Οι επιστήμονες προβληματίζονται για τη διάρκεια του φαινομένου, εκτιμούν όμως ότι δεν υπάρχει φόβος μεγαλύτερου σεισμού.
Ξεκίνησε εκ νέου από την Κυριακή η μικροσεισμική δραστηριότητα στην περιοχή της Θήβας. Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι η περιοχή δεν έχει δυναμικό για μεγάλο σεισμό, ωστόσο παρακολουθούν την εξέλιξη του φαινομένου. Από μηχανικής άποψης, πάντως, η μικροσεισμική δραστηριότητα δεν είναι αμελητέα καθώς καταπονεί τα κτίρια της πόλης, η οποία είναι χτισμένη σε ακατάλληλα εδάφη και δεν θεωρείται… υπόδειγμα δόμησης.
Η σεισμική δραστηριότητα ξεκίνησε προχθές το βράδυ, με μια ασθενή δόνηση 3,8 Ρίχτερ, ενώ ακολούθησε πλήθος μικρών μετασεισμών. «Ολοι οι μετασεισμοί γίνονται σε μικρά εστιακά βάθη, κάτω των 10 χλμ. και εστιάζονται στην περιοχή ανατολικά της Θήβας», εξηγεί ο Θανάσης Γκανάς, διευθυντής Ερευνών στο Γεωδυναμικό Ινστιτούτο. «Η σεισμική δραστηριότητα στην περιοχή ξεκίνησε τον Δεκέμβριο του 2020 με ένα σεισμό 4,4 Ρίχτερ κοντά στο χωριό Καλλιθέα, 10 χλμ. ανατολικά της Θήβας, ο οποίος είχε μια μικρή σεισμική ακολουθία. Κατόπιν ξεκίνησε εκ νέου με δύο σεισμούς 4,3 και 4,1 Ρίχτερ τον Ιούλιο του 2021 και ουσιαστικά δεν έχει σταματήσει».
Τα ρήγματα
Οι σεισμολόγοι εκτιμούν ότι το φαινόμενο δεν είναι σπάνιο. «Εχουμε δει σε πολλές περιοχές της Ελλάδας μια συνεχή σεισμική δραστηριότητα, με δονήσεις μικρότερες των 5 Ρίχτερ», λέει ο κ. Γκανάς. «Σίγουρα η συνεχιζόμενη δραστηριότητα μάς προβληματίζει, ενώ ανησυχεί τον πληθυσμό της περιοχής. Ωστόσο δεν ανησυχούμε για κάποιον μεγάλο σεισμό, γιατί δεν υπάρχουν μεγάλα ρήγματα στην περιοχή όπου εντοπίζεται η σεισμική ακολουθία. Οι σημαντικότερες δονήσεις στην περιοχή, 6,3 Ρίχτερ το 1914, 6 Ρίχτερ το 1893 και 6 Ρίχτερ το 1853, έγιναν σε άλλα ρήγματα».
Η ιδιαιτερότητα στην περίπτωση της Θήβας είναι ότι η πόλη βρίσκεται επάνω σε κακά εδάφη, ενώ θεωρείται γενικά «κακοχτισμένη». «Στη Θήβα οι εδαφικές συνθήκες είναι δυσμενείς. Επιπλέον, όπως όλες οι ελληνικές πόλεις, έχει υποστεί τις συνέπειες μιας κακής ανάπτυξης», επισημαίνει ο Παναγιώτης Καρύδης, ομότιμος καθηγητής Αντισεισμικής Τεχνολογίας στο ΕΜΠ. Το ερώτημα είναι πόσο επικίνδυνη είναι για τα κτίρια η συνεχιζόμενη μικροσεισμική δραστηριότητα. «Στα σύγχρονα κτίρια μπορεί να δημιουργηθούν κάποιες ρωγμές στους διαχωριστικούς τοίχους, οι οποίες δεν είναι επικίνδυνες. Στα παλαιά κτίρια όμως, ιδίως σε όσα έχουν γίνει επεμβάσεις και έχει εξαντληθεί η ικανότητά τους, εκεί τα πράγματα είναι προβληματικά. Να σημειωθεί ότι πολλά από τα κτίρια στη Θήβα έχουν υποστεί καθίζηση λόγω των κακών εδαφών, κάτι που επιβαρύνει την κατάσταση».
Η ασφαλέστερη οδός είναι ο προσεισμικός έλεγχος. «Αν κάποιος μένει σε ένα παλαιό ή ταλαιπωρημένο, θα ήταν καλό να καλέσει έναν μηχανικό της εμπιστοσύνης του να κάνει έναν προσεισμικό έλεγχο και βέβαια να εφαρμόσει τις οδηγίες που θα του δοθούν», καταλήγει ο κ. Καρύδης.
Πηγή:kathimerini.gr