Τι προηγήθηκε και τι ακολούθησε μετά την ημέρα που οι Γερμανοί εγκατέλειψαν την Αθήνα
Πόσο καλά εμπεδωμένο είναι στη συνείδηση των Ελλήνων τι συνέβη στις 12 Οκτωβρίου 1944; Γιατί ενώ, ορθώς φυσικά, γιορτάζουμε και τιμούμε την ημέρα που η Ελλάδα όρθωσε το ανάστημά της απέναντι στην φασιστική Ιταλία και μπήκε έτσι στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μόλις και μετά βίας αναφερόμαστε στην ημέρα της Απελευθέρωσης;
Η 28η Οκτωβρίου 1940, η ημέρα του «ΟΧΙ, όπως καθιερώθηκε να την αποκαλούμε, είναι ταυτισμένη με στιγμές ηρωισμού, αυταπάρνησης και λαϊκής ομοψυχίας. Από την άλλη, η 12η Οκτωβρίου 1944 είναι μεν μια ημέρα χαράς και ανακούφισης, αφού είναι η ημέρα που τα γερμανικά στρατεύματα αποχωρούν από την Αθήνα και σταδιακά από όλη τη χώρα, αλλά είναι και ημέρα έκδηλης αγωνίας για τις ευαίσθητες ισορροπίες μεταξύ των αντίθετων ελληνικών πολιτικών δυνάμεων, των προσκείμενων σε αυτές αντιστασιακών οργανώσεων και των βρετανών συμμάχων.
Τα όσα δηλώνει, στις 10 Οκτωβρίου 2015, στο «ΒΗΜΑ» και στην Λαμπρινή Κουζέλη ο ιστορικός Τάσος Σακελλαρόπουλος θέτουν το ζήτημα στη σωστή του βάση.
«Μείναμε στα θυρανοίξια»
«Μας εξυπηρετεί ως λαό και ως κοινωνία να ζούμε τα τελευταία εβδομήντα χρόνια ένα σημειωτόν στην 28η Οκτωβρίου, σαν να ταυτίζεται ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος της Ελλάδας με αυτήν.
»Είναι μια ασφαλής εμμονή που εξυπηρετεί, όπως εξυπηρετεί να δείξουμε το σπίτι μας όπως ήταν όταν πρωτομπήκαμε σ’ αυτό.
»Αν δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε τη ζωή μέσα σε αυτό, με τα δυσάρεστα και τα πικρά και τα χαρούμενα, μένουμε στα θυρανοίξια. Οι Ελληνες επιλέξαμε να μείνουμε στα θυρανοίξια του πολέμου».
Με αφορμή, τότε, την έκθεση «Αθήνα 1940-1944. Η πόλη και οι άνθρωποί της. Πόλεμος, Κατοχή, Αντίσταση, Απελευθέρωση» ο Τάσος Σακελλαρόπουλος αναφερόμενος στις πρώτες ώρες της Απελευθέρωσης σημείωνε:
«Κυριαρχούμε εμείς στο κέντρο της πόλης σε σχέση με τον ζόφο, τον φόβο, την καταστροφή και την απειλή που υπήρχαν μέχρι πριν από μερικές ώρες. Ταυτόχρονα όμως, στην ανάπτυξη αυτής της διεκδίκησης μπαίνει και η εσωτερική διεκδίκηση μεταξύ των παρατάξεων της Αντίστασης σε ποιον ανήκει το κέντρο της πόλης, άρα το κέντρο της χώρας, στο πλαίσιο των συγκρούσεων που έχουν ήδη αρχίσει αρκετούς μήνες πριν.
»Αν παρατηρήσει κάποιος προσεκτικά το ταμπλό της Απελευθέρωσης βλέπει τους διαδηλωτές με διαφορετικά ρούχα, άλλα φορούν τα παιδιά του κέντρου, οι αστοί, άλλα φορούν τα παιδιά των ανατολικών και δυτικών συνοικιών, οι “επισκέπτες-διεκδικητές” του κέντρου. Όπως σε όλες τις μεγάλες κρίσεις, όταν τα πράγματα παύουν την ανάγκη της μέγιστης ομοψυχίας, διακρίνουμε ήδη τη διαίρεση που έρχεται».
