Ψάχνοντας την ανάπτυξη της οικονομίας
Του Θωμά Κιούση*
Οδεύουμε προς τα τέλη του έτους, η τουριστική περίοδος του καλοκαιριού ολοκληρώθηκε, οι τουρίστες αν και πιο συγκρατημένοι ξεπέρασαν σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία κάθε άλλη χρονιά σε αφίξεις, ο πληθυσμός της χώρας πρακτικά τριπλασιάστηκε, η ζήτηση όπως και η κατανάλωση αυξήθηκε, η οικονομία όμως εξακολουθεί να κινείται σε χαμηλές «στροφές».
Με ρυθμό ανάπτυξης στα επίπεδα του 2%, ο στόχος της βελτίωσης του βιοτικού επίπεδου και της σύγκλισης με την Ευρωζώνη παραμένει μακρινός. Η Ελλάδα κινείται υψηλότερα σε σχέση με τα μέσα επίπεδα της Ευρώπης,
με αυτόν τον ρυθμό όμως, σύμφωνα και με διεθνείς εκτιμήσεις, η χώρα θα χρειαστεί μια δεκαετία για να φτάσει στα επίπεδα που είχαμε το πραγματικό (απόπληθωρισμένο) ΑΕΠ το 2007.
Ακόμα και για τη συχνά επικαλούμενη υπεραπόδοση της ανάπτυξης σε σχέση με την Ευρώπη, έχει σημασία με ποιους συγκρινόμαστε. Με τους ισχυρούς της δυτικής Ευρώπης, με τις δυνατές και ώριμες δηλαδή οικονομίες όπου τα περιθώρια γρήγορης ανόδου είναι περιορισμένα ή με τις μικρότερες, τις πρώην ανατολικές χώρες, που με επενδύσεις, ευελιξία και μεταρρυθμίσεις τα καταφέρνουν καλύτερα, τρέχουν πιο γρήγορα, σε αρκετές περιπτώσεις μας ξεπερνούν εύκολα, γίνονται πιο ελκυστικές; Χαρακτηριστική περίπτωση έλληνες γιατροί που σπούδασαν σε χώρες όπως η Ρουμανία και προτιμούν να παραμείνουν εκεί παρά να επιστρέψουν και να εργαστούν στην Ελλάδα.
Και όλα αυτά σε ένα αβέβαιο περιβάλλον με γεωπολιτικές αναταράξεις, πολέμους και τις συνέπειες της κλιματικής κρίσης όπως εφέτος με ξηρασία, λειψυδρία, άνοδο της θερμοκρασίας, αλλά και έντονα καιρικά φαινόμενα. Πώς θα αντιδράσει η ελληνική οικονομία και ποιες θα είναι οι συνέπειες για τα νοικοκυριά σε περιπτώσεις όπως αυτές, που επηρεάζουν και μπορούν να πλήξουν τον τουρισμό και τον αγροτικό τομέα; Προβληματισμός υπάρχει άλλωστε και για τις συνέπειες του υπερτουρισμού σε αρκετές περιοχές, σχετικά με την επάρκεια εξυπηρέτησης σε προϊόντα και υπηρεσίες, αλλά και με την άνοδο των τιμών στα ακίνητα. Ακόμα και η αυξημένη ζήτηση σε τελικά προϊόντα όταν καλύπτεται σε σημαντικό βαθμό από εισαγόμενα ενδιάμεσα προϊόντα, περιορίζει το όφελος και ενισχύει το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
Η περίοδος με το κλείσιμο λόγω της πανδημίας ανέδειξε το πρόβλημα που δημιουργείται με τη μονοθεματική σχεδόν εξάρτηση από τον τουρισμό. Διαπίστωση που ξεκίνησε από την εποχή της χρηματοπιστωτικής κρίσης και την περίοδο των μνημονίων.
Ήταν και παραμένει χρυσή ευκαιρία μετά το άνοιγμα και αξιοποιώντας την προσωρινή δημοσιονομική χαλαρότητα, τα ευρωπαϊκά κονδύλια και ειδικά τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, να επιδιώξουμε διεύρυνση της παραγωγικής βάσης και σε άλλους τομείς, σε προϊόντα και υπηρεσίες.
Αν με τόσα χρήματα όπως αυτά από το Ταμείο Ανάκαμψης δεν μπορέσουμε να αναπτυχθούμε με 4% – 5% ή και ακόμα παραπάνω το χρόνο, μετά και από τα χαμηλά επίπεδα που πέσαμε τα προηγούμενα χρόνια, τότε πότε θα γίνει;
Τα αποτελέσματα μέχρι σήμερα είναι όμως περιορισμένα.
Η παραγωγική διάρθρωση της οικονομίας δεν αλλάζει, όπως και η αρνητική σχέση εισαγωγών / εξαγωγών, οι οποίες το πρώτο εξάμηνο 2024 μειώθηκαν κατά 4,3% και οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά περίπου 2% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2023.
Επιδεινώνονται όμως και οι κοινωνικές συνθήκες σε βάρος κυρίως των φτωχότερων νοικοκυριών που πρέπει να δαπανήσουν μεγαλύτερο ποσοστιαία μέρος του εισοδήματος τους εξαιτίας του πληθωρισμού και της ακρίβειας για να διατηρήσουν το ίδιο βιοτικό επίπεδο.
Είναι χαρακτηριστικό, ότι σήμερα με τον πληθωρισμό και την ακρίβεια να έχει συρρικνώσει τα πραγματικά διαθέσιμα εισοδήματα, το 70% των μισθωτών έχει αμοιβές μέχρι 1.000 ευρώ.
Με το Ταμείο Ανάκαμψης και τα υπόλοιπα χρηματοδοτικά εργαλεία είναι ευκαιρία να αλλάξει η εικόνα δραστικά προς το καλύτερο. Να διαμορφωθεί μια νέα αναπτυξιακή στρατηγική με όρους εθνικού συμφέροντος.
Να αξιοποιηθούν οι πόροι πιο αποτελεσματικά με στόχο τη βιώσιμη ενίσχυση της παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, με περισσότερο παραγωγικό πλουραλισμό, με αύξηση εξαγωγών, με προσέλκυση επενδύσεων ειδικά σε πάγιο κεφάλαιο και σε τομείς όπως η βιομηχανική παραγωγή η ψηφιοποίηση και οι νέες τεχνολογίες.
Με εστίαση σε τομείς με προοπτική, με συγκριτικά πλεονεκτήματα, με στρατηγική σημασία.
Να διαχυθούν οι πόροι στους πολλούς, στην κοινωνία, με δίκαιους όρους χωρίς εύνοιες και αντίστοιχους αποκλεισμούς, να αυξηθεί η κυκλοφοριακή ταχύτητα του χρήματος και το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών, οι τράπεζες να λειτουργήσουν με βάση το ρόλο τους προς όφελος της κοινωνίας, να γίνει το κράτος πιο ευέλικτο πιο αποτελεσματικό, να ακούει τους πολίτες και να προσπαθεί να ανταποκρίνεται στις ανάγκες τους.
Να τεθεί ως προτεραιότητα η ισόρροπη ανάπτυξη της χώρας. Με ουσιαστική στήριξη της περιφέρειας. Τα χωριά μας αδειάζουν και εκπέμπουν σήμα κινδύνου. Είναι θέμα εθνικής επιβίωσης να κρατηθούν όρθια. Η λύση δεν είναι να μπαίνουν λουκέτα, αλλά να φεύγουν και αυτά που είχαν μπει στο παρελθόν.
Είναι θέμα προτεραιοτήτων.
* Οικονομολόγος, πρ. δημοτικός σύμβουλος δήμου Θήβας