Νιόκαστρο Ναυαρίνου, “Το φρούριο της Πύλου”

Ανάρτηση από τον αναγνώστη Μίλλερ Μιχάλη.

Το φρούριο του Νιόκαστρου χτίστηκε από τους Οθωμανούς το 1573, μετά την ήττα τους στη ναυμαχία της Ναυπάκτου, με σκοπό να προστατεύσει τη νότια είσοδο του κόλπου του Ναβαρίνου και την εμπορική θαλάσσια δραστηριότητα από Ανατολή προς Δύση και αντίστροφα. Ονομάστηκε «Νιόκαστρο» σε αντίθεση με το παλαιότερο φρούριο του Κυριφασίου (Παλιόκαστρο ή Παλιό Ναβαρίνο), που έλεγχε τη βόρεια είσοδο και το παλιό λιμάνι.

Το 1715 οι Τούρκοι ανακατέλαβαν το Νιόκαστρο, την Κορώνη και το Παλαιό Ναβαρίνο. Οι Ενετοί είχαν ανατινάξει το κάστρο πριν φύγουν, αλλά οι Τούρκοι το επισκεύασαν και από τότε άρχισε να αναπτύσσεται οικισμός μέσα στο φρούριο.

Το 1770, οι αδερφοί Ορλώφ καταλαμβάνουν προσωρινά το Νιόκαστρο που με την απομάκρυνση του ρωσικού στόλου γνωρίζει στις 6 Ιουλίου 1770 την εκδικητική μανία των Τουρκαλβανών.

Οι κάτοικοι του Νιόκαστρου επαναστάτησαν το 1821 με επικεφαλής τους Γεωργάκη και Νικόλαο Οικονομίδη και πολιόρκησαν το φρούριο στις 25 Μαρτίου 1821. Το κάστρο παραδόθηκε στους Έλληνες στις 7 Αυγούστου 1821.

Το 1825 ο Ιμπραήμ Πασάς αποβιβάστηκε στη Μεθώνη και στο Νιόκαστρο έγινε μία από τις σημαντικότερες επιχειρήσεις της εκστρατείας του. Αρχικά, ο Ιμπραήμ πήρε τον έλεγχο του νησιού Σφακτηρία και έσφαξε τους 200 υπερασπιστές του. Στη συνέχεια πολιόρκησε το Νιόκαστρο, έκοψε  το νερό του υδραγωγείου και το κανονιοβολούσε για 3 μέρες. Μεταξύ των αρχηγών της Ελληνικής πλευράς, ήταν ο στρατηγός Μακρυγιάννης που εξιστορεί τα γεγονότα στα Απομνημονεύματά του. Οι Έλληνες παραδόθηκαν στις 11 Μαΐου 1825.

Στον κόλπο του Ναβαρίνου, τον Οκτώβριο του 1827 οι στόλοι των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής πολέμησαν και νίκησαν τον Ιμπραήμ και τον ανάγκασαν να σταματήσει τις λεηλασίες στο Μόρια.

Μετά το 1830 ιδρύθηκε η νέα πόλη με το όνομα «Πύλος» έξω από τα τείχη. Το κάστρο εγκαταλείφθηκε και ο χώρος της ακρόπολης μετατράπηκε σε φυλακή. Το Νεόκαστρο ή Νέο Ναβαρίνο, όπως ονομαζόταν σε αντίθεση με το Παλαιό Ναβαρίνο, χτίστηκε την εποχή που τα πυροβόλα χρησιμοποιούνταν στον πόλεμο. Τα τείχη ήταν χοντρά για να αντέχουν στον κανονιοβολισμό, ήταν χαμηλά, ενισχυμένα με ισχυρούς προμαχώνες και κεκλιμένα για να αμβλύνουν την πρόσκρουση και να μην είναι εύκολος στόχος για τα βλήματα. Οι δύο σημαντικότεροι προμαχώνες βρίσκονται στην πλευρά της θάλασσας (ο λεγόμενος Έβδομος και Σάντα Μαρία) και προστάτευαν την είσοδο και το λιμάνι. Στο ψηλότερο και πιο ευάλωτο σημείο του κάστρου κτίστηκε η ακρόπολη, η οποία ενισχύθηκε με άνυδρη τάφρο εξωτερικά, έξι πενταγωνικούς προμαχώνες και σχεδόν εξήντα κανόνια. Εντυπωσιακό είναι το νότιο τείχος του κάστρου, η λεγόμενη Μεγάλη Βέργα, που ενώνει την ακρόπολη με την Έβδομη. Η είσοδος στο κάστρο γινόταν από τη νοτιοανατολική πλευρά, όπου βρίσκεται η επιβλητική πύλη, η «Ζεμάτιστρα». Μέσα στο κάστρο μπορεί κανείς να βρει μόνο τα ερείπια κατοικιών και δημόσιων κτιρίων, καθώς και το επιβλητικό τζαμί, που με την απελευθέρωση μετατράπηκε σε ορθόδοξο ναό της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος.

Σχετικά