Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος: Έκλεισε 16 χρόνια στο τιμόνι της Εκκλησίας της Ελλάδος

ieronimosB-livadeia

Δεκαέξι χρόνια συμπληρώνονται σήμερα (07.02.2024) από την εκλογή του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου στο πηδάλιο της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος εξελέγη από το σώμα της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος ως Προκαθήμενός της στις 7 Φεβρουαρίου του 2008.

Εκείνο το μεσημέρι της 7ης Φεβρουαρίου 2008, η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος προχωρούσε στην εκλογή του 20ού κατά σειρά Ποιμενάρχη της. Και το όνομα αυτού, Θηβών και Λεβαδείας Ιερώνυμος.

Η εκκλησία αλλάζει σελίδα. Από τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο που έφερε στην Εκκλησία τους νέους ακόμη και αν φορούσαν τζιν και σκουλαρίκια, στον εσωστρεφή και λιγομίλητο Ιερώνυμο που ανέπτυξε τεράστιο κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο.

«Αφήστε να μιλήσουν τα έργα, δεν χρειάζεται να μιλάμε εμείς» λέει συχνά στους συνεργάτες του, όταν δέχεται πυρά γιατί δεν μιλά συχνά δημόσια για το έργο της Εκκλησίας και δεν τοποθετείται για τα κοινωνικά θέματα.
Η κλίση στα γράμματα και στη Θεολογία

O Aρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Ιερώνυμος, κατά κόσμον Ιωάννης Λιάπης, γεννήθηκε στις 10 Μαρτίου 1938 στα Οινόφυτα Βοιωτίας. Είναι το πρώτο από τα δύο παιδιά του Τάσου και της Δήμητρας Λιάπη.

Ο Προκαθήμενος της Εκκλησίας της Ελλάδος, είναι απόφοιτος του Τμήματος Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής και της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Μεταπτυχιακές σπουδές έκανε στο Γκρατς της Αυστρίας, στο Ρέγκενσμπουρκ και το Μόναχο της Γερμανίας.

Εργάσθηκε ως πανεπιστημιακός βοηθός στην Αρχαιολογική Εταιρεία Αθηνών και ως φιλόλογος στη Λεόντειο Σχολή της Νέας Σμύρνης, στο 9ο Νυκτερινό Γυμνάσιο Αθηνών καθώς και στο Γυμνάσιο της Αυλώνας.

Εγκαταλείποντας την ακαδημαϊκή του καριέρα εντάχθηκε στον ορθόδοξο κλήρο.

Τον πρώτο βαθμό της ιεροσύνης έλαβε την 3η Δεκεμβρίου 1967, χειροτονούμενος Διάκονος από τον Μητροπολίτη Θηβών και Λεβαδείας Νικόδημο στη Θήβα και λαμβάνοντας το όνομα Ιερώνυμος προς τιμήν του τότε Αρχιεπισκόπου Αθηνών Ιερωνύμου Α΄.

Στις 10 του ίδιου μήνα χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στη πόλη της Λιβαδειάς λαμβάνοντας το οφφίκιο του Αρχιμανδρίτη.

Το 1970 βραβεύθηκε από την Ακαδημία Αθηνών για την εργασία του «Μεσαιωνικά Μνημεία της Ευβοίας».

Το 1981 εξελέγη μητροπολίτης Θηβών και Λεβαδείας. Παράλληλα με την αναστήλωση των εκκλησιών και των μοναστηριών ανεδείκνυε και τα αρχαία ελληνικά μνημεία. Το 1998 είχε διεκδικήσει τον Αρχιεπισκοπικό Θρόνο.

