Η κυβέρνηση είναι αντιμέτωπη με ένα μεγάλο αγροτικό κίνημα, με αιτήματα ζωτικής σημασίας για την επιβίωση των αγροτών. Αν δεν κάνει πραγματικές προτάσεις που θα λύνουν προβλήματα, τα μπλόκα θα κλιμακωθούν με δική της ευθύνη.
Η αγροτιά είναι σε ξεσηκωμό. Εάν κανείς κοιτάξει την κλίμακα των κινητοποιήσεων, καταλαβαίνει ότι δεν πρόκειται απλώς για κάποιες «επετειακές» κινητοποιήσεις, όπως υπονοούν κάποιοι για να τις υποτιμήσουν. Πολύ περισσότερο δεν πρόκειται για «πολιτικά υποκινούμενες» προσπάθειες να υπονομευτεί η εικόνα της κυβέρνησης, επιχείρημα που επίσης επιστρατεύεται κάθε φορά που μια κοινωνική ομάδα διαμαρτύρεται και διεκδικεί.
Αυτό που συμβαίνει είναι ότι μια ολόκληρη κοινωνική κατηγορία, πιο σωστά μια «άλλη Ελλάδα», που συχνά κάνουμε σαν να μην υπάρχει, κατεβαίνει στους δρόμους γιατί δεν της έμεινε άλλη επιλογή. Γιατί βλέπει τις επιδοτήσεις να καθυστερούν, γιατί υπάρχουν αποζημιώσεις για φυσικές καταστροφές (στην πραγματικότητα για τα χρόνια ελλείμματα στις υποδομές για τα οποία το κράτος ευθύνεται) που έχουν καθυστερήσει, γιατί η έκρηξη της ακρίβειας δεν αφορά μόνο τους καταναλωτές στις πόλεις, αλλά και τους αγρότες που βλέπουν το κόστος παραγωγής να ανεβαίνει σε επίπεδα που δεν μπορούν να αντέξουν. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά είδαν την κυβέρνηση στο -ούτως ή άλλως εξοργιστικό μετά από τρία μνημόνια- σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, προκειμένου να αποσείσει τις δικές της ευθύνες, να τους «στοχοποιεί» ως αυτούς που μονίμως προσπαθούν να παραπλανήσουν το κράτος και να πάρουν επιδοτήσεις που δεν δικαιούνταν.
Αν κανείς ακούσει τα αιτήματά τους, θα διαπιστώσει ότι σε μεγάλο βαθμό ζητούν τα αυτονόητα: Την άμεση καταβολή όλων των οφειλόμενων ενισχύσεων και αποζημιώσεων, κατώτατες εγγυημένες τιμές που θα καλύπτουν το πραγματικό κόστος παραγωγής, μείωση του κόστους παραγωγής με αφορολόγητο πετρέλαιο και πλαφόν στο αγροτικό ρεύμα και αναμόρφωση του κανονισμού για τις αποζημιώσεις ώστε αυτές να καλύπτουν το 100% της παραγωγής και του κεφαλαίου από όλους τους κινδύνους.
Απέναντι σε αυτά, επί της ουσίας το μόνο για το οποίο έχει δεσμευτεί η κυβέρνηση είναι ότι θα «ομαλοποιηθεί» η ροή των πληρωμών, ύστερα από τις μεγάλες καθυστερήσεις που έχουν υπάρξει. Βεβαίως, αυτό που δεν λέει η κυβέρνηση είναι ότι αυτές οι καθυστερήσεις είναι δικό της έργο, ιδίως από τη στιγμή που με αφορμή τις κυβερνητικές ευθύνες για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ η χώρα μας βρέθηκε στο στόχαστρο της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας. Δηλαδή, η κυβέρνηση παρουσιάζει ως ανταπόκριση στα αιτήματα της αγροτιάς στην καλύτερη των περιπτώσεων την καταβολή των χρωστούμενων και μάλιστα με μεγάλη καθυστέρηση.
