Προβληματισμό προκαλούν στους επιστήμονες οι σχετικά μικρού μεγέθους σεισμικές δονήσεις που σημειώνονται στον Κορινθιακό Κόλπο το τελευταίο δεκαήμερο. Την ίδια στιγμή η Ελλάδα διανύει μία περίοδο σεισμικής άπνοιας με παντελή απουσία σεισμού της τάξης των 6 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ ή μεγαλύτερου εδώ και περίπου μία διετία.
Σύμφωνα με τον σεισμολόγο, Γεράσιμο Παπαδόπουλο περίπου από τις 15 Σεπτεμβρίου καταγράφεται μια έντονη σεισμική δραστηριότητα στη συγκεκριμένη εστία, η οποία μετρά περί τους 50 σεισμούς με μέγεθος κλιμακούμενο που έχει φτάσει τα 3,4 και τα 3,8 Ρίχτερ.
Ο Κορινθιακός έχει δώσει μεγάλους σεισμούς στο παρελθόν
Η εστία εντοπίζεται στο ανατολικό τμήμα του Κορινθιακού, ο οποίος έχει δώσει στο παρελθόν μεγάλους και καταστροφικούς σεισμούς, κάποιοι από τους οποίους επηρέασαν σημαντικά και την Αττική. Χαρακτηριστικότερος ήταν ο σεισμός του Φεβρουαρίου του 1981 στις Αλκυονίδες, ο οποίος είχε προκαλέσει σημαντικές βλάβες και στην Αττική σε περιοχές όπως το Περιστέρι, η Ανθούπολη, ο Άγιος Ιωάννης Ρέντης, αλλά και κατά μήκος του ρέματος του Χαλανδρίου.
«Παρατηρείται μία διέγερση στην περιοχή, η οποία χρειάζεται προσεκτική παρακολούθηση και αξιολόγηση κυρίως για να δούμε την πορεία της σεισμικής δραστηριότητας μέρα με την ημέρα ώστε συνυπολογίζοντας και τους δείκτες σεισμικότητας να καταλάβουμε εάν πρόκειται για κάποια προσεισμική ακολουθία ή για ένα σμήνος σεισμών, μια χωροχρονική συσσώρευση, που όμως δε θα δώσει κάτι μεγαλύτερο επί του παρόντος», εξηγεί στο «Εθνος» ο κ. Παπαδόπουλος.
«Δεν πρέπει να επαναπαυόμαστε – Η Αττική είναι ευάλωτη»
Ο ίδιος μάλιστα επισημαίνει ότι θα ήταν χρήσιμο να συγκληθεί και η επιτροπή εκτίμησης σεισμικού κινδύνου όχι για να προκληθεί πανικός στους πολίτες, αλλά για να υπάρξουν οι απαραίτητες υπενθυμίσεις και συστάσεις.
«Σε κάθε περίπτωση δε θα πρέπει να επαναπαυόμαστε. Θυμίζω την περίπτωση του Αρκαλοχωρίου. Η περιοχή έδινε επί περίπου 4 μήνες σεισμούς, υπήρξε μία προσεισμική ακολουθία, την οποία υποψιαστήκαμε περίπου δύο μήνες πριν την εκδήλωση του κύριου σεισμού των 6 Ρίχτερ. Τότε είχε συγκληθεί η Επιτροπή και αν και δεν ήμαστε βέβαιοι ότι επρόκειτο για προσεισμική ακολουθία, είχαν δοθεί κάποιες οδηγίες στις τοπικές αρχές».
Όπως υπογραμμίζει ο κ. Παπαδόπουλος, η Αττική είναι ιδιαίτερα ευάλωτη, όπως προκύπτει και από πρόσφατες μελέτες του Global Eartquake Model, ενός διεθνούς Οργανισμού, στον οποίο συμπράττουν αρκετές χώρες και αντασφαλιστικές εταιρίες. Η αυξημένη τρωτότητα της Αττικής εδράζεται κυρίως στην υπερσυγκέντρωση πληθυσμού, αλλά και κοινωνικών, εμπορικών και βιομηχανικών δραστηριοτήτων. Κατά συνέπεια εκτίθενται σε σεισμικό κίνδυνο μεγάλα τμήματα πληθυσμού.
Ο κ. Παπαδόπουλος επισημαίνει επίσης πως η παρατήρηση και αξιολόγηση μιας σεισμικής δραστηριότητας δεν αποτελεί μία προσωπική άποψη, αλλά μια διεθνή επιστημονική αντίληψη, σύμφωνα με την οποία απαιτείται παρακολούθηση καθώς όταν σε μια περιοχή παρατηρείται σεισμική δραστηριότητα και τα μεγέθη ανεβαίνουν, αυξάνεται και το επίπεδο σεισμικού κινδύνου.
Η σεισμική άπνοια συνεχίζεται
Προβληματισμό στους ειδικούς επιστήμονες προκαλεί και το γεγονός της απουσίας σεισμών σχετικά μεγάλου μεγέθους στην Ελλάδα την τελευταία διετία. Οπως επισημαίνει για ακόμα μία φορά ο κ. Παπαδόπουλος, από τον Νοέμβριο του 2021 έως σήμερα δεν έχει συμβεί ούτε ένας ισχυρός σεισμός μεγέθους 6 βαθμών ή μεγαλύτερου.
«Έγιναν μόνο 4 σεισμοί με μέγεθος 5.5 έως 5.9 και μικρότεροι, ενώ ο μέσος όρος είναι τουλάχιστον ένας μεγέθους 6 το χρόνο», τονίζει.
Σε παλαιότερη ανάρτησή του μάλιστα είχε σημειώσει πως «από τη μακροχρόνια στατιστική αναμέναμε να γίνουν 2 σεισμοί με μέγεθος 6 και πάνω και 8 σεισμοί με μέγεθος 5.5 έως 5.9».
Η σεισμική ύφεση ενδεχομένως οφείλεται στους αρκετούς «6άρηδες» που σημειώθηκαν τη διετία 2020 – 2021, μεταξύ των οποίων οι ισχυροί σεισμοί της Σάμου, του Αρκαλοχωρίου και ο διπλός σεισμός της Ελασσόνας. Στα δύο αυτά χρόνια είχαν καταγραφεί 6 ισχυροί σεισμοί με μέγεθος 6 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ ή μεγαλύτερο, «τρεις φορές παραπάνω από τις προβλέψεις της μέσης στατιστικής», ανέφερε ο κ. Παπαδόπουλος προσθέτοντας πως δεδομένου πως κανείς δε γνωρίζει πότε θα γίνει ο επόμενος ισχυρός σεισμός, η καλύτερη άμυνα είναι η τήρηση των κανονισμών, ο προσεισμικός έλεγχος κτιρίων, η προετοιμασία, η πρόληψη και η ενημέρωση.
ethnos.gr