Ο Νίκος Κούρκουλος πέθανε στις 30 Ιανουαρίου 2007
Ο Νίκος Κούρκουλος είναι το σύμβολο του ανδρισμού για την ελληνικό κινηματογράφο. Αν και έχουν περάσει 16 χρόνια από τον θάνατο του Νίκου Κούρκουλου ο σκληρός τύπος που γοήτευε τους πάντες στο πέρασμά του συνεχίζει να συναρπάζει μέσα τις ταινίες του.
Ο αγαπημένος ηθοποιός, που συνέδεσε το όνομά του με το Εθνικό Θέατρο έμεινε στην ιστορία με τον «Κατήφορο» αλλά πρωταγωνίστησε σε πολλές σπουδαίες ταινίες.
Ο Νίκος Κούρκουλος κατάφερε να αλλάξει την εικόνα του ζεν πρεμιέ καθώς πρόβαλε ένα διαφορετικό και πιο τσαλακωμένο προφίλ από αυτά που υπήρχαν μέχρι τότε.
Παίρνοντας την ευκαιρία που του έδωσε ο Γιάννης Δαλιανίδης, στην πρώτη του ταινία στη «Φίνος Φιλμ», ανατρέπει την εικόνα που υπήρχε μέχρι εκείνη τη στιγμή για τους ζεν πρεμιέ.
Γλυκά, ευγενικά, όμορφα παλικάρια, με καθαρό βλέμμα, που είναι έτοιμα να θυσιαστούν για την αγάπη της κοπέλας τους ή να παίξουν το παιχνίδι του έρωτα με αγνά αισθήματα.
Ο Νίκος Κούρκουλος, μέσα από το ρόλο του «κακού», ενός νεαρού που ζει στα άκρα, στα όρια της παρανομίας, θα σπάσει το καλούπι του καθιερωμένου ζεν πρεμιέ και θα το αναπλάσει, δίνοντας στοιχεία πολύ πιο σύνθετα. Είναι σκοτεινός, το λαμπερό του πρόσωπο κρύβει τα σκοτάδια της ψυχής, είναι άγριος, πλασμένος για το χειρότερο, αποτέλεσμα μιας προβληματικής ανατροφής, ενός καταστροφικού κοινωνικού περίγυρου.
Έτσι, η επιμονή του Δαλιανίδη να πρωταγωνιστήσει, δίπλα στην πρωτόβγαλτη Ζωή Λάσκαρη, ο Νίκος Κούρκουλος, θα εκτοξεύσει τη φήμη του ηθοποιού. Θα τον κάνει σημείο αναφοράς στην ανδρική γοητεία, θα φτιάξει ένα μύθο, που θα συνεχίσει να καίει γυναικείες καρδιές ακόμη και όταν εγκατέλειψε τον κινηματογράφο.
Ωστόσο, υπήρξε και ο Κούρκουλος του θεάτρου. Διαφορετικός από την τυποποίηση του σινεμά και του παλικαριού που είναι έτοιμο να τα βάλει με όλους και όλα για το δίκιο, καθώς στο σανίδι διεύρυνε την υποκριτική του γκάμα, υπηρέτησε με πάθος, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, το καλό θέατρο και το κλασικό ρεπερτόριο, σύνθετους ρόλους, δίπλα σε μεγάλα ονόματα της υποκριτικής και με απαιτητικούς σκηνοθέτες.
Από τη Λεωφόρο στην Δραματική Σχολή του Εθνικού
Ο Νίκος Κούρκουλος γεννήθηκε στην Αθήνα στις 5 Δεκεμβρίου 1934, στου Ζωγράφου, όπου ο πατέρας του Αλκίνοος είχε κουρείο. Ήταν το δεύτερο από τα τέσσερα παιδιά της οικογένειας, που είχε καταγωγή από την Κέρκυρα. Χρειάστηκε να εργαστεί από παιδί σε δουλειές του ποδαριού και παράλληλα να πηγαίνει σε νυχτερινό σχολείο.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’50 το ταλέντο του στο ποδόσφαιρο θα φέρει τον Νίκο Κούρκουλο στην αγαπημένη του ομάδα, τον Παναθηναϊκό, οι ιθύνοντες του οποίου θα διακρίνουν τις αρετές του στην μπάλα και θα τον προωθήσουν με στόχο κάποια στιγμή να μπει στην πρώτη ομάδα, στην οποία μεσουρανούσαν οι Λινοξυλάκης, Πανάκης, Θεοφάνης και αρκετοί άλλοι άσοι της εποχής. Ωστόσο, το πάθος του για την ηθοποιία θα διακόψει την πορεία του προς το ποδόσφαιρο και την αγάπη του για μπάλα. Θα μπει στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, απ’ όπου θα αποφοιτήσει το 1958.
Χασάπικο που έμεινε στην ιστορία
Αμέσως θα ενταχθεί στο θεατρικό σχήμα Λαμπέτης- Χορν και θα παίξει στο έργο «Η Κυρία με τις καμέλιες», όπου θα πάρει και το βάπτισμά του στο σανίδι. Το 1960 ο Δαλιανίδης θα τον επιβάλει στον «Κατήφορο» παρά την αρχική άρνηση του Φίνου, ενώ τον επόμενο χρόνο θα παίξει στο αισθηματικό δράμα «Η Οργή» σε σκηνοθεσία του Βασίλη Γεωργιάδη.