Όταν, όμως, έρχεται η ώρα να συζητήσει τα υπόλοιπα αιτήματα των αγροτών, τις αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές και ένα σύστημα που να στηρίζει ουσιαστικά την αγροτική παραγωγή και να την αναβαθμίζει, εκεί η κυβέρνηση απλώς υπόσχεται «διάλογο» και μάλιστα, εμμέσως πλην σαφώς, υπό την προϋπόθεση ότι θα σταματήσουν τα μπλόκα. Και μπορεί ο πρωθυπουργός να απέφυγε στην κυριακάτικη ανάρτησή του να ρίξει λάδι στη φωτιά (άλλωστε λαμβάνει καθημερινά μηνύματα από τους κυβερνητικούς βουλευτές της επαρχίας), υποστηρίζοντας ότι «ακραίες μορφές διαμαρτυρίας, όπως τα μπλόκα, μπορεί να εκφράζουν πίεση, αλλά τελικά δυσκολεύουν την καθημερινότητα όλων και δεν βοηθούν να προχωρήσουμε πιο γρήγορα», όλοι όμως γνωρίζουν καλά τη δυσανεξία της συγκεκριμένης κυβέρνησης στις κινητοποιήσεις που εύκολα βαφτίζει «ακραίες», και συνήθως μετά ακολουθεί η καταστολή.
Στην πραγματικότητα, καταφεύγοντας για άλλη μια φορά στην επικοινωνιακή διαχείριση εις βάρος της πολιτικής, η κυβέρνηση μέχρι τώρα δεν έχει καταφέρει να πείσει ότι έχει ένα σχέδιο για να απαντήσει στα προβλήματα του αγροτικού κόσμου. Πράγμα λογικό εάν σκεφτούμε ότι εδώ και έξι χρόνια η μεγαλύτερη «συνεισφορά» της στην αγροτιά ήταν να διακινδυνεύσει συνολικά τις αγροτικές επιδοτήσεις μέσα από τη «μηχανή» που είχαν στήσει τα στελέχη της ΝΔ στον ΟΠΕΚΕΠΕ. Γιατί στην πραγματικότητα παρότι η κυβέρνηση σε μεγάλο βαθμό θεώρησε ότι είχε δεδομένη την αγροτιά – ας μην ξεχνάμε ότι σε γενικές γραμμές εκλογικά τα πήγε καλά στους περισσότερους αγροτικούς νομούς της χώρας – σχέδιο για την αγροτιά δεν είχε. Στην καλύτερη περίπτωση ήλπιζε ότι θα μπορούσε να εξασφαλίσει μια κάπως ομαλή κατανομή των ενισχύσεων και των αποζημιώσεων, ώστε να αποφεύγει μεγάλες αγροτικές αντιδράσεις. Και στο τέλος με τις επιλογές της έθεσε σε κίνδυνο ακόμη και αυτόν τον μηχανισμό.
Όμως αυτό που κανονικά θα έπρεπε να κάνει μια υπεύθυνη κυβέρνηση θα ήταν να προσπαθεί να επεξεργαστεί μια συνολική πολιτική για τον αγροτικό κόσμο, η οποία θα ανακόπτει τη συρρίκνωση της αγροτιάς, ιδίως από τη στιγμή που αυτό σημαίνει και ερήμωση της επαρχίας, θα στηρίζει την πρωτογενή παραγωγή ως τμήμα του παραγωγικού ιστού της χώρας, θα προσελκύει νέους ανθρώπους, θα εξασφαλίζει αξιοπρεπείς τιμές και εγγυήσεις για τους αγρότες, θα αναβαθμίζει τις υποδομές ιδίως για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και συνολικά να καταρτίσει ένα σχέδιο για την αγροτική παραγωγή στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται. Προφανώς αυτό θα απαιτούσε αποτελεσματικότερη διαπραγμάτευση στην ΕΕ και συμμαχίες με άλλα κράτη μέλη που επίσης έχουν συμφέρον να στηρίξουν τον πρωτογενή τομέα. Μόνο που ακριβώς αυτό δεν μπορεί να κάνει εύκολα πλέον, αφού κουβαλάει το στίγμα από το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ.
Η απόγνωση του αγροτικού κόσμου αποκαλύπτει το πραγματικό πρόβλημα στη χώρα που εκτείνεται πέρα από την ικανοποίηση κάποιων δίκαιων αιτημάτων κοινωνικών ομάδων όταν ο κόμπος φτάνει στο χτένι. Η χώρα χρειάζεται μια νέα διακυβέρνηση με σχέδιο και όραμα που δεν θα «αποκλείει» κοινωνικές κατηγορίες και δεν θα περιφρονεί τις ανάγκες των ανθρώπων.
