Αγωνιστής, αλύγιστος, κομμουνιστής, καθοδηγητής, συγγραφέας, ταπεινός ως άνθρωπος. Είναι μόνο μερικές από τις λέξεις που μπορούν να χαρακτηρίσουν τον Νίκο Μπελογιάννη, ο οποίος σαν σήμερα, πριν από 71 χρόνια, εκτελέστηκε με την κατηγορία της κατασκοπείας, διά τουφεκισμού στο Γουδί, μαζί με ακόμη 3 συντρόφους του: τον Νίκο Καλούμενο, τον Δημήτρη Μπάτση και τον Ηλία Αργυριάδη.
Ήταν 30 Μαρτίου του 1952, στα χρόνια των πιο σκληρών μετεμφυλιακών αντικομμουνιστικών διώξεων. Με τον θάνατό του ο Μπελογιάννης, έγινε ένας από τους αλύγιστους της ταξικής πάλης.
«Εάν έκανα δήλωση αποκήρυξης θα αθωωνόμουνα κατά πάσα πιθανότητα μετά μεγάλων τιμών… Αλλά η ζωή μου συνδέεται με την ιστορία του ΚΚΕ και τη δράση του… Δεκάδες φορές μπήκε μπροστά μου το δίλημμα: Να ζω προδίδοντας τις πεποιθήσεις μου, την ιδεολογία μου, είτε να πεθάνω, παραμένοντας πιστός σ’ αυτές. Πάντοτε προτίμησα το δεύτερο δρόμο και σήμερα τον ξαναδιαλέγω».
Τα λόγια αυτά του Νίκου Μπελογιάννη, αποδείχτηκαν πολύ πιο ισχυρά από τις κάννες του εκτελεστικού αποσπάσματος. Έμεινε στην ιστορία ως «ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο», επειδή κατά την διάρκεια της δίκης του κρατούσε ένα γαρύφαλλο, με την εικόνα να κάνει τον γύρο του κόσμου και να εμπνέει ζωγράφους (Πικάσο) και ποιητές (Ρίτσος, Χικμέτ).
Η ζωή του
Ο Νίκος Μπελογιάννης γεννήθηκε στις 22 Δεκεμβρίου 1915 στην Αμαλιάδα του νομού Ηλείας. Από μαθητής του Γυμνασίου εντάχθηκε στο κομμουνιστικό κίνημα. Το 1932 έγινε μέλος της ΟΚΝΕ (νυν ΚΝΕ) και δύο χρόνια αργότερα του ΚΚΕ. Ξεκίνησε να φοιτά στην Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές, γιατί με απόφαση της Συγκλήτου αποβλήθηκε για την πολιτική του δράση.
Από τότε, πέρασε από πολλές δοκιμασίες. Φυλακές, εξορίες, βασανιστήρια στην Ασφάλεια Πατρών, τρομοκρατία στα ιταλικά στρατόπεδα. Στα χρόνια της ναζιστικής κατοχής ήταν καπετάνιος μεραρχίας του ΕΛΑΣ στην Πελοπόννησο και μέλος του Γραφείου Περιοχής Πελοποννήσου του ΚΚΕ. Στον Εμφύλιο Πόλεμο, ο Νίκος Μπελογιάννης ήταν πολιτικός επίτροπος μεραρχίας του Δημοκρατικού Στρατού. Παράλληλα με την καθοδηγητική του δουλειά, έγραψε άρθρα και μελέτες φιλολογικού, ιστορικού και οικονομικού περιεχομένου, αναφέρει το sansimera.
Το 1949, μετά την λήξη του Εμφυλίου Πολέμου, διέφυγε στις σοσιαλιστικές χώρες και γρήγορα ανέβηκε τα σκαλιά της κομματικής ιεραρχίας. Έγινε αρχικά αναπληρωματικό μέλος της Κ.Ε του ΚΚΕ και αργότερα τακτικό μέλος. Τον Ιούνιο του 1950 επέστρεψε στην Ελλάδα με πλαστό διαβατήριο για να αναλάβει την οργάνωση του παράνομου μηχανισμού του κόμματος μαζί με τον Νίκο Πλουμπίδη.
Η σύλληψη και οι δίκες του
Τον Δεκέμβριο όμως του ίδιου χρόνου, ο Νίκος Μπελογιάννης και 93 ακόμη σύντροφοί του -μεταξύ των οποίων ο δημοσιογράφος Στάθης Δρομάζος, ο Στέργιος Γραμμένος και η Έλλη Ιωαννίδου (Παππά) – συνελήφθησαν και στις 19 Οκτωβρίου 1951 οδηγήθηκαν σε δίκη. Κατηγορήθηκαν για απόπειρα ανασυγκρότησης του ΚΚΕ, με βάση τον Α.Ν 509/1947.
Στις 15 Νοεμβρίου ο πρόεδρος του Εκτάκτου Στρατοδικείου Αθηνών αντισυνταγματάρχης Ανδρέας Σταυρόπουλος ανακοινώνει την ετυμηγορία, πλαισιωμένος από τους στρατοδίκες Γεώργιο Παπαδόπουλο (τον μετέπειτα δικτάτορα), Ν. Κομιάνο, Γ. Κοράκη, και Θ. Κυριακόπουλο. Ο Νίκος Μπελογιάννης ήταν μεταξύ των καταδικασθέντων σε θάνατο. Η απόφαση προκαλεί διεθνή κατακραυγή, ενώ στο εσωτερικό της χώρας το πολιτικό κλίμα φορτίζεται και πάλι επικίνδυνα.
Σύμφωνα με την πολιτική της κυβέρνησης Πλαστήρα – Βενιζέλου, η ποινή των καταδικασθέντων έπρεπε να μετατραπεί σε ισόβια κάθειρξη. Η ανακάλυψη όμως ασυρμάτων σε Γλυφάδα και Καλλιθέα από τις διωκτικές αρχές αποδόθηκε στον παράνομο μηχανισμό του ΚΚΕ και ο Μπελογιάννης οδηγήθηκε σε νέα δίκη στις 15 Φεβρουαρίου 1952, ενώπιον του Διαρκούς Στρατοδικείου Αθηνών για παράβαση του Α.Ν 375/36 περί κατασκοπείας.
Η καταδίκη και η εκτέλεσή του
Δεσπόζουσα μορφή, ο 37χρονος Μπελογιάννης, ο οποίος παρακολουθεί την όλη διαδικασία μ’ ένα κόκκινο γαρύφαλλο στο χέρι, άψογα ντυμένος και με περισσή ευπρέπεια και ψυχραιμία.
Την 1η Μαρτίου ο πρόεδρος του Στρατοδικείου Ιωάννης Σίμος ανακοινώνει την ετυμηγορία… Εις θάνατον καταδικάζονται ο Νίκος Μπελογιάννης και επτά ακόμη κατηγορούμενοι. Ανάμεσά τους, η σύντροφος του Έλλη Παππά, μητέρα του γιου του Νίκου, η οποία έλαβε χάρη.
Τα ξημερώματα της Κυριακής 30 Μαρτίου, ο βασιλικός επίτροπος συνταγματάρχης Αθανασούλας ανακοινώνει στους Νίκο Μπελογιάννη, Νίκο Καλούμενο, Ηλία Αργυριάδη και Δημήτρη Μπάτση ότι η αίτηση χάριτος που υπέβαλαν απορρίφθηκε. Λίγο αργότερα οδηγήθηκαν στο Γουδή, όπου και εκτελέστηκαν δια τυφεκισμού στις 4:12 π.μ.
Το σκίτσο του Πικάσο
Συγκλονισμένος από το τραγικό γεγονός και βλέποντας στις εφημερίδες τη φωτογραφία του «ανθρώπου µε το γαρίφαλο», ο διάσημος Ισπανός ζωγράφος Πάμπλο Πικάσο, ενταγμένος από το 1944 στο Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας, παίρνει το πενάκι του και αρχίζει να ζωγραφίζει στο χαρτί τον Μπελογιάννη αφαιρετικά.
Ακριβώς στην ίδια στάση µε τη φωτογραφία που είχε μπροστά του.
Το ποίημα του Γιάννη Ρίτσου
Τα άσχημα μαντάτα ταξίδεψαν γρήγορα μέχρι το στρατόπεδο συγκέντρωσης πολιτικών κρατουμένων στον Άγιο Ευστράτιο, όπου ζούσε εξόριστος ο Γιάννης Ρίτσος. Την ίδια μέρα θα γράψει το ποίημα «Ο Άνθρωπος με το Γαρύφαλλο».
Σήμερα το στρατόπεδο σωπαίνει.
Σήμερα ο ήλιος τρέμει αγκιστρωμένος στη σιωπή
όπως τρέμει το σακάκι του σκοτωμένου στο συρματόπλεγμα.
Σήμερα ο κόσμος είναι λυπημένος.
Ξεκρέμασαν μια μεγάλη καμπάνα και την ακούμπησαν στη γη.
Μες στο χαλκό της καρδιοχτυπά η ειρήνη.
Σιωπή. Ακούστε τούτη την καμπάνα.
Σιωπή. Οι λαοί περνούν σηκώνοντας στους ώμους τους
το μέγα φέρετρο του Μπελογιάννη.
Τον φοβούνταν και νεκρό
Οι Αρχές φαίνεται ότι φοβούνταν τον Μπελογιάννη ακόμη και νεκρό.
Όπως προκύπτει από τον φάκελό του που διατηρούσε η Ελληνική Χωροφυλακή, στις 15 Απριλίου 1952, δηλαδή δύο εβδομάδες μετά την εκτέλεσή του, η Αστυνομική Διεύθυνση Πειραιά µε έγγραφό της προς την Υποδιεύθυνση Γενικής Ασφαλείας αναφέρει:
«Παρακαλούμεν όπως λάβετε τα ενδεικνυόμενα μέτρα ασφαλείας εις Γ’ Νεκροταφείον κατά την Μεγάλην Πέμπτην, Μ. Παρασκευήν και Μ. Σάββατον συμφώνως προς δοθείσας προφορικάς οδηγίας εις τον κ. Διοικητήν της υποδιευθύνσεως Γεν. Ασφαλείας, προς πρόληψιν συγκεντρώσεων και άλλων έκτροπων εις τον τάφον του εκτελεσθέντος κομμουνιστού Μπελογιάννη».