Δύο ημέρες πριν από το κρίσιμο Eurogroup της 5ης Απριλίου, η Κομισιόν «άναψε» το πράσινο φως και ανοίγει ο δρόμος για τη δόση του 1 δισ.
Πριν από λίγη ώρα ανακοινώθηκε ότι η Κομισιόν ενέκρινε την συμπληρωματική έκθεση για τη 2η ενισχυμένη εποπτεία της Ελλάδας. Η έκεθση αναφέρει ότι οι ελληνικές Αρχές ολοκλήρωσαν τα προαπαιτούμενα της δεύτερης ενισχυμένης εποπτείας.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι δύο ημέρες πριν από το κρίσιμο Eurogroup της 5ης Απριλίου, η Ελλάδα παίρνει το πρώτο «πράσινο φως» για την εκταμίευση της επόμενης δόσης». Τελικό λόγο θα έχουν την Παρασκευή οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης στο Βουκουρέστι.
Στη σχετική έκθεση, που η Επιτροπή θα αποστείλει στο EuroWorkingGroup, αναµένεται να τονίζεται ότι όλα έχουν γίνει σωστά, αλλά και ότι η ενισχυµένη επιτήρηση θα αφορά και την εφαρµογή του νόµου. Η Ελλάδα θα είναι το πρώτο θέµα στην ατζέντα του Eurogroup, που ξεκινάει στις 8.30 το πρωί. Σύµφωνα µε την επίσηµη ανακοίνωση, «οι θεσµοί θα ενηµερώσουν το Eurogroup για την πρόοδο που έχουν σηµειώσει οι ελληνικές Αρχές όσον αφορά την εφαρµογή των µεταρρυθµιστικών δεσµεύσεων που ορίζονται στο ανακοινωθέν της 22ας Ιουνίου 2018, συµπεριλαµβανοµένου του παραρτήµατός της, που εκκρεµούσε κατά την προηγούµενη συνεδρίαση της Eurogroup».
Και συµπληρώνεται ότι «τον Μάρτιο το Eurogroup εξέτασε τα κύρια πορίσµατα της δεύτερης έκθεσης ενισχυµένης επιτήρησης και ζήτησε την ταχεία συµφωνία µεταξύ των ελληνικών Αρχών και των θεσµικών οργάνων σχετικά µε τις υπόλοιπες µεταρρυθµιστικές δεσµεύσεις». Παρά τις διαφωνίες που υπήρχαν στο διάδοχο σχήµα του νόµου Κατσέλη, οι πληροφορίες αναφέρουν ότι οι αλλαγές που έκανε η Αθήνα στην τροπολογία άνοιξαν τον δρόµο για το «πράσινο φως» των υπουργών.
Βασικό σημείο τριβής ήταν η συµφωνία για το διάδοχο σχήµα του νόµου Κατσέλη για την προστασία της πρώτης κατοικίας. «Οι θεσµοί αναµένουν την παρουσίαση και της δευτερεύουσας νοµοθεσίας, προκειµένου να καταλήξουν σε µια “συνολική αξιολόγηση” για την προστασία της πρώτης κατοικίας που εγκρίθηκε την περασµένη εβδοµάδα από την ελληνική Βουλή» ανέφερε η εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για οικονοµικά ζητήµατα, Ανίκα Μπράιτχαρτ πριν από το «πράσινο φως» της Κομισιόν.