Με αύξηση των λιπιδίων και του σακχάρου συσχετίζει νεότερη έρευνα την καθημερινή κατανάλωση μπίρας χωρίς αλκοόλ – Δείτε τα ευρήματα της μελέτης
Τα τελευταία χρόνια, οι μπύρες χωρίς αλκοόλ έχουν εξελιχθεί σε σύμβολο μιας πιο συνειδητής κατανάλωσης. Πολλοί τις προτιμούν πιστεύοντας ότι είναι μια υγιεινή εναλλακτική του παραδοσιακού αλκοόλ: χαμηλότερες θερμίδες, καμία επίδραση στο νευρικό σύστημα, πιο «καθαρή» επιλογή για όσους αποφεύγουν τις μεθυστικές επιπτώσεις. Όμως, μια νέα μελέτη από τη Γερμανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες φέρνει στο φως δεδομένα που αξίζει να προσέξουμε.
Το 2023, οι πωλήσεις μπύρας χωρίς αλκοόλ στις παμπ του Ηνωμένου Βασιλείου άγγιξαν τα 120 εκατομμύρια ποτήρια, σημειώνοντας αύξηση 14% μέσα σε έναν χρόνο και συνολική άνοδο σχεδόν 78% από το 2019. Πρόκειται για εντυπωσιακά νούμερα που αποτυπώνουν μια σαφή μετατόπιση στις καταναλωτικές συνήθειες. Αντίστοιχες τάσεις παρατηρούνται και στην Ελλάδα, όπου όλο και περισσότεροι καταναλωτές αναζητούν «υγιεινές» εναλλακτικές στα παραδοσιακά αλκοολούχα ποτά. Η αποχή από το αλκοόλ συνοδεύεται, δικαίως, από την αίσθηση ότι αποτελεί πιο υγιεινή επιλογή, όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι όλα τα υποκατάστατα είναι απαλλαγμένα από επιπτώσεις για την υγεία.
Δύο μπουκάλια την ημέρα αρκούν για να αλλάξουν οι δείκτες
Στη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Nutrients, οι ερευνητές μελέτησαν 44 υγιείς νέους άνδρες, οι οποίοι χωρίστηκαν σε δύο ομάδες. Η πρώτη ομάδα κατανάλωνε δύο φιάλες μπύρας χωρίς αλκοόλ (330ml η κάθε μία) την ημέρα, ενώ η δεύτερη ομάδα (ομάδα ελέγχου) κατανάλωνε μόνο νερό. Η διάρκεια της μελέτης ήταν τέσσερις εβδομάδες, με τους συμμετέχοντες να υποβάλλονται σε συχνές αιματολογικές εξετάσεις για την παρακολούθηση της μεταβολικής και καρδιομεταβολικής τους κατάστασης.
Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η καθημερινή κατανάλωση μπύρας χωρίς αλκοόλ μπορεί να οδηγήσει σε μεταβολικά ανεπιθύμητες αλλαγές, όπως:
Αύξηση σακχάρου και υπερινσουλιναιμία: Η κατανάλωση των δύο μπουκαλιών την ημέρα προκάλεσε αύξηση στα επίπεδα σακχάρου στο αίμα, αλλά και υπερινσουλιναιμία. Οι δείκτες αυτοί υποδεικνύουν κίνδυνο για εμφάνιση σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2, εφόσον η κατάσταση διατηρηθεί για μεγάλο διάστημα.
Αύξηση σε τριγλυκερίδια και «κακή» χοληστερόλη: Οι συμμετέχοντες εμφάνισαν επίσης αυξημένα επίπεδα τριγλυκεριδίων και LDL χοληστερόλης, δύο μορφών λιπιδίων που έχουν συσχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων.
Δεν είναι όλες οι μπύρες ίδιες
Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα σημεία της μελέτης είναι ότι οι αρνητικές επιδράσεις ποικίλλουν ανάλογα με τον τύπο της μπύρας. Οι σταρένιες μπύρες χωρίς αλκοόλ (wheat beers) και οι λεγόμενες «mixed beers», που είναι συνήθως αρωματισμένες με πορτοκάλι ή λεμόνι σχετίστηκαν με περισσότερες αρνητικές μεταβολικές επιπτώσεις. Αντίθετα, οι πιο «καθαρές» μπύρες τύπου Pilsner (με 0-0,5% αλκοόλ) φάνηκαν λιγότερο επιβαρυντικές, αν και όχι τελείως αθώες.
Το κοινό στοιχείο πίσω από αυτές τις επιπτώσεις είναι η θερμιδική και γλυκαιμική επιβάρυνση. Πολλές μπύρες χωρίς αλκοόλ περιέχουν πρόσθετα σάκχαρα ή γλυκαντικά για βελτιωμένη γεύση και φέρουν υψηλό γλυκαιμικό φορτίο, ακόμη κι αν φαίνονται «light». Όπως αναφέρουν οι ερευνητές, «οι μεταβολικές επιδράσεις φαίνεται να προκύπτουν κυρίως από την περιεκτικότητα σε θερμίδες και ζάχαρη, παρά από την απουσία ή παρουσία αλκοόλ».
Ούτε τοξική, ούτε εντελώς ακίνδυνη
Η αποχή από το αλκοόλ εξακολουθεί να είναι πολύτιμη για την υγεία, και τα εναλλακτικά ποτά μπορούν να έχουν τη θέση τους. Όμως, η πεποίθηση ότι πρόκειται για ένα υγιεινό ρόφημα που μπορούμε να καταναλώνουμε χωρίς περιορισμό είναι λανθασμένη.
Μια μπύρα χωρίς αλκοόλ δεν σημαίνει απαραίτητα και χωρίς θερμίδες ή επιδράσεις στο σάκχαρο. Σύμφωνα με τα συγκεκριμένα ευρήματα, η κατανάλωση δύο μπουκαλιών την ημέρα για μερικές εβδομάδες μπορεί να έχει μετρήσιμη επίδραση στον μεταβολισμό, επηρεάζοντας τα επίπεδα γλυκόζης και ινσουλίνης στο αίμα. Αν καταναλώνετε συχνά μπύρες χωρίς αλκοόλ, είναι προτιμότερο να επιλέγετε τύπους pilsner ή προϊόντα χωρίς προσθήκη γλυκαντικών, που φαίνεται να έχουν πιο ήπια επίδραση στον μεταβολισμό σας.