Το γενικό απαγορευτικό που μπήκε πάλι στη χώρα, θα έχει όπως είναι αναμενόμενο ευρύτερες επιπτώσεις στην οικονομία που δε θα περιοριστούν μόνο στους κλάδους που υποχρεωτικά βάζουν λουκέτο.
Η αναστολή δραστηριότητας ή η υπολειτουργία απειλεί τη βιωσιμότητα για χιλιάδες επιχειρήσεις. Ειδικά οι μικρομεσαίοι που όλο αυτό το διάστημα έδιναν μάχη επιβίωσης και χιλιάδες εργαζόμενοι βρίσκονται αντιμέτωποι με την ανεργία με ότι αυτό συνεπάγεται.
Η αναζήτηση της χρυσής ισορροπίας ανάμεσα στον πρωταρχικό στόχο για την προστασία της δημόσιας υγείας και την προάσπιση της οικονομικής δραστηριότητας παραμένει.
Οι οικονομικές επιπτώσεις αναμένεται να είναι ιδιαίτερα επώδυνες, πιθανόν ακόμα περισσότερο από την πρώτη φάση της πανδημίας.
Τα μέτρα έρχονται να επιβαρύνουν μια ήδη προβληματική κατάσταση και να επηρεάσουν την καταναλωτική, αποταμιευτική και επενδυτική συμπεριφορά πολιτών και επιχειρήσεων, η οποία στην ουσία δεν είχε επανέλθει σε συνθήκες ομαλότητας.
Αρνητική επίπτωση –όπως και στην πρώτη φάση- αναμένεται να υπάρξει στο διαθέσιμο εισόδημα και στο ύψος της καταναλωτικής δαπάνης, που με τη σειρά της θα επηρεάσει τη ζήτηση, την ανεργία, την παραγωγή και πάλι το εισόδημα σε ένα φαύλο κύκλο που θα επαναλαμβάνεται με αρνητικό πρόσημο όσο η «μηχανή» δεν λειτουργεί, κατεβαίνουν ρολά και ολόκληροι κλάδοι τραβούν χειρόφρενο στις δραστηριότητές τους.
Οι δυσκολίες εξυπηρέτησης του ιδιωτικού χρέους θα ενταθούν και το πρόβλημα των κόκκινων δανείων αναμένεται να οξυνθεί περεταίρω.
Δεδομένη θα πρέπει να θεωρείται και η εκτόξευση του δημοσίου χρέους σε επίπεδα πάνω από
200% του ΑΕΠ, επίπεδα που έχουμε να δούμε από τα χρόνια πριν το περίφημο PSI.
Η παγκόσμια ανησυχία αποτυπώνεται και με την αντίδραση των αγορών, με την πτώση αρχικά στις τιμές των μετοχών, στην αγορά παραγώγων, τη φυγή από επιλογές υψηλότερου ρίσκου, την υποχώρηση στις τιμές του πετρελαίου και άλλων εμπορευμάτων και τη μεταβλητότητα στη συνέχεια, που αναμένεται να συνεχιστεί.
Είναι προφανές ότι η ζοφερή εικόνα στην οικονομία, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την πορεία της πανδημίας. Στην παρούσα φάση τα μέτρα στήριξης από εθνικούς και ευρωπαϊκούς πόρους, αποτελούν σανίδα σωτηρίας και είναι απαραίτητο να συνεχιστούν και να ενισχυθούν περεταίρω. Η ρευστότητα είναι απαραίτητη και οι τελευταίες ανακοινώσεις είναι προς αυτήν την κατεύθυνση.
Ας μην έχουμε αμφιβολίες όμως. Καμία οικονομία δεν έχει άπειρες αντοχές.
Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση της Ελλάδας παρά τα ταμειακά διαθέσιμα και τα φθηνά δανειακά κεφάλαια.
Ο λογαριασμός και για την επόμενη μέρα θα είναι βαρύς. Με την πολύμηνη καχεξία που βρίσκεται πάντα σε εξέλιξη, δύσκολα θα επιβεβαιωθούν οι όποιες προσδοκίες για γρήγορη ανάκαμψη.
Στην αντιμετώπιση της κατάστασης μπορούν να συμβάλουν καθοριστικά οι ευρωπαϊκοί πόροι και να βάλουν τις βάσεις για μια θετικότερη προοπτική. Η Ευρώπη οφείλει να κινηθεί πιο γρήγορα.
Η ανησυχία όμως, η αυτοσυγκράτηση, η αποστροφή στο ρίσκο θα πάρουν χρόνο να αποκατασταθούν και γενικά η επούλωση των πληγών θα καθυστερήσει. Ταυτόχρονα αναμένεται να παγιωθούν σημαντικές δομικές αλλαγές, τόσο στην ελληνική, όσο και την παγκόσμια οικονομία (εργασία στο σπίτι, χρήση διαδικτύου για συναλλαγές κλπ) που θα αλλάξουν και την εικόνα των εργασιακών σχέσεων.
Υπάρχει όμως και ακόμα μία δυσάρεστη και επικίνδυνη πλευρά. Η επανάκαμψη της πανδημίας και μάλιστα με ιδιαίτερη ένταση διαψεύδοντας τις θετικές προσδοκίες κατά τη διάρκεια και κυρίως για μετά το καλοκαίρι, ελλοχεύει κινδύνους κοινωνικών εντάσεων και αναταραχών, όπως συνέβη εδώ και μέρες στην Ιταλία, την Ισπανία και άλλες χώρες. Μια έλλειψη αποδοχής δηλαδή, παρά τη χειρότερη μέχρι τώρα εικόνα σε σχέση με την Ελλάδα.
Οι οικονομικές δυσκολίες σε συνδυασμό με την κόπωση, μπορεί να πυροδοτήσουν ιδιαίτερα δυσάρεστες καταστάσεις.
Επόμενος σημαντικός σταθμός τα τέλη του έτους, για το πώς θα κινηθεί η χριστουγεννιάτικη αγορά που διαδραματίζει ως γνωστόν καθοριστικό ρόλο στην οικονομία, αλλά και γιατί είναι η περίοδος όπου τοποθετούνται χρονικά σημαντικές ανακοινώσεις για αποτελεσματικά εμβόλια. Παρόλο που και στην περίπτωση αυτή αναμένεται να απαιτηθεί χρόνος, αντί για άμεσα και θεαματικά αποτελέσματα, και η προσαρμογή θα είναι σταδιακή, ας ελπίσουμε σε θετικές ειδήσεις για την υγεία, την κοινωνία και την οικονομία.
* Οικονομολόγος, δημοτικός σύμβουλος δήμου Θηβαίων.