Το 1964 θα ευτυχήσει να πρωταγωνιστήσει σε μια από τις καλύτερες ελληνικές δραματικές ταινίες του παλιού σινεμά, την περίφημη «Λόλα» δίπλα στην έξοχη Τζένη Καρέζη και σε σκηνοθεσία του Ντίνου Δημόπουλου. Ένα δράμα, που έβαζε το θεατή του εμπορικού σινεμά πρώτη φορά στο σύμπαν του υποκόσμου και της Τρούμπας, μαζί με το φιλμ «Τα Κόκκινα Φανάρια».
Δυνατή ερμηνεία από τον Κούρκουλο, στον ρόλο ενός αποφυλακισθέντος, που για λόγους αρχής πρέπει να αναμετρηθεί με το παρελθόν του κι έναν άνθρωπο της νύχτας, αλλά και για τον έρωτα της θελκτικής Λόλας. Λεπτομέρεια, αλλά όχι ασήμαντη, το αρχοντικό χασάπικο, που χορεύει με την Καρέζη και τον Φέρμα, στην εκπληκτική μουσική που είχε γράψει ο Ξαρχάκος. Λίγο πριν είχε γυρίσει και κάποιες λιγοστές κομεντί και κωμωδίες, με πιο γνωστές «Αθήνα Καλημέρα» και «Η Κύρια Δήμαρχος», χωρίς να δείξει κάτι ιδιαίτερο εκτός από την ομορφιά του.
Το πρώτο βραβείο
Το 1965 θα κερδίσει και το πρώτο του βραβείο Α’ Ανδρικού Ρόλου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, για την ερμηνεία του στο σκληρό κοινωνικό δράμα του Ντίνου Κατσουρίδη «Αδίστακτοι».
Ο Κούρκουλος κρατά τον πρωταγωνιστικό ρόλο ενός κακοποιού, που εκμεταλλεύεται την αφέλεια φτωχών ανθρώπων που θέλουν να μεταναστεύσουν κι ενώ αναζητά τη χαμένη του μητέρα. Ενδιαφέρουσα ταινία που, παρά τις γνώριμες υπερβολές του Φώσκολου, αναδεικνύει την αγωνία της φτωχολογιάς στην Ελλάδα για ένα καλύτερο μέλλον στην ξενιτιά και την εκμετάλλευση από διάφορα κυκλώματα.
«Γουέστερν» και κοινωνική καταγγελία
Το 1966 θα πρωταγωνιστήσει σε τρεις εμπορικές επιτυχίες που έγραψε ο Νίκος Φώσκολος. Στο «Χώμα Βάφτηκε Κόκκινο», σε σκηνοθεσία Βασίλη Γεωργιάδη, ένα από τα πρώτα ελληνικά γουέστερν, με φόντο το θεσσαλικό κάμπο και τους αγώνες των αγροτών ενάντια στους τσιφλικάδες.
Επίσης, θα παίξει στο βαρύγδουπο κοινωνικό δράμα «Κοινωνία Ώρα Μηδέν», σε σκηνοθεσία Ντίνου Δημόπουλου, καθώς και στο δικαστικό δράμα «Κατηγορώ τους Ανθρώπους», στο ρόλο ενός ακέραιου εισαγγελέα.
«Αστραπόγιαννος»
Η δεκαετία του ’70 θα μπει με τον «Αστραπόγιαννο», ακόμη ένα ελληνικό γουέστερν, σε σκηνοθεσία Νίκου Τζήμα, με το οποίο ο Κούρκουλος κέρδισε και πάλι το βραβείο Α’ Ανδρικού Ρόλου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.
Τα επόμενα δέκα χρόνια θα παίξει στα φιλμ «Κατάχρησις εξουσίας», «Η Δίκη των Δικαστών», «Ένα Γελαστό Απόγευμα», «Έξοδος Κινδύνου» και «Το Φράγμα», στο οποίο έκανε και την τελευταία του εμφάνιση στο σινεμά.
Αφιερωμένος στο θέατρο
Αυτά τα 20 χρόνια δεν εγκατέλειψε ποτέ το θέατρο, στο οποίο αφοσιώθηκε πλήρως τη δεκαετία του ’80 παίζοντας σημαντικούς ρόλους. Μαζί με την πρώτη του σύζυγο, Μελίτα Κουτσογιάννη, ίδρυσαν τη δική τους θεατρική στέγη (Θέατρο Κ). Έκλεισε την καριέρα του το 1993 παίζοντας «Φιλοκτήτη» στην Επίδαυρο. Τον επόμενο χρόνο θα αναλάβει τα ηνία του Εθνικού Θεάτρου. Σε αυτό θα αφιερωθεί και θα αναλάβει πρωτοβουλίες, ιδρύοντας την Πειραματική Σκηνή, το Εργαστήρι Ηθοποιών και την Παιδική Σκηνή.
Επιστροφή στου Ζωγράφου…
Το 1986 θα γνωρίσει στην Επίδαυρο τη Μαριάννα Λάτση, με την οποία θα ερωτευτούν κεραυνοβόλα και θα παντρευτούν τελικά το 2003. Ο Κούρκουλος θα αποκτήσει τέσσερα παιδιά, δύο με την πρώτη του σύζυγο (1966) Μελίτα και δύο με τη Μαριάνα Λάτση.
Θα πεθάνει 73 ετών, ενώ η κηδεία του θα γίνει στο νεκροταφείο του Ζωγράφου, εκεί όπου από παιδί άρχισε να γνωρίζει τη σκληράδα της ζωής, να κλοτσά την μπάλα, να αγαπά την ομάδα του και τα κορίτσια.
Εκεί που του μπήκε το πάθος της ηθοποιίας και έφερε στην Ελλάδα το φαινόμενο «Κούρκουλος».