Ο «πατέρας» της βιοκλιματικής αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 85 ετών…
Την τελευταία του πνοή, σε ηλικία 85 ετών, άφησε ο πρωτοπόρος αρχιτέκτονας Αλέξανδρος Τομπάζης.
Ο «πατέρας» της βιοκλιματικής αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα γεννήθηκε στο Καράτσι (Πακιστάν). Εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Ελλάδα το 1947 και αποφοίτησε από την αρχιτεκτονική σχολή του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου το 1962, όπου αρίστευσε και τιμήθηκε με το βραβείο Θωμαΐδιο και Χρυσοβέργειο.
Από το 1964 έως το 1966 εργάστηκε ως επιστημονικός βοηθός του Κωνσταντίνου Α. Δοξιάδη, και ασχολήθηκε με θεωρητικές μελέτες και έρευνα. Το 1963 ίδρυσε το Γραφείο Μελετών «Αλέξανδρου Ν. Τομπάζη», αναλαμβάνοντας αρχιτεκτονικά έργα στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Το ενδιαφέρον του για την τεχνολογία και η πρώτη πετρελαϊκή κρίση τον ώθησαν να ασχοληθεί με τις δυνατότητες αξιοποίησης της ηλιακής ενέργειας και άλλων εναλλακτικών πηγών.
Από τη δεκαετία του 1970 εστίασε στην αρχιτεκτονική με έμφαση στον Βιοκλιματικό Σχεδιασμό και εφάρμοσε τις αρχές του σε μεγάλη κλίμακα. Θεωρούσε ότι για να σχεδιαστεί ένα κτήριο πρέπει να ληφθούν υπόψη τα κλιματικά χαρακτηριστικά του περιβάλλοντός του και να αξιοποιηθούν με το καλύτερο δυνατό τρόπο.
Τιμήθηκε σε περισσότερους από 95 πανελλήνιους διαγωνισμούς και σε 15 διεθνείς διαγωνισμούς. Ήταν μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Ηλιακής Ενέργειας, της Passive and Low Energy Architecture (PLEA), του Διοικητικού Συμβουλίου Ελληνικού Ινστιτούτου Αρχιτεκτονικής (ΕΙΑ) και της Ελληνικής Αρχιτεκτονικής Εταιρείας.
Το αρχιτεκτονικό έργο του
Ασχολήθηκε με διαφόρων ειδών έργα όπως κατοικίες, κτήρια γραφείων, κτήρια εκπαίδευσης, νοσοκομεία, τόπους λατρείας κ.α. ορισμένα από αυτά είναι:
- Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης
- Συγκρότημα κατοικιών ΔΙΦΡΟΣ, Χαλάνδρι – Αθήνα
- Συγκρότημα κατοικιών ΔΡΥΑΔΕΣ, Κηφισιά – Αθήνα
- Ηλιακό Χωριό, Πεύκη-Λυκόβρυση – Αθήνα
- Ναός της Αγίας Τριάδας, Fatima – Πορτογαλία
- Κτήριο γραφείων κεντρικών υπηρεσιών και νομισματικό μουσείο για την Τράπεζα της Ελλάδος, οδός Αμερικής, Αθήνα
- Μποδοσάκειο δημοτικό σχολείο Κολλεγίου Αθηνών, Κάντζα Αττικής
- Παιδιατρικό κέντρο Αθηνών (μετέπειτα Ιατρικό Κέντρο Αθηνών), Μαρούσι – Αθήνα
- Βιοκλιματικό κτήριο Τμήματος Φαρμακευτικής Πανεπιστημίου Πατρών
Το σημαντικό έργο του Αλέξανδρου Τομπάζη και του αρχιτεκτονικού γραφείου που φέρει το όνομά του συνεχίζει η κόρη του Δέσποινα Τομπάζη.
Πληροφορούμενη την απώλεια του Αλέξανδρου Ν. Τομπάζη, η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Αποχαιρετούμε τον Αλέξανδρο Ν. Τομπάζη με μεγάλη θλίψη, αλλά και με μεγάλη ευγνωμοσύνη για το βαθύ αποτύπωμά του στην αρχιτεκτονική, στις πόλεις μας, στον δημόσιο χώρο. Ο Αλέξανδρος Ν. Τομπάζης, με γονιμότατη πορεία έξι δεκαετιών, δίκαια κατατάσσεται στους μεγαλύτερους μεταπολεμικούς αρχιτέκτονες. Ήδη από τα πρώτα χρόνια της δραστηριότητάς του, είχε αποφασιστική συμβολή στην ανανέωση της νεοελληνικής αρχιτεκτονικής και τη μετάβασή της από τον μοντερνισμό στον μεταμοντερνισμό. Εισάγοντας ουσιαστικά, με το διορατικό του πνεύμα, τον βιοκλιματικό σχεδιασμό στη χώρα μας, ένα κεφάλαιο ήδη εδραιωμένο, αλλά με τεράστια κρισιμότητα και δυναμική για το μέλλον των πόλεών μας.
Ο Αλέξανδρος Ν. Τομπάζης υπήρξε ένας διεθνώς διακεκριμένος και αναγνωρισμένος αρχιτέκτονας. Η κληρονομιά του μένει ζωντανή στα δεκάδες έργα του, από το πρωτοποριακό συγκρότημα κατοικιών «Δίφρος» έως το κτήριο της Φαρμακευτικής Σχολής του Πανεπιστημίου Πατρών και, ασφαλώς, τον Ναό της Αγίας Τριάδας στη Φάτιμα της Πορτογαλίας. Τελευταίο δείγμα της δουλειάς του η συνεργασία του γραφείου του με τον David Chipperfield στην πρόταση για το Νέο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, η οποία προκρίθηκε και παίρνει τον δρόμο της υλοποίησης.
Ο Αλέξανδρος Ν. Τομπάζης ήταν, όμως, και ένας μοναδικός δάσκαλος, στη θεωρία, με τα πολυάριθμα γραπτά του, αλλά και στην πράξη. Δίπλα του μαθήτευσαν, πριν ανοίξουν τα δικά τους φτερά, ορισμένοι από τους μεγαλύτερους Έλληνες αρχιτέκτονες του τελευταίου μισού αιώνα. Σε όλους συμπαραστεκόταν πάντοτε με αφειδώλευτη κατανόηση και αρωγή, και αυτό αποτελεί απαράγραπτη παρακαταθήκη και επιρροή του.
Στα παιδιά του, τη Δέσποινα, που συνεχίζει το έργο του στο γραφείο του, και τον Νικόλα, που εδώ και δεκαετίες διαγράφει τη δική του ξεχωριστή σταδιοδρομία, στα εγγόνια του, στους αμέτρητους συνεργάτες και φίλους του, απευθύνω τα ειλικρινή μου συλλυπητήρια».