Στο επόμενο διάστημα – κατά πάσα πιθανότητα εντός του Φεβρουαρίου – η κυβέρνηση θα προχωρήσει σε νέα μέτρα, προκειμένου να υπάρξει επιπλέον ελάφρυνση στους πολίτες.
Τουλάχιστον αυτό προκύπτει από την συνέντευξη που έδωσε ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, με αντικείμενο την οικονομία, την ανάπτυξη και την απασχόληση, την πρώτη τέτοια θεματική συνέντευξη τύπου που δίνει ενόψει της προεκλογικής περιόδου που έρχεται με… γοργά βήματα.
Συγκεκριμένα, ο πρωθυπουργός, αφού παραδέχθηκε ότι η αντιμετωπίση της ακρίβειας αποτελεί την πρώτη προτεραιότητα της κυβέρνησης, εν τούτοις σημείωσε ότι αν και ακόμα δεν υπάρχουν τα απαραίτητα στοιχεία, εκτιμάται ότι οι δημοσιονομικές επιδόσεις της χώρας και η εκτέλεση του προϋπολογισμού πάνε καλά και, ως εκ τούτου, δεν αποκλειεται, με τη δημιουργία επιπλέον δημοσιονομικού χώρου, να εξεταστούν και νέα μέτρα, πλην αυτών που έχουν ήδη ανακοινωθεί.
Ο πρωθυπουργός επανέλαβε ότι η πληθωριστική κρίση οφείλεται στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, αλλά και την εκτίναξη των τιμών του φυσικού αερίου, ωστόσο, υπογράμμισε για άλλη μια φορά ότι τα μέτρα που έχει λάβει η κυβέρνηση – δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στο «Καλάθι του Νοικοκυριού» και το επερχόμενο «Market Pass» – έχουν αμβλύνει τις συνέπειες της ακρίβειας. Επίσης, υπογράμμισε ότι η κυβέρνηση έχει εξαντλήσει τα νομικά και πρακτικά περιθώρια ελέγχου της αγοράς για φαινόμενα αισχροκέρδειας, αν και συνολικά επανέλαβε ότι «δεν ισχυριζόμαστε ότι τα κάνουμε όλα σωστά», προσθέτοντας, βεβαίως, ότι εξαντλείται κάθε περιθώριο ενίσχυσης του εισοδήματος των πολιτών. Όσο για τα πιθανά νέα μέτρα, ο Κ. Μητσοτάκης έκανε διάκριση, λέγοντας ότι αν οι δημοσιονομικές παράμετροι το επιτρέπουν, θα είναι μόνιμα, ενώ αν όχι, θα έχουν προσωρινό χαρακτήρα.
Για μια ακόμα φορά, ο πρωθυπουργός απέρριψε το ενδεχόμενο μείωσης στην παρούσα φάση έμμεσων φόρων, όπως ο ΦΠΑ στα τρόφιμα, επισημαίνοντας, μάλιστα, ότι οι προτάσεις της αντιπολίτευσης θα κοστίσουν περίπου 2 δισ. ευρώ στα δημόσια έσοδα και κάνοντας παραλληλισμό με το φορολογικό πρόγραμμα της Λιζ Τρας, που οδήγησε στην κατάρρευση της κυβέρνησής της στη Βρετανία, λόγω των πιέσεων των αγορών. Πάντως, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο μειώσεων εμμέσων φόρων κατά τη δεύτερη τετραετία, ενώ για το ζήτημα της αύξησης των μισθών (που αποτελεί βασικό προεκλογικό σύνθημα της ΝΔ), εκτίμησε ότι η ίδια η αγορά εργασίας θα οδηγήσει σε αυτες τις αυξήσεις, ενώ για τη νέα αύξηση του κατώτατου μισθού από 1/4/2023 είπε ότι θα είναι σημαντική, αλλά δεν θα υπονομεύσει τη δημοσιονομική σταθερότητα της χώράς.
Για το ζήτημα της ανεργίας, ο Κ. Μητσοτάκης ανέφερε ότι σε κρίσιμες κατηγορίες, όπως οι νέοι και οι γυναίκες, υπήρξε μείωση «καθόλου ευκαταφρόνητη», ενώ στάθηκε πολύ στο ζήτημα της επενδυτικής βαθμίδας, λέγοντας ότι είναι ένας απολύτως εφικτός στόχος εντός του 2023. Ωστόσο, συνέδεσε αυτή την εξέλιξη με τις εκλογές, λέγοντας ότι οι αγορές παρακολουθούν και ότι αν υπάρξει αστάθεια είναι πιθανό να μην επιτευχθεί. Μάλιστα, τόνισε ότι η επενδυτική βαθμίδα δεν είναι απλώς «τεχνοκρατική παράμετρος», αλλά θα οδηγήσει σε χαμηλότερο κόστος δανεισμού και μάλιστα σε περιβάλλον αυξημένων επιτοκίων, ενώ επανέλαβε ότι υπάρχει αυξημένο επενδυτικό ενδιαφέρον για τη χώρα.
Κατά τα λοιπά, ο πρωθυπουργός ανέφερε ότι θα υπάρξει νέο ενιαίο μισθολόγιο για το δημόσιο το 2024, συνδέοντάς το με την αξιολόγηση, ενώ υπερασπίστηκε την επιδοματική πολιτική της κυβέρνησης από την περίοδο της πανδημίας και εντεύθεν – απαντώντας έτσι σε κριτική που γίνεται από φιλελεύθερους «illuminati», όπως ανέφερε χαρακτηριστικά – λέγοντας ότι ήταν σωστή η πολιτική στήριξης της κοινωνίας και της οικονομίας, αναλαμβάνοντας το ρίσκο αύξησης του χρέους και σημειώνοντας ότι η επιστρεπτέα προκαταβολή ήταν ένα εργαλείο δημοσιονομικής πολιτικής, αλλά και τονίζοντας χαρακτηριστικά ότι «θα το ξανακάνουμε αν χρειαστεί».
Σχετικά με την αποεπένδυση του ΤΧΣ στις τράπεζες, ο πρωθυπουργός είπε ότι δεν θεωρεί ότι υπάρχει κάποιος συστημικός λόγος το κράτος να ελέγχει σημαντικό ποσοστό στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, ενώ, με αφορμή τις αυξήσεις του κόστους δανεισμού, λόγω της επιτοκιακής πολιτικής της ΕΚΤ, σημείωσε ότι οι τράπεζες θα πρέπει να επιβραβεύουν συνεπείς δανειολήπτες, επισημαίνοντας, πάντως, ότι με τα προγράμματα ΓΕΦΥΡΑ 1 και 2 αποτράπηκε η δημιουργία νέας γενιάς «κόκκινων» δανείων.
Τέλος, για το ζήτημα των απευθείας αναθέσεων, για το οποίο ασκείται δριμεία κριτική από την αντιπολίτευση, ο Κ. Μητσοτάκης είπε ότι τα ποσά είναι μικρότερα από αυτά που έχουν δει το φως της δημοσιότητας και εξήγησε ότι κατά την περίοδο της πανδημίας του κορωνοϊού δεν υπήρχε άλλος τρόπος για την προμήθεια απαραίτητων υλικών, αν και παραδέχθηκε ότι μπορεί να διερευνηθεί αν σε κάποιες περιπτώσεις μπορούσε να γίνει διαγωνισμός.