Στο κοινωνικό του έργο ξεχωρίζουν η δημιουργία οικοτροφείων, ορφανοτροφείου με μορφή ανάδοχης οικογένειας (Θήβα), Στεγών Ηλικιωμένων (Θήβα, Λιβαδειά), Κέντρου Επανένταξης Ψυχικώς Πασχόντων (Λιβαδειά), Εκπαιδευτηρίου Δημιουργικής Απασχόλησης Παίδων με Ειδικές Ανάγκες σε συνεργασία με άλλους φορείς του Νομού (Λιβαδειά), του Κέντρου Πρόληψης για τα ναρκωτικά (Λιβαδειά), Συσσιτίων Απόρων συμπεριλαμβανομένων και οικονομικών μεταναστών (Θήβα), Συμβουλευτικών Σταθμών (Θήβα), Κέντρου Ιστορικών και Αρχαιολογικών Ερευνών (Ζάλτσα – Ιερά Μονή Λυκούρεση).

Για μακρό χρονικό διάστημα υπήρξε στενός συνεργάτης του Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ αρχικά ως Γραμματέας και Αρχιγραμματέας της Ιεράς Συνόδου, ενώ η συνεργασία τους συνεχίστηκε και το διάστημα της διακονίας του στην Ι. Μητρόπολη Λιβαδειάς.

Το 1998 ήταν ένας εκ των υποψηφίων της αρχιεπισκοπικής εκλογής αλλά ηττήθηκε από τον από Δημητριάδος Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο κατά την τρίτη ψηφοφορία.

Τη δεκαετία της αρχιεπισκοπίας Χριστοδούλου βρέθηκε αρκετές φορές σε αντιπαράθεση μαζί του ειδικότερα για τα θέματα των σχέσεων με το Οικουμενικό Πατριαρχείο και τις λαοσυνάξεις, που πραγματοποιήθηκαν για τις ταυτότητες και την αναγραφή του θρησκεύματος σε αυτές.

Μετά την εκλογή του, ενθρονίστηκε στον Καθεδρικό και Μητροπολιτικό Ναό των Αθηνών στις 16 Φεβρουαρίου 2008.

Στις 6 Ιουλίου 2010 αναγορεύθηκε Επίτιμος Διδάκτωρ των τμημάτων Θεολογίας και Κοινωνικής Θεολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και στις 19 Ιουνίου 2013 αναγορεύθηκε σε Επίτιμος Διδάκτορας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

Στις 16 Απριλίου 2016 επισκέφθηκε, μαζί με τον Πάπα Φραγκίσκο και τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο, τον προσφυγικό καταυλισμό της Μόριας στη Λέσβο προκειμένου να ευαισθητοποιήσουν την κοινή γνώμη.

Εκεί οι τρεις θρησκευτικοί ηγέτες υπέγραψαν κοινή διακήρυξη για τους πρόσφυγες.

Το φιλανθρωπικό και κοινωνικό του έργο

Λίγο μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος και η Εκκλησία της Ελλάδας κλήθηκαν να σηκώσουν το βάρος διαχείρισης της ανθρωπιστικής κρίσης που έφερε η οικονομική κρίση στην Ελλάδα.
Σε μια πρωτοφανή και συντονισμένη προσπάθεια που ξεκίνησε η Εκκλησία μέσα από το πρόγραμμα «Όλοι μαζί μπορούμε», χιλιάδες οικογένειες σε όλη τη χώρα στηρίχθηκαν μέσα από οργανωμένα συσσίτια και γεύματα αγάπης και ένα δίκτυο κοινωνικών φαρμακείων και παντοπωλείων που δημιούργησε η Εκκλησία και λειτουργεί μέχρι σήμερα.

Η Αρχιεπισκοπή Αθηνών με την υπόδειξη του Ιερωνύμου δημιούργησε το Κοινωνικό Φροντιστήριο της Αρχιεπισκοπής Αθηνών, όπου φοιτούν εντελώς δωρεάν εκατοντάδες μαθητές γυμνασίων και λυκείων που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα για υποστηρικτική διδασκαλία.

Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος έχει αναπτύξει ένα δίκτυο ιδρυμάτων που ευεργετεί κάθε χρόνο χιλιάδες ανθρώπους: Πρότυπα κέντρα για παιδιά με ειδικές ανάγκες, βρεφονηπιακοί σταθμοί, κέντρα δημιουργικής απασχόλησης στην Αθήνα, κέντρα ηλικιωμένων, σύγχρονες κατασκηνώσεις ευρωπαϊκού επιπέδου στον Αυλώνα Αττικής, ένα πρότυπο Κέντρο Αντιμετώπισης Ασθενών με Αλτσχάιμερ, στο Χαλάνδρι, και ένα πρότυπο κέντρο Γεροντολογίας, στο Δήλεσι Αττικής.

Ταυτόχρονα, δημιούργησε για πρώτη φορά στην Εκκλησία το Κέντρο Επιμόρφωσης Κληρικών, μια «σχολή για ιερείς» όπου χιλιάδες κληρικοί των πόλεων ή από ακριτικές περιοχές, διδάσκονται διά ζώσης και on line από εξειδικευμένους καθηγητές.

Ο Αρχιεπίσκοπος δημιούργησε το Πρότυπο Κέντρο Πολιτισμού στο Ρουφ, τη Βιβλιοθήκη της Αρχιεπισκοπής στο κέντρο της Αθήνας και τη Βιβλιοθήκη που φέρει το όνομά του στα Οινόφυτα Βοιωτίας.

Με πρωτοβουλία του δημιουργήθηκε, επίσης, Σχολή Βυζαντινής και Παραδοσιακής Μουσικής για να διδάσκεται η μουσική μας παράδοση στις επόμενες γενιές.

Την περίοδο της πανδημίας κατάφερε να κρατήσει τους πιστούς μέσα στα σπίτια τους μέχρι να περάσει η πρωτοφανής υγειονομική κρίση.

Ακόμα νομιμοποίησε τις θέσεις χιλιάδων κληρικών που μισθοδοτούνταν ήδη από το Δημόσιο, όμως βρίσκονταν στον «αέρα», χωρίς να είναι κατοχυρωμένες οι οργανικές τους θέσεις, δίνοντας έτσι τέλος στην ανασφάλεια των ιερέων.

Ο Αρχιεπίσκοπος τα τελευταία χρόνια έχει αναλάβει, σε συνεργασία με την Πολιτεία, να βάλει σε τάξη τα οικονομικά της Εκκλησίας, να κατοχυρώσει την εναπομείνασα εκκλησιαστική περιουσία, με σκοπό την περαιτέρω αξιοποίησή της προς όφελος του ελληνικού λαού, καθώς από τα έσοδα από τα μεγάλα επενδυτικά έργα (Σχιστός, Βουλιαγμένη κ.λπ.) θα ενισχυθούν οι φιλανθρωπικές και κοινωνικές δράσεις της Εκκλησίας.

Ωστόσο, δεν αποφεύγει να βάζει τα πράγματα στη θέση τους όταν και όποτε χρειάζεται αλλά πάντα με την νηφαλιότητα και την ηρεμία που τον διακατέχει. 

Όπως όταν υπήρξε στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα η εμπλοκή της Εκκλησίας και κληρικών της στα πολιτικά δρώμενα της χώρας στο πλαίσιο της διεξαγωγής των εθνικών εκλογών το 2023.

«Ως εδώ», διαμηνύσε ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος. «Η Εκκλησία είναι θεανθρώπινος οργανισμός και όχι κοσμικός και εξουσιαστικός θεσμός. Δεν είναι εκ του κόσμου τούτου, αλλά ζει και λειτουργεί μέσα στον κόσμο τούτο για να τον μεταμορφώσει, διακονώντας το ανθρώπινο πρόσωπο, κάθε πιστό, κάθε πολίτη, χωρίς διακρίσεις και, φυσικά, ανεξαρτήτως των πολιτικών πεποιθήσεων και των κομματικών προτιμήσεων του καθενός και της καθεμιάς» ξεκαθάρισε.

«Ως εκ τούτου, δεν πρόκειται να ανεχθώ ούτε την χυδαία απόπειρα χρησιμοποίησης της Εκκλησίας μας ως εργαλείο για την επιδίωξη των αλλότριων σκοπών οιωνδήποτε και της οικειοποίησής Της από τους οιουσδήποτε παραχαράκτες της πίστης μας, που, εκμεταλλευόμενοι το θρησκευτικό συναίσθημα των ανθρώπων, επιζητούν να δημιουργήσουν οπαδούς και στρατούς, ούτε όμως την ομοίως βλάσφημη απόπειρα στοχοποίησης της Εκκλησίας μας ως δήθεν παράγοντα “υπόγειας” ή “μυστικής” ανάμιξης σε διαδικασίες και σε ζητήματα απολύτως αλλότρια με την αποστολή Της. Ως εδώ».

Ο Αρχιεπίσκοπος είχε τοποθετηθεί με αφορμή τα επεισόδια στου Ρέντη και την δολοφονία του 31χρονου αστυνομικού. 

«Πρέπει να πάμε πάνω στο πρόβλημα και να το λύσουμε. Θα ακολουθήσουν και χειρότερα πράγματα. Θα πρέπει να κοιτάξουμε την Παιδεία μας. Πηγαίνετε σήμερα σε ένα σχολείο και ρωτήστε τα παιδιά ποιος ήταν ο Κολοκοτρώνης… Απογύμνωσαν τα σχολεία», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος σε συνέντευξή του στον AΝΤ1 και παραδέχτηκε:

«Δεν πετύχαμε να φέρουμε τους νέους στην Εκκλησία».

Για τις αντιδράσεις που δημιουργήθηκαν από ιερείς και μέλη της Εκκλησίας για την έκδοση των νέων ταυτοτήτων ο Αρχιεπίσκοπος είπε πως έχει βγάλει νέα ταυτότητα και τόνισε πως «και μέσα στην Εκκλησία υπάρχουν ομάδες με πιο στενά μυαλά, όμως όποιος δεν επιθυμεί να βρίσκεται σε αυτή την μεγάλη οικογένεια μπορεί να αποχωρήσει».

Αναφορικά με την υπόθεση της Κιβωτού του Κόσμου και στον πατέρα Αντώνιο, ο Προκαθήμενος της Εκκλησίας της Ελλάδος, σχολίασε πως είχε πει στον πατέρα Αντώνιο ότι «δεν είναι σωστή η πορεία του», πριν γίνουν οι καταγγελίες σε βάρος του.

Ωστόσο, όπως είπε, αναμένει τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης. «Είναι παιδί μου, δεν μπορώ να το καταδικάσω».

Τέλος για το θέμα των ημερών, τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών, έχει σχολιάσει ότι «Πιστεύουμε στην ελευθερία του ανθρώπου να ζει όπως επιθυμεί, όμως δεν θα επιτρέψουμε την αλλαγή στη σύνθεση της κοινωνίας».

Υπενθυμίζεται ότι σε δηλώσεις του ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος είχε εκφράσει την εκτίμηση ότι θα μπορούσε να διενεργηθεί δημοψήφισμα για το ζήτημα, ενώ είχε σταθεί στην ανάγκη η Εκκλησία να ενημερώσει την κοινωνία. Σε συνέντευξή του στον ΑΝΤ1, είχε σημειώσει ότι «η Εκκλησία πιστεύει στην ελευθερία του ανθρώπου» αναφερόμενος στα ομόφυλα ζευγάρια, ωστόσο εξέφρασε τη διαφωνία του ως προς την τεκνοθεσία.

Για το θέμα της βάπτισης των παιδιών ομόφυλων ζευγαριών ο κ. Ιερώνυμος έχει πει πως «η Εκκλησία θα περιμένει αυτά τα παιδιά να φτάσουν σε μία ηλικία και όταν μεγαλώσουν και επιθυμούν να βαπτιστούν, θα βαπτιστούν»

Σχετικά