Tι συνέβη όμως στις 12 Οκτωβρίου του 1944 και τι είχε προηγηθεί;
Η απελευθέρωση
Στις 9 Οκτωβρίου, οι αγγλοσοβιετικές συζητήσεις στη Μόσχα, είχαν με τρόπο κυνικό διευθετήσει το μοίρασμα των βαλκανικών λαών στις σφαίρες επιρροής των ισχυρών. Η Ελλάδα ανήκε στους Δυτικούς κατά 90% και στους Σοβιετικούς μόλις κατά 10%.
Από τις 7 Οκτωβρίου είχε ξεκινήσει η απόβαση των βρετανικών στρατευμάτων στην Πελοπόννησο.
Το ΕΑΜ (Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο) και το στρατιωτικό του σκέλος, ο ΕΛΑΣ (Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός), που είχαν ιδρυθεί με πρωτοβουλία του ΚΚΕ ήταν αδιαμφισβήτητα η ισχυρότερη δύναμη στην Ελλάδα, γεγονός που είχε προκαλέσει ιδιαίτερη ανησυχία στον ίδιο τον βρετανό πρωθυπουργό, Ουίνστον Τσόρτσιλ.
Μονάδα ιππικού του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ το 1944
Ως προς τις ελληνικές ισορροπίες, το Συνέδριο του Λιβάνου, τον Μάιο του 1944, είχε οδηγήσει στον σχηματισμό κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας.
Τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, η Συμφωνία της Καζέρτας, που υπογράφηκε απ’ όλες τις πλευρές, προέβλεπε πως όλα τα αντάρτικα σώματα που δρούσαν στην Ελλάδα θα υπάγονταν στις υπηρεσίες της ελληνικής κυβέρνησης και κατ’ επέκταση στις διαταγές του επικεφαλής των βρετανικών δυνάμεων στην Ελλάδα, στρατηγού Ρόναλντ Σκόμπι.
Κάθε μέρα που περνούσε όμως και οι δύο συμφωνίες αποδεικνύονταν όλο και πιο εύθραυστες.
Ο Γεώργιος Παπανδρέου στην ελεύθερη Αθήνα
Στις 12 Οκτωβρίου 1944 όμως, όλα αυτά είχαν καλυφθεί πίσω από τις ιαχές, τους πανηγυρισμούς και τις αγκαλιές των ανακουφισμένων και ελεύθερων ξανά Αθηναίων, που γιόρταζαν την απελευθέρωσή τους και που έξι ημέρες μετά, στις 18 Οκτωβρίου του 1944 θα υποδέχονταν τον πρωθυπουργό και πρόεδρο της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, Γεώργιο Παπανδρέου.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 17. 10.1964, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Γράφει «ΤΟ ΒΗΜΑ» της 17ης Οκτωβρίου 1964:
«Αι πύλαι της Ελλάδος είχαν ανοιχθή εις την κυβέρνησιν χωρίς αιματοχυσίαν. Ο κ. Παπανδρέου επέβαινε του πρώτου ανοικτού αυτοκινήτου συνοδευόμενος από τον στρατηγόν Σκόμπυ. Αφού ανήλθεν εις την Ακρόπολιν, όπου ύψωσε την Ελληνικήν σημαίαν κατηυθύνθη εις την Μητρόπολιν, όπου εψάλη δοξολογία και κατόπιν ενώπιον μυριάδων λαού εξεφώνησεν από τον εξώστην του Υπουργείου Συγκοινωνίας τον περίφημον λόγον της απελευθερώσεως:
«Ασπαζόμεθα την Ιεράν γην της ελευθέρας Πατρίδος…Οι βάρβαροι αφού εβεβήλωσαν επυρπόλησαν και εδήωσαν επί τρία και ήμισι έτη, πιεζόμενοι πλέον από την συμμαχικήν νίκην και την εθνικήν μας αντίστασιν, τρέπονται εις φυγήν. Και η κυανόλευκος κυματίζει μόνη εις την Ακρόπολιν».
Στην τελετή του 1964, ο Γεώργιος Παπανδρέου βρίσκεται και πάλι στη θέση του πρωθυπουργού, αυτή τη φορά ως πρόεδρος της κυβέρνησης της Ενώσεως Κέντρου, και θα θυμηθεί τις ημέρες εκείνες του ’44.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 20. 10.1964, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
«Συνέβη να είμαι τότε, εις τον καιρόν της Απελευθερώσεως, Πρόεδρος της Κυβερνήσεως της Εθνικής Ενώσεως, εις την οποίαν μετείχον πρόσωπα όλων των οργανώσεων Εθνικής Αντιστάσεως. (…) Την 12ην Οκτωβρίου οι Γερμανοί εγκατέλειψαν τας Αθήνας. Ενωρίτερον είχον εγκαταλείψει την Πελοπόννησον. Βραδύτερον εγκατέλειψαν την άλλην Ελλάδα. Διά τούτο ωρίσαμεν ως ημέραν εορτασμού της Απελευθερώσεως την πρώτην Κυριακήν έπειτα από την 12ην Οκτωβρίου».
»Ένδοξον εις τους αιώνας, θα είναι το «Όχι» της 28ης Οκτωβρίου (…) Αλλά όπως δικαίως επορτάζεται το ανένδοτον «Όχι», ήτο επίσης πρέπον να εορτασθή και το άγιον «Ναι»: Η Νίκη, η Απελευθέρωσις, η επάνοδος της ελευθερίας εις την αρχαίαν πατρίδα μας. Η έπαρσις της Ελληνικής σημαίας εις την Ακρόπολιν, έπειτα από την δουλείαν, συμβολίζει το άγιον «Ναι» της αιωνίας Ελλάδος.
» Ουδείς, ούτε πρόσωπον, ούτε οργάνωσις, έχει το δικαίωμα να σφετερισθή και να μονοπωλήση την εθνικήν αντίστασιν»
Οι τελευταίες ημέρες πριν την Απελευθέρωση
«ΤΑ ΝΕΑ», 29. 10.1975, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Με κείμενο του στα «ΝΕΑ» τον Οκτώβριο 1975, ο πρώην έλληνας πρωθυπουργός Παναγώτης Κανελλόπουλος, αντικρούει τον χαρακτηρισμό «αναίμακτη» που είχε αποδώσει ο Γεώργιος Παπανδρέου για την περίοδο εκείνη της απελευθερώσης.
«Ο Γεώργιος Παπανδρέου μιλούσε πάντοτε ‘περί Αναιμάκτου Απελευθερώσεως’. Ο χαρακτηρισμός αυτός δεν είναι ανακριβής, αν περιορίσουμε τα ιστορικά γεγονότα της ‘Απελευθερώσεως’ σε μερικές στιγμές. Πράγματι, όταν έφθασε ο Γεώργιος Παπανδρέου στην Αθήνα, στις 18 Οκτωβρίου1944, έξη ημέρες μετά την αποχώρηση των Γερμανών, η παλιννόστηση του ελληνικού Κράτους στην πρωτεύουσα ήταν αναίμακτη.
»Δεν χύθηκε αίμα ούτε όταν, τρεις εβδομάδες από την άφιξη του πρωθυπουργού, οι πρώτοι κυβερνητικοί αντιπρόσωποι πατήσαμε ευλαβικά – σε περιοχές, που δεν είχαν ακόμα εκκενωθεί ολόκληρες από τους Γερμανούς – το αγιασμένο χώμα της Πατρίδας.
»Το γεγονός ότι το ‘νόμιμο’ Κράτος ξαναγύρισε στη χώρα του χωρίς τη βία των όπλων, χωρίς αιματοχυσία ήταν ιστορικά σημαντικό. Αλλά όταν έφτασα στην Καλαμάτα (οι Γερμανοί βρίσκονταν ακόμα στην Πάτρα και στην βορειοανατολική Πελοπόννησο), άχνιζε ο τόπος από ζεστό, ακόμα, αίμα, χιλιάδων Ελλήνων, αμαρτωλών και αθώων, που είχαν προστεθεί στα αναρίθμητα θύματα των Γερμανών.
Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος (στο κέντρο αριστερά) και ο Άρης Βελουχιώτης (στο κέντρο δεξιά) στην Πάτρα, Οκτώβριος 1944
«Η ‘απελευθέρωση’ -αν πούμε (και πρέπει να πούμε), ότι άρχισε να σημειώνεται, όταν και όπου άδειαζε ο τόπος από τους Γερμανούς – δεν ήταν, ειδικώτερα στην Πελοπόννησο, διόλου ‘αναίμακτη’. Ο χαρακτηρισμός, λοιπόν, του Γεωργίου Παπανδρέου, ήταν ακριβής, αν περιορίσουμε την ‘Απελευθέρωση’ σε μερικές ‘στιγμές’ αλλά ήταν ατυχής, αν σκεφθούμε τις αιματηρές ώρες, που προηγήθηκαν καθώς και εκείνες της μεγάλης τραγωδίας του Δεκεμβρίου που δεν άργησαν να φανούν»
Πειραιάς: Η τελευταία πράξη του δράματος
Η αποχώρηση των Ναζί από τον Πειραιά έγινε υπό εντελώς διαφορετικές συνθήκες, συγκριτικά με την Αθήνα.
Το σχέδιο των Γερμανών προέβλεπε την καταστροφή του Πειραιά και μέσω αυτής, την επιβολή ενός ισχυρότατου πλήγματος στις υποδομές ηλεκτρισμού, σε βιομηχανικές μονάδες και στις σιδηροδρομικές μεταφορές. Η ηρωική παρέμβαση ομάδων του ΕΛΑΣ υπήρξε καθοριστικής σημασίας.
Γράφουν «ΤΑ ΝΕΑ», της 13ης Οκτωβρίου του 1983.
«Πολλές μάχες έδωσαν τμήματα του 4ου τάγματος του ΕΛΑΣ, από τη νύχτα της 12ης μέχρι τα ξημερώματα της 13ης Οκτώβρη 1944, σε πολλά σημεία του Πειραιά. Τα ξημερώματα της 13ης Οκτώβρη, όλα τα τμήματα του τάγματος έκαναν γενική επίθεση κατά των Γερμανών τους οποίους είχεν εξουδετερώσει μέχρι το πρωί. Οι Γερμανοί δεν κατάφεραν να ανατινάξουν, παρά μόνο το Τελωνείο. Σώθηκαν όμως οι μύλοι Αγ. Γεωργίου οι εγκαταστάσεις της ΣΕΛΛ και πολλά εργοστάσια».
Πάνω από 25 ήταν οι νεκροί για τους αποχωρούντες Γερμανούς, ενώ από την ελληνική πλευρά υπήρξαν 11 νεκροί.
Οι πανηγυρισμοί της Απελευθέρωσης θα σβήσουν σύντομα
Στις 15 και 15 Οκτωβρίου τα πρώτα τμήματα του βρετανικού στρατού εισέρχονται στην ελεύθερη πλέον ελληνική πρωτεύουσα. Χιλιάδες Αθηναίοι τούς υποδέχονται κρατώντας αγγλικές και ελληνικές σημαίες αλλά και πλακάτ του ΕΑΜ.
Οι ημέρες αυτές της απελευθέρωσης της Ελλάδας είναι γεμάτες χαρά και συγκίνηση είναι γεμάτες όμως και από την αγωνία γι’ αυτό που πολλοί αντιλαμβάνονται ότι δεν θα αργήσει να έρθει.
Τον εμφύλιο σπαραγμό.
Και πράγματι, δύο μήνες περίπου μετά ξεσπούν τα Δεκεμβριανά…
Βρετανικά στρατεύματα στην Αθήνα μάχονται κατά του ΕΛΑΣ, Δεκέμβριος 1944