τους κατοικία ακόμη και με άτοκα δάνεια ύψους έως 150.000 ευρώ: Μέσω του προγράμματος θα χορηγηθούν «φθηνά δάνεια» σε νέους –είτε μονοπρόσωπα νοικοκυριά, είτε ζευγάρια- ηλικίας από 25 έως και 39 ετών, προκειμένου αυτά να αποκτήσουν την πρώτη τους κατοικία. Βεβαίως για να μπορέσει να εξασφαλίσει κάποιος πρόσβαση στα συγκεκριμένα δάνεια επιβάλλεται να πληροί πολύ συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Επιπλέον, ακόμη και το σπίτι που θα επιλεγεί πρέπει να έχει ορισμένες προδιαγραφές.
Για παράδειγμα η αξία του σπιτιού που θα αγοραστεί με το χαμηλότοκο δάνειο δεν θα πρέπει να ξεπερνά τα 200.000 ευρώ, το εμβαδόν τα 150 τ.μ. ενώ θα πρέπει να έχει κατασκευαστεί ως το… 2007! Με άλλα λόγια η κατοικία θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 16ετίας και… βάλε, σύμφωνα με το enikonomia.gr.
Ποιοι θα πάρουν χαμηλότοκα και ποιοι άτοκα δάνεια
Όσοι λάβουν δάνεια μέσω αυτού του προγράμματος θα πρέπει να το αποπληρώσουν σε έως 30 χρόνια, με το επιτόκιο να διαμορφώνεται στο 1%, περίπου στο ¼ εκείνου της αγοράς. Υπάρχουν όμως και οικογένειες που θα λάβουν άτοκα δάνεια: Πρόκειται για τις τρίτεκνες ή πολύτεκνες οικογένειες. Εξετάζεται ακόμη το ενδεχόμενο κατά την διαδικασία χορήγησης των δανείων να δοθεί προτεραιότητα στα νέα ζευγάρια που είναι ήδη γονείς (με ένα ή περισσότερα παιδιά), έναντι εκείνων που δεν έχουν οικογένεια, ή είναι ελεύθεροι.
Στις αρχές Φεβρουαρίου αναμένεται να γίνει η πρόσκληση προς τις τράπεζες για να συμμετάσχουν στο πρόγραμμα, ενώ στο τέλος του ερχόμενου μήνα αναμένεται να εκδοθεί ο Οδηγός εφαρμογής του προγράμματος.
Έτσι, τον Μάρτιο θα αρχίσει η υποβολή αιτήσεων από τους δικαιούχους και θα ακολουθήσει η έγκριση από τις τράπεζες.
Ποιοι είναι οι δικαιούχοι και οι προϋποθέσεις
Δικαιούχοι των άτοκων ή χαμηλότοκων δανείων είναι άτομα ηλικίας 25-39 ετών (κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για τη χορήγηση δανείου), ή σύζυγοι ή πρόσωπα που συνδέονται με σύμφωνο συμβίωσης, εφόσον ο ένας εκ των δύο είναι ηλικίας από 25 έως 39 ετών, υπό τις εξής προϋποθέσεις, οι οποίες πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά:
διαθέτουν συνολικό ετήσιο εισόδημα όχι μικρότερο 10.000 ευρώ και όχι μεγαλύτερο από αυτό το οποίο, ανάλογα με την οικογενειακή τους κατάσταση, αντιστοιχεί στο εισοδηματικό κριτήριο που ορίζεται για τη λήψη επιδόματος θέρμανσης με την απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 1 του άρθρου 79 του ν. 4756/2020 (Α΄ 235), καιδεν διαθέτουν ακίνητο κατάλληλο για την κατοικία τους. Με άλλα λόγια, το ανώτατο όριο εισοδήματος ανέρχεται σε 16.000 ευρώ για τον άγαμο και σε 24.000 ευρώ για το έγγαμο, ποσό που προσαυξάνεται κατά 3.000 ευρώ για κάθε προστατευόμενο παιδί.
Ποιοι είναι οι όροι δανεισμού
Τα ακίνητα πρέπει να έχουν αξία έως 200.000 ευρώ, εμβαδόν έως 150 τ.μ. και παλαιότητα τουλάχιστον 15 ετών, ενώ για τους όρους του δανείου προβλέπονται τα εξής:
Η αγορά του ακινήτου δεν μπορεί να γίνει από συγγενή πρώτου ή δεύτερου βαθμού του αγοραστή.
Το ακίνητο αποκτάται κατά πλήρη κυριότητα από τον αγοραστή ή, αν πρόκειται για συζύγους ή για μέρη συμφώνου συμβίωσης, κατά κυριότητα >50% για καθέναν από αυτούς.
Το ύψος του δανείου δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 150.000 ευρώ και η διάρκεια τα τριάντα έτη.
Το δάνειο καλύπτει έως το 90% της αξίας του ακινήτου (το υπόλοιπο καλύπτεται από τον αγοραστή).
Το δάνειο χρηματοδοτείται κατά 75% από τη ΔΥΠΑ. Για το ποσοστό του δανείου που χρηματοδοτείται από τη ΔΥΠΑ δεν οφείλεται τόκος, ενώ το υπόλοιπο 25% χορηγείται από τις τράπεζες (θα επιλεγούν μετά από δημόσια πρόσκληση της ΔΥΠΑ). Αυτό σημαίνει ότι τα 3 / 4 του δανείου χορηγούνται άτοκα με αποτέλεσμα το τελικό επιτόκιο που πληρώνει ο δανειολήπτης για το σύνολο του ποσού, να διαμορφώνεται στο ένα τέταρτο του κόστους που θα είχε ένα κανονικό στεγαστικό δάνειο.
Για τρίτεκνους ή πολύτεκνους το δάνειο θα είναι άτοκο. Άτοκο θα γίνεται και το δάνειο για όσους κατά τη διάρκεια αποπληρωμής του κάνουν 3 και πλέον παιδιά.
Δεν μπορεί να ζητηθεί η παροχή προσωπικής εγγύησης τρίτου ως προϋπόθεση για τη χορήγηση του δανείου.
Το δάνειο απαλλάσσεται από την εισφορά της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 128/1975.