Σε «λελογισμένες ενέργειες» προκειμένου να εξαφανίσει τα εις βάρος του στοιχεία προέβη ο Δημήτρης Βέργος, ο δολοφόνος της άτυχης Γαρυφαλλιάς, σύμφωνα με τους δικαστικούς λειτουργούς οι οποίοι δεν φαίνεται να έχουν πειστεί από τους ισχυρισμούς του δράστη περί ψυχιατρικών προβλημάτων.
Όπως αναφέρει ο εισαγγελέας που χειρίζεται την υπόθεση «ο δράστης ένιωσε για ασήμαντη αφορμή (λογομαχία) προσβεβλημένος και εξαπέλυσε δολοφονική επίθεση κατά ενός ατόμου από το στενό του περιβάλλον, το οποίο ήταν σωματικά πιο αδύναμο από τον ίδιο (χτυπήματα, μεθοδευμένο σπρώξιμο σε βραχώδη απόκρημνο γκρεμό).
»Εν συνεχεία, προέβη σε λελογισμένες ενέργειες ήτοι την απομάκρυνση από το σημείο, επιμελής απόκρυψη και αποφυγή επικοινωνίας του με τις αρχές, οργανωμένη εξαφάνιση αποδεικτικών στοιχείων (κινητά τηλέφωνα), ενέργειες που δείχνουν άκρως ψύχραιμη συμπεριφορά. (…) Κρίνουμε ότι ο κατηγορούμενος είναι ένα ευέξαπτο άτομο το οποίο για ασήμαντο λόγο είναι έτοιμο να προξενήσει μη αναστρέψιμη βλάβη σε συνάνθρωπό του και δη σε άτομο του στενού του περιβάλλοντος, τα οποία αυτός θεωρεί ότι τον προσβάλλουν, τον αμφισβητούν ή τον μειώνουν, καθιστώντας στον επικίνδυνο για διάπραξη νέων αδικημάτων. Άλλωστε, όπως ο ίδιος αναφέρει στην απολογία του ενώπιον των αρμοδίων προανακριτικών υπαλλήλων “με είχε νευριάσει και την σκότωσα, ένιωσα δηλαδή ότι με υποβιβάζει, γι’ αυτό και έχασα τον έλεγχο”».
Από την πλευρά του ο ανακριτής στο ένταλμα προσωρινής κράτησης αναφέρει: «Ο κατηγορούμενος διαπληκτίστηκε επανειλημμένως με την θανούσα με την οποία διατηρούσε ερωτικό δεσμό, εξεμάνη διότι εθίγη ο εγωισμός του («διαφωνούσαν για τα πάντα», τον «εκνεύρισε», τον «επέκρινε», τον «μάλωνε», δεν τον «σεβόταν», τον «ειρωνευόταν»), οδήγησε το όχημα στο οποίο επέβαινε και η θανούσα πλησίον γκρεμού και όταν η θανούσα εξήλθε καλώντας σε βοήθεια, την χτύπησε στο κεφάλι και την έσπρωξε δύο φορές προκειμένου να πέσει στον γκρεμό και να σκοτωθεί, όπερ και εγένετο. Ακολούθως, έσυρε και εγκατέλειψε την θανούσα στη θάλασσα, δεν ειδοποίησε τις αρχές ή ασθενοφόρο για τις πρώτες βοήθειες, πέταξε το σακίδιο με τα προσωπικά είδη – ατομικά στοιχεία στη θάλασσα ώστε να εξαφανίσει τα ίχνη- κολύμπησε αντίθετα από το σημείο του συμβάντος ώστε να παραπλανήσει τις αρχές και να διαφύγει την σύλληψη και εξαφάνισε και το δικό του κινητό τηλέφωνο και της θανούσης (ούτε ευρέθησαν ούτε κάνει λόγο για αυτά) ενώ προκύπτει ότι η θανούσα έστελνε μηνύματα και στο σακίδιο του κατηγορουμένου ανευρέθη power bank μαύρο για φόρτιση κινητού τηλεφώνου, ώστε να αποκρύψει αποδεικτικό υλικό».
Κατά τον ανακριτή, όλα αυτά «μαρτυρούν ότι αφενός θίγει ο εγωισμός του κατηγορουμένου έστω και για ασήμαντη αφορμή -εν προκειμένω ήταν εσφαλμένη κατεύθυνση καθοδόν προς αναψυχή-, αυτός δεν διστάζει να αφαιρέσει ανθρώπινη ζωή οικείου του με σκληρότητα στην εκτέλεση και μεθοδικότητα στην απόκρυψη του εγκλήματος».
zougla.gr