Προβλέπονται εξαιρέσεις σε ορισμένες περιπτώσεις δανείων
Βάσει δύο κριτηρίων, θα εγκρίνονται από την Τράπεζα της Ελλάδος, τα στεγαστικά δάνεια που θα χορηγούνται από την Πρωτοχρονιά του 2025.
- Το ποσοστό των δόσεων για την εξυπηρέτηση του χρέους δεν μπορεί να ξεπερνά το 50% του εισοδήματος του δανειολήπτη. Εάν υπάρχει και άλλο δάνειο, τότε το ανώτατο όριο πέφτει στο 40%.
- Το ύψος του δανείου δεν μπορεί να ξεπερνά το 90% της αξίας του υπέγγυου ακινήτου. Εάν έχουν ληφθεί και άλλα δάνεια, τότε το πλαφόν πέφτει στο 80%.
Σύμφωνα με τη ΤτΕ, τα ποσοστά στην ελληνική στεγαστική αγορά κινούνται αρκετά χαμηλά, φτάνοντας κάτω του 32% και 62%.
Μάλιστα, προβλέπονται εξαιρέσεις από τα παραπάνω κριτήρια σε ορισμένες περιπτώσεις δανείων όπως το προγράμμα στέγασης «Σπίτι μου» ή σε δάνεια ρύθμισης ή μεταβίβασης σε εταιρείες διαχείρισης.
- το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο για τον δείκτη εξυπηρέτησης χρέους προς εισόδημα κατά την έγκριση (debt service-to-income at origination – DSTI-O) 50% για τους αγοραστές για πρώτη φορά και 40% για τους λοιπούς δανειολήπτες.
- το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο για τον δείκτη δανείου προς την αξία του υπέγγυου ακινήτου κατά την έγκριση (loan-to-value at origination – LTV-O) 90% για τους αγοραστές για πρώτη φορά και 80% για τους λοιπούς δανειολήπτες.
Τα εν λόγω μακροπροληπτικά μέτρα δεν εφαρμόζονται σε μη εξυπηρετούμενα δάνεια και σε δάνεια υπό καθεστώς ρύθμισης (κατά την έννοια των άρθρων 47α και 47β αντίστοιχα του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου), σε δάνεια και λοιπές πιστώσεις που συνδέονται με προγράμματα εθνικής στεγαστικής πολιτικής ή πράσινης μετάβασης, τα οποία διέπονται από ειδικότερους όρους και προϋποθέσεις (όπως π.χ. το πρόγραμμα «Σπίτι Μου»), καθώς επίσης σε μεταβιβαζόμενα χαρτοφυλάκια από εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις του ν. 5072/2023.
Επίσης, δίνεται η δυνατότητα εκταμίευσης δανείων και λοιπών πιστώσεων καθ’ υπέρβαση των ανώτατων επιτρεπόμενων ορίων DSTI-O και LTV-O. Η υπέρβαση ανά δείκτη δύναται να ανέρχεται σε ποσοστό έως 10% του συνολικού αριθμού των δανείων και λοιπών πιστώσεων που εγκρίνονται και έχουν έστω εν μέρει εκταμιευθεί εντός έκαστου ημερολογιακού τριμήνου.