Τέμπη, Πάτρα, Ξυλόκαστρο, Καλοχώρι Θεσσαλονίκης.
Πρόσφατα εργατικά ατυχήματα που μας υπενθυμίζουν με τον πιο τραγικό τρόπο ότι οι συνεχείς θάνατοι δεν είναι απλές στατιστικές, αλλά ανθρώπινες απώλειες που συνδέονται με απουσία μέτρων υγείας και ασφάλειας στην εργασία.
Σύμφωνα με την Διεθνή Οργάνωση Εργασίας, το άγχος, οι υπερβολικά πολλές ώρες εργασίας και οι ασθένειες συμβάλλουν στο θάνατο περίπου 3 εκατομμυρίων εργαζομένων κάθε χρόνο, που αντιστοιχεί σε πάνω από 6.000 θανάτους ημερησίως, παρόλο που η βελτίωση της υγείας και της ασφάλειας στην εργασία αποτελεί σημαντικό ζήτημα για την διεθνή κοινότητα από τη δεκαετία του 1980.
Στην Ελλάδα, όμως, αντί οι συνθήκες υγείας και ασφάλειας στην εργασία να βελτιώνονται – όπως στην υπόλοιπη Ευρώπη – παρατηρείται επιδείνωσή τους μετά τον κορωνοϊό. Το 2022 έχουν χαθεί 104 εργαζόμενοι και το πρώτο εξάμηνο του 2023 καταγράφηκαν 86 απώλειες. Αντίστοιχα, το 2019 υπήρξαν 51 νεκροί και το 2020 (έτος πολύμηνου lockdown) 41 νεκροί.
Αυτό συμβαίνει διότι η πολιτική που ασκήθηκε από την Νέα Δημοκρατία στον τομέα της εργασίας και των εργασιακών σχέσεων είχε ως αποτέλεσμα την αλλαγή του ρόλου του κράτους όσον αφορά στην προστασία των εργαζομένων, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την μετατροπή του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας σε «imitation» ανεξάρτητη αρχή.
Διαμηνύει ο νέος υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης ότι είναι αποφασισμένος να προστατεύσει τους εργαζόμενους. Μάλιστα ανακοίνωσε ότι θα επιβάλλει «τσουχτερά» πρόστιμα για την υποδηλωμένη εργασία.
Δικαίωμα κάθε νέου υπουργού να προβάλλει την εικόνα που θεωρεί ότι επικοινωνιακά τον ωφελεί.
Όμως, επισημαίνεται ότι η Κυβέρνηση Μητσοτάκη διανύει την δεύτερη τετραετία της και τα πεπραγμένα στον χώρο της υγείας και της ασφάλειας αξιολογούνται με αριθμούς και όχι με επικοινωνιακές κορώνες.
Η αλήθεια είναι ότι μπορεί να επαίρεται ότι οι έλεγχοι της Επιθεώρησης Εργασίας έχουν αυξηθεί, όμως αυτό που δεν αναφέρεται είναι ότι η αύξηση αφορά τους απόλυτους αριθμούς, χωρίς να λαμβάνει υπόψη την ποσοστιαία αύξηση και των θέσεων εργασίας.
Επίσης, γεγονός είναι ότι η ίδια Κυβέρνηση «δεν πρόλαβε» καθ’ όλη τη διάρκεια της πρώτης τετραετούς διακυβέρνησής της να κυρώσει την σύμβαση 155 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, που καθιστά θεμελιώδες δικαίωμα την υγεία και ασφάλεια στην εργασία, αναγκάζοντας την Συνομοσπονδία Ευρωπαϊκών Συνδικάτων (ETUC) να δείξει τον Ιούνιο 2022 «κίτρινη κάρτα» στη χώρα μας.
Στο νέο εργασιακό τοπίο που διαμορφώνεται ενώπιόν μας, οι προκλήσεις για την υγεία και την ασφάλεια όχι μόνο δεν μετριάζονται αλλά, αντιθέτως, διευρύνονται. Νέες μορφές ευέλικτης απασχόλησης ως απόρροια της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης αποδομούν σταδιακά το αυστηρό, προσδιορισμένο από σταθερούς κανόνες, εργασιακό μοντέλο της τρίτης βιομηχανικής επανάστασης. Γι’ αυτό και οι πολιτικές για την υγεία και την ασφάλεια στην εργασία, θα πρέπει να προσαρμοστούν, και αυτές, στις νέες συνθήκες της ψηφιακής εποχής, ώστε να είναι αποτελεσματικές. Να περιλαμβάνουν και όλους τους νέους υφιστάμενους κινδύνους, χωρίς να υποτιμούν τους παραδοσιακούς.
Προς αυτή την κατεύθυνση οφείλουμε όλοι – και πρωτίστως η Κυβέρνηση – να λάβουμε εκείνες τις πρωτοβουλίες που είναι απαραίτητες ώστε να θωρακιστεί θεσμικά, να ενισχυθεί και να διαφυλαχτεί η υγεία και η ασφάλεια στην εργασία.
Να ενεργούμε προληπτικά και όχι με εκ των υστέρων υποσχέσεις ότι δεν θα υπάρχουν νέες τραγωδίες. Αυτή η κυβερνητική επωδός δεν μπορεί να συνεχιστεί.
Για το ΠΑΣΟΚ η ουσιαστική θεσμική θωράκιση για επένδυση στην υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων αποτελεί δέσμευση και όχι υπόσχεση.
*Άρθρο Γιώργου Μουλκιώτη στην εφημερίδα «Documento», 13.8.2023