«Eπιασε το μωρό και το πέταξε πάνω στην κούνια… Αν λείπω, τι θα της κάνει; Θα τη σκοτώσει;», αναφέρει χαρακτηριστικά στην απολογία του ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος – «Φορτώνει» το φταίξιμο στην Καρολάιν ο 32χρονος
Το οικοδόμημα τις μυθοπλασίας του 33χρονου πιλότου κατέρρευσε και η λαϊκή οργή ξεχείλισε ύστερα από τις εικόνες ασύλληπτης σκληρότητας που καταγράφηκαν στα Γλυκά Νερά. Ανάμεσα στην εναλλαγή πραγματικότητας και θεάτρου, το ερώτημα που ακόμη πλανάται και βασανίζει είναι ένα: γιατί ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος σκότωσε τη σύζυγό του Καρολάιν.
Σε μια φάση των ερευνών που οι αποκαλύψεις φέρνουν ανατροπές, η εικόνα του ευτυχισμένου ζευγαριού νέων ανθρώπων ήταν αποδεδειγμένα μύθος. Όσα υποστήριζε αμέσως μετά το έγκλημα ο πιλότος, περί έρωτος ανάμεσα σε εκείνον και την Καρολάιν, όπως και όσα έλεγε για την άτυχη γυναίκα ότι θα γινόταν μια πολύ καλή μητέρα, αποτελούν λόγια ενός απατηλού σεναρίου.
Η αντίφαση ανάμεσα στο πριν και το μετά προκύπτει και από την απολογία του δράστη, την οποία δημοσιοποιεί το protothema.gr.
Ο πιλότος κατηγορεί, τώρα, μετά θάνατον, την 20χρονη για επιθετική συμπεριφορά τόσο προς τα εκείνον όσο και προς την κόρη τους.
Την παρουσιάζει, μέσα από την προκλητική απολογία του, ως μια μητέρα που ήταν έως και επικίνδυνη για την κόρη της. Υποστηρίζει, δε, ότι η 20χρονη είχε χτυπήσει τη μικρή.
«Αν λείπω, τι θα της κάνει; Θα τη σκοτώσει;», αναφέρει χαρακτηριστικά στην απολογία του ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος.
Δίνοντας τη δίκη του εκδοχή για το μοιραίο βράδυ του Μαΐου σημειώνει τα εξής για τα λεπτά πριν από τον θάνατο της Καρολάιν:
«Άρχισε να μου φωνάζει επειδή της έφερα τη μικρή και δεν την άφηνα κοιμηθεί. Στο μεταξύ η μικρή είχε ξυπνήσει. Τότε η Καρολάιν πάνω στα νεύρα της, έπιασε το μωρό με τα δυο της χέρια και το πέταξε με δύναμη μέσα στο λίκνο, λέγοντας κάτι του στιλ: “σου είπα ότι δεν την θέλω εδώ”. Η Λύδια όπως ήταν φυσικό άρχισε να κλαίει».
Στην συνέχεια επισημαίνει: «Κι εγώ έτρεξα να δω αν το μωρό ήταν καλά. Είδα ότι ευτυχώς δεν είχε χτυπήσει, αλλά είχε τρομάξει πάρα πολύ κι έκλαιγε. Την πήρα αγκαλιά και είπα στην Καρολάιν: “Είσαι με τα καλά σου; Χτυπάς τη μικρή;” Και αυτή μου απάντησε κάτι του στιλ: “Ό,τι γουστάρω θα κάνω, ό,τι θέλω θα κάνω”».
«Πήρα τη Λύδια και κατέβηκα ξανά στο σαλόνι. Ξέχασα να σας πω ότι πριν γίνει αυτό με την μικρή, λίγη ώρα πριν, η Καρολάιν μου είχε στείλει ένα μήνυμα και μου έλεγε αύριο να μην της αφήσω τη μικρή εκεί. Αυτό μου το έλεγε γιατί ήξερε ότι την επομένη μέρα είχα νωρίς πτήση για Πόρτο Χέλι.
Ανέβηκα πάλι στην κρεβατοκάμαρα και τη ρώτησα τι εννοούσε να μην της αφήσω τη μικρή εκεί και μου είπε: «Παρ´τη μαζί σου»,
προσθέτει δίνοντας μια γεύση του συγκρουσιακού κλίματος που επικρατούσε ανάμεσα στο ζευγάρι.
«Να μην τα πολυλογώ δεν έδωσα πολλή σημασία και ξανακέβηκα κάτω. Εν τω μεταξύ, η μικρή κοιμόταν στον καναπέ. Στο σημείο αυτό θέλω να σας πω ότι δεν μου είχε φύγει από το μυαλό αυτό που είχε κάνει η Καρολάιν στη Λύδια. Δηλαδή να την πετάξει στο λίκνο. Το σκεφτόμουν και έλεγε από μέσα μου: “αν το έκανε τώρα που ήμουν κι εγώ μπροστά, αν λείπω, τι θα τις κάνει; Θα τη σκοτώσει;” Αυτό δεν μπορούσε να μου φύγει από το μυαλό. Ανέβηκα ακόμη μια φορά στην κρεβατοκάμαρα για να κάνω μια τελευταία προσπάθεια να δώσω στην Καρολάιν να καταλάβει πόσο άσχημο ήταν αυτό που έκανε. Η Καρολάιν κοιμόταν. Για να μην τρομάξω, ξάπλωσα δίπλα της και την πήρα αγκαλιά», επισημαίνει ακόμη ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος.
Περιγράφοντας την τελευταία πράξη του δράματος σημειώνει στην απολογία τα εξής: «Η Καρολάιν ήταν μπρούμυτα στο κρεβάτι και η δεξιά πλευρά του προσώπου της ακουμπούσε στο μαξιλάρι. Εγώ της είπα: «Να πάρω τη μικρή και να ανέβουμε πάνω;» και αυτή μου απάντησε: «όχι μην τη φέρεις τη μικρή δεν σας θέλω».
Ξεκίνησε να τινάζει το σώμα της για να φύγει από την αγκαλιά μου. Της έλεγα ότι πρέπει η μικρή να ανέβει πάνω και να κοιμηθεί. Η Καρολάιν συνέχισε να τινάζεται, εγώ την κρατούσα όλο και πιο σφιχτά γιατί ήθελα να την κάνω να με ακούσει. Τιναζόταν. Το πρόσωπο της. Ήταν στο μαξιλάρι. Εγώ συνέχιζα να την κρατάω σφιχτά στην αγκαλιά μου μέχρι που κατάλαβα ότι η Καρολάιν σταμάτησε να κουνιέται. Τα έχασα. Προσπάθησα να την ξυπνήσω την κούναγα . Μάταια. Τι θα γινόταν το παιδί μου; Σκέφτηκα να εξαφανίσω το πτώμα της. Για να φανεί αληθοφανές έπρεπε να κάνω κακό στο σκύλο. Κανείς δε θα πίστευε ότι θα μπορούσα να κάνω κακό στο σκυλί….Θέλω να καταλάβουν όλοι πως ότι έκανα μετά το έκανα για να μη χάσει η Λυδία και τον πατέρα της».
Η απολογία επισφραγίζει την προβληματική πραγματικότητα που ήταν αναγκασμένη να υφίσταται η άτυχη Καρολάιν, ο θάνατος της οποίας επήλθε, όπως αποκαλύφθηκε από τη νεκροψία, από ασφυξία.
protothema.gr