Για νέο σχέδιο συγκάλυψης – μιλούν για… «μπάζωμα» της προανακριτικής – κατηγορεί η αντιπολίτευση την κυβέρνηση με αφορμή τη δήλωση – επιθυμία του Χρήστου Τριαντοπούλου να πάει απευθείας στο δικαστικό συμβούλιο για το θέμα των Τεμπών, ακυρώνοντας στην πραγματικότητα την προανακριτική διαδικασία, την οποία ορίζει το σύνταγμα και η νομοθεσία περί ευθύνης υπουργών.
Και αυτό γιατί όπως επισημαίνουν στελέχη όλων των κομμάτων αλλά και πολλοί συνταγματολόγοι, στην πραγματικότητα η κυβέρνηση με την κίνηση που κάνει επιχειρεί να ρίξει στα μαλακά το Χρήστο Τριαντόπουλο και με βάση αυτή την τακτική ενδεχομένως και τον Κώστα Καραμανλή.
Κυρίως όμως να αποφύγει μία σε βάθος διερεύνηση της υπόθεσης, των χειρισμών που έκαναν τα κυβερνητικά στελέχη και όλα όσα έγιναν ή δεν έγιναν από τα πολιτικά πρόσωπα.
Κουρελόχαρτο το Σύνταγμα
Όπως λένε μάλιστα στελέχη όλων των κομμάτων η κυβέρνηση αντιμετωπίζει το σύνταγμα ως «κουρελόχαρτο», ερμηνεύοντάς το κατά το δοκούν. Λένε ακόμα ότι ο Χρήστος Τριαντόπουλος δεν μπορεί να επιλέξει το δικαστήριο από το οποίο θα δικαστεί και εκφράζουν την απορία τους αν την ίδια τακτική θα ακολουθήσει η κυβέρνηση και για τον Κώστα Καραμανλή.
Προκειμένου να γίνει κατανοητή η κίνηση με την οποία η κυβέρνηση επιχειρεί να απεγκλωβιστεί από την υπόθεση των Τεμπών, κορυφαίοι νομικοί, αλλά και παράγοντες της αντιπολίτευσης επισημαίνουν τα εξής στοιχεία:
Με βάση το σύνταγμα ο «φυσικός δικαστής» των πολιτικών προσώπων είναι η Βουλή δια της προανακριτικής επιτροπής. Γι’ αυτό άλλωστε όταν ένας δικαστής «πέσει» σε κάποια υπόθεση πάνω στο όνομα πολιτικού προσώπου στέλνει την υπόθεση στην Βουλή, χωρίς να διερευνήσει όλες τις πτυχές περαιτέρω.
Αυτό άλλωστε συνέβη και στην περίπτωση του Χρήστου Τριαντοπούλου όπου ο φάκελος στάλθηκε με τα διαθέσιμα στοιχεία – τα οποία παραπέμπουν σε πρώτη φάση σε πλημμέλημα.
Έτσι μετά από πρόταση του ΠΑΣΟΚ αποφασίστηκε η προανακριτική επιτροπή, προκειμένου να διενεργηθεί η προβλεπόμενη έρευνα, ώστε να συλλεγούν στοιχεία, να υπάρξουν καταθέσεις και στο τέλος βεβαίως να αξιολογηθεί το πλήρες υλικό. Και με βάση το πλήρες υλικό πλέον να αποφασιστεί εάν ο κ. Τριαντόπουλος θα παραπεμφθεί στο δικαστικό συμβούλιο ή όχι.
Το ότι δεν θα συνεδριάσει η προανακριτική επιτροπή και θα γίνει η προβλεπόμενη και αναγκαία έρευνα, σημαίνει ότι η υπόθεση θα παραπεμφθεί στο δικαστικό συμβούλιο μόνο με τα διαθέσιμα αυτή τη στιγμή στοιχεία, δηλαδή με ελλιπέστατο, εκ των πραγμάτων, φάκελο με ό,τι σημαίνει αυτό για τα περιθώρια που θα έχουν οι δικαστές μέλη του συμβουλίου για τις αποφάσεις τους. Το πολύ δηλαδή να τον παραπέμψουν σε ειδικό δικαστήριο για πλημμέλημα.
Εάν η προανακριτική επιτροπή λειτουργήσει κανονικά, τότε η διαδικασία πέρα από το ότι μπορεί να φέρει στο φως νέα στοιχεία, θα είναι και ανοιχτή, εφόσον έτσι κριθεί, να διευρυνθεί το κατηγορητήριο με νέα αδικήματα ή και νέους κατηγορούμενους, ή και να υπάρξει αναβάθμιση του κατηγορητηρίου με κακουργήματα.
Τι προσπαθεί να κερδίσει με αυτή την τακτική η κυβέρνηση;
Κατ’ αρχάς ο πρωθυπουργός δεν θα βρεθεί σε δύσκολη θέση, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ είχε ανακοινώσει ότι θα τον καλούσε ως μάρτυρα στην υπόθεση. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν ήθελε για κανένα λόγο να εμπλακεί το όνομα του στην ιστορία.
Δεύτερον θέλει να αποφύγει να έχει πολίτες σε καθημερινή βάση έξω από την Βουλή, καθώς οι πληροφορίες έλεγαν ότι οι συγγενείς των θυμάτων θα ήταν ιδιαίτερα ενεργοί την περίοδο της προανακριτικής.
Στο δικαστικό συμβούλιο θα γίνει κεκλεισμένων των θυρών και κανένας δεν θα γνωρίζει τι θα λέγεται εκεί μέσα. Θεωρείται σχεδόν σίγουρο ότι θα ακολουθηθεί αυτός ο δρόμος αφού θα τεθεί στην κρίση των μελών της επιτροπής την Πέμπτη, οπότε κι έχει προγραμματιστεί η επόμενη συνεδρίαση με τον τελικό λόγο να τον έχει η Ολομέλεια, η οποία θα συνεδριάσει τις επόμενες ημέρες για να επικυρώσει την απόφαση.
Αντιδράσεις από συνταγματολόγους
Θέση στο αίτημα Τριαντόπουλου να παρακαμφθεί η Προανακριτική και να παραπεμφθεί απευθείας στο Δικαστικό Συμβούλιο πήρε ο συνταγματολόγος, Καθηγητής Δημοσίου Δικαίου και Κοινωνικής Διοίκησης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Ξενοφών Κοντιάδης ο οποίος ανέφερε: «Προβάλλεται από κάποιους (πονηρούς ή αδαείς;) ότι το αίτημα Τριαντόπουλου να μην γίνει Προανακριτική Επιτροπή για τις ευθύνες του στο έγκλημα των Τεμπών, αλλά να παραπεμφθεί απευθείας στο δικαστικό συμβούλιο είναι “πράξη γενναιότητας”. Και όλα όσα θα μπορέσει να φέρει στο φως η Προανακριτική αν αφεθεί να εργαστεί με τις σημαντικές ανακριτικές αρμοδιότητες που της δίνει ο νόμος; Θα “μπαζωθούν” κι αυτά; Όχι ευχαριστώ, να λείπει τόση “γενναιότητα”».
Αλλά και ο καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Χαϊδελβέργης, Χαράλαμπος Τσιλιώτης, σε δήλωσή του ανέφερε: «Η πρόταση του πρώην Υφυπουργού είναι όχι μόνο προδήλως αντισυνταγματική, αλλά και ύποπτη. Σύμφωνα με το άρθρο 86 Σ, η Βουλή έχει ρόλο Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών, διενεργώντας προκαταρκτική εξέταση και, αν χρειαστεί, ασκώντας ποινική δίωξη. Δεν μπορεί να απεμπολήσει αυτή την αρμοδιότητα, όπως δεν μπορεί να το κάνει και ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών. Η άσκηση αυτών των εξουσιών δεν εξαρτάται από την καλή ή κακή διάθεση του υπόπτου ή του κατηγορουμένου. Η πρόταση είναι επίσης ύποπτη, καθώς στην Ειδική Κοινοβουλευτική Επιτροπή ενδέχεται να αποκαλυφθούν στοιχεία που αφορούν την πολιτική και ποινική διάσταση του δυστυχήματος στα Τέμπη. Οι συγχαρητήριες δηλώσεις προς τον κ. Τριαντόπουλο δεν είναι παράδειγμα καλής προαίρεσης, αλλά δείχνουν νομική άγνοια.
ΥΓ. Μία τέτοια αντισυνταγματική πρόταση θα διευκόλυνε τους κυβερνητικούς βουλευτές, οι οποίοι αναμένεται να αντιμετωπίσουν πολιτική πίεση, ιδίως οι λιγότερο έμπειροι.
ΥