Οι ευρωεκλογές έβγαλαν τους περισσότερους πολιτικούς πόλους χαμένους την ώρα που το πολιτικό σύστημα εμφανίζεται να μην μπορεί να αντιστοιχηθεί με τις τάσεις στο εσωτερικό της κοινωνίας
Σε αυτές τις ευρωεκλογές είναι κάπως δύσκολο να πεις ποιος είναι ο νικητής με την πλήρη έννοια του όρου στην Ελλάδα. Αντιθέτως, σίγουρα μπορείς εύκολα να δεις ποιοι είναι οι χαμένοι.
Πρώτος χαμένος ο ίδιος ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Γιατί αυτός έβαλε τον πήχη στο 33% και ως προς αυτόν η ΝΔ απέτυχε γιατί σε αυτές τις εκλογές αποδοκιμάστηκε.
Και μιλώ για αποδοκιμασία γιατί η ΝΔ υποχώρησε σε αυτές τις εκλογές 12% σε σχέση με τις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου 2023, με την πρώτη ανάλυση των ποσοστών να δείχνει ότι όσοι την εμπιστεύτηκαν στις βουλευτικές εκλογές, δεν «μετακόμισαν» σε άλλα κόμματα αλλά επέλεξαν να απέχουν και να μην τη στηρίξουν.
Για όσους δε αγαπούν τους «γυμνούς» αριθμούς, τα συμπεράσματα που προκύπτουν από συγκρίσεις με προηγούμενες εκλογικές επιδόσεις του κόμματος είναι αμείλικτα και αποκαρδιωτικά. Χθες ο Κυριάκος Μητσοτάκης σημείωσε ένα μοναδικό αρνητικό ρεκόρ αποσπώντας τον χαμηλότερο αριθμό ψήφων στην 50χρονη ιστορία του κόμματος. Σε σχέση με τον Ιούνιο του 2023 «έχασε» περίπου 1 εκατ. ψηφοφόρους, ενώ σημαντικές απώλειες καταγράφονται και σε σχέση με τον αριθμό των ψηφοφόρων στις ευρωεκλογές του 2019.
Και πριν μου πείτε ότι άλλο οι ευρωεκλογές και άλλο οι εθνικές εκλογές, να θυμίσω πως όταν ο ΣΥΡΙΖΑ το 2019 στις ευρωεκλογές έχασε περίπου 12% σε σχέση με τις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές, ο Αλέξης Τσίπρας ανακοίνωσε ότι θα γίνουν πρόωρες εκλογές, κατέφυγε στην λαϊκή ετυμηγορία, και εάν δεν το είχε κάνει θα είχε πέσει πάνω του να τον φάει η αντιπολίτευση, που από την πρώτη στιγμή μιλούσε για έντονη δυσαρέσκεια των πολιτών και απώλεια της λαϊκής νομιμοποίησης.
Και επειδή η ζωή έχει χιούμορ ενίοτε πικρό αξίζει να αναφερθεί ότι τότε που η ΝΔ συμφώνησε ότι ήταν χρέος του Τσίπρα να κηρύξει πρόωρες εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ είχε πάρει 1.343.000 ψήφους, ενώ χθες η ΝΔ έλαβε 1.125.000 ψήφους. Η αναδρομή για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης, με την εξαγωγή συμπερασμάτων ως προς το πώς διαβάζουν τα μηνύματα της κοινωνίας και πόσο τα σέβονται οι διαφορετικοί πολιτικοί χώροι να γίνεται αναπόφευκτη.
Μάλιστα, εάν κάποιος κάνει αναγωγή του 28% της ΝΔ, με συμμετοχή λίγο πάνω από 40%, στον συνολικό αριθμό των ψηφοφόρων καταλαβαίνει ότι η ΝΔ πανηγυρίζει ότι κέρδισε τις εκλογές έχοντας σίγουρη την προτίμηση και την αποδοχή μόνο του περίπου 12% του συνόλου των εκλογέων.
Είναι σαφές πλέον ότι αυτή τη στιγμή έχουμε μια κυβέρνηση μειοψηφίας, που κυβερνά και θα συνεχίσει να κυβερνά κυρίως γιατί δεν έχει αντίπαλο ικανό να την «απειλήσει».
Δεύτερος χαμένος ο Νίκος Ανδρουλάκης. Ξέρω ότι πολλοί θα πουν ότι κατάφερε να αυξήσει το ποσοστό του κόμματός του και άρα ήταν μάλλον πετυχημένο το αποτέλεσμα. Όμως, ας μη γελιόμαστε, όταν στόχο βάζεις τη δεύτερη θέση και δεν το καταφέρνεις παρότι ο ΣΥΡΙΖΑ πέρασε – και ως ένα βαθμό περνάει ακόμη – μια μεγάλη κρίση, τότε δεν τα έχεις πάει καλά στις εκλογές, ιδίως όταν είναι εμφανές ότι επρόκειτο για εκλογές με πρωταρχικό στόχο των πολιτών να εκφράσουν τη δυσαρέσκειά τους και την αντίδρασή τους στην κυβερνητική πολιτική.
Τρίτος χαμένος, ο Στέφανος Κασσελάκης, γιατί και αυτός έβαλε τον πήχη ψηλά. Και τον έβαλε ψηλά όχι μόνο όταν έκανε τη μία ή την άλλη δήλωση για το ποιο αποτέλεσμα θα αποτελέσει επιτυχία, αλλά ήδη από τη μέρα που αποφάσισε να διεκδικήσει την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί όταν θες να είσαι ο ηγέτης του πρώτου αριστερού κόμματος στην Ελλάδα που κατάφερε να φτάσει στην κυβερνητική εξουσία, τότε εκ των πραγμάτων με τέτοιους στόχους αναμετριέσαι. Και 15% σίγουρα δεν είναι ποσοστό «κυβερνώσας αριστεράς».
Ποιοι είναι οι κερδισμένοι; Σίγουρα το ΚΚΕ, στο δικό του ωστόσο πεδίο, αυτό δηλαδή μιας δύναμης συνεπούς αντιπολίτευσης. Και κυρίως ο Κυριάκος Βελόπουλος, μια που όχι μόνο πήγε καλά το κόμμα του, αλλά είναι και αυτό που εκπροσωπεί το μόνο ρεύμα που ανέβηκε συνολικά στο ελληνικό πολιτικό τοπίο, και δυστυχώς και πανευρωπαϊκά.
Γιατί εάν παρατηρήσουμε τα αποτελέσματα θα δούμε ότι ούτε η Κεντροδεξιά, που εκπροσωπείται από τη ΝΔ, ούτε η Κεντροαριστερά που εκπροσωπείται από τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, ούτε η πλην του ΚΚΕ αριστερά τα πήγαν καλά ως πολιτικοί χώροι. Εάν υπήρξε ένας χώρος που τα πήγε καλά εκλογικά και κατέγραψε συνολική άνοδο ως χώρος ήταν η Ακροδεξιά και στο εσωτερικό της Ακροδεξιάς ο Κυριάκος Βελόπουλος είναι νικητής.
Γιατί το κρίσιμο ερώτημα για το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα από εδώ και πέρα σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται από το ποιος χώρος θα μπορέσει να ανασυγκροτηθεί ώστε να μπορεί να αποκτήσει δυναμική εξουσίας. Και εδώ η κατάσταση σε σχέση με την Κεντροαριστερά και την ευρύτερη προοδευτική παράταξη, είναι αρκετά αντιφατική.
Γιατί πολύ απλά δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι το σύνολο των ηγεσιών που βρίσκονται σε αυτό το φάσμα, δηλαδή στον ΣΥΡΙΖΑ, στο ΠΑΣΟΚ, στην Πλεύση Ελευθερίας, στη Νέα Αριστερά, στο ΜέΡΑ25, με τον τρόπο που είναι συγκροτημένο θα μπορούσε να συνεννοηθεί, να αφήσει πίσω εγωισμούς και προσωπικές φιλοδοξίες, και να προσπαθήσει να διαμορφώσει έναν αντιπολιτευτικό πόλο που θα μπορούσε να είναι ταυτόχρονα απειλητικός για την κυβέρνηση αλλά και πειστικός για την κοινωνία ότι μπορεί όντως να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας και να αλλάξει προς το καλύτερο τα πράγματα.
Τολμώ μάλιστα να κάνω την πρόβλεψη ότι είναι ίσως πιο πιθανό να δούμε μια τέτοια ανασύνθεση υπό κοινή ηγεσία στην Άκρα Δεξιά παρά στην Κεντροαριστερά, δεδομένης της σημερινής κατάστασης σε πρόσωπα και στρατηγικές. Και αυτό σίγουρα δεν είναι κάτι το ελπιδοφόρο.
Σε κάθε περίπτωση, αυτό που προκύπτει από τις εκλογές είναι ότι το πολιτικό σύστημα είναι αναντίστοιχο της πραγματικής κατάστασης της κοινωνίας, της αγωνίας και των αναγκών μεγάλου μέρους του πληθυσμού αυτής της χώρας. Αυτό εξηγεί -αλλά επιμένω ότι δεν την δικαιολογεί- και την αποχή και την αποδοκιμασία τόσων χώρων, αλλά αναδεικνύει και την αναζήτηση ψήφου διαμαρτυρίας.
Πάνω από όλα αυτό που πλέον φαντάζει μεγάλο κενό και δημιουργεί σοβαρή ανισορροπία στο πολιτικό σύστημα είναι η απουσία ενός πειστικού προοδευτικού πόλου, ικανού όχι μόνο να εκπροσωπήσει τη δυσαρέσκεια, αλλά και να την πολιτικοποιήσει, εξασφαλίζοντας ότι δεν θα επηρεάζεται από τον βαθύ συντηρητισμό και κοινωνικό κανιβαλισμό που εκπροσωπεί και προωθεί η Ακροδεξιά.
Πόσο μάλλον που μόνο εάν υπάρξει ένας ισχυρός προοδευτικός πόλος ικανός να εμπνεύσει, να διαπαιδαγωγήσει και να δώσει όραμα και εναλλακτικό δρόμο, θα σταματήσει και η Κεντροδεξιά να μετατοπίζεται σε όλο και πιο αυταρχικές και συντηρητικές θέσεις και η κοινωνία να κάνει επικίνδυνα βήματα οπισθοδρόμησης.
Διαφορετικά, καθώς η δυσαρέσκεια θα εντείνεται αυτό θα επηρεάζει και τις πολιτικές εξελίξεις και πιθανότατα όχι σε θετική κατεύθυνση, εάν δούμε και τη συνολικότερη μετατόπιση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Και αυτό προφανώς ορίζει και μια πολιτική ευθύνη η επόμενη μέρα να μην είναι business as usual για τον ευρύτερο αριστερό προοδευτικό χώρο, για τον οποίο η κλεψύδρα έχει γυρίσει εδώ και καιρό. Όπως και την ανάγκη να αφεθούν στο πλάι κάθε λογής κομματικοί και προσωπικοί ηγεμονισμοί.
Και η ιστορία έχει δείξει ότι αυτό περνάει και μέσα από την ανάδειξη προσώπων που να μπορούν να παίξουν ρόλο ταυτόχρονα ενωτικό και προωθητικό. Είτε νέα πρόσωπα, είτε πρόσωπα ήδη γνωστά, αλλά με νέο ρόλο και λόγο.
Πηγή:in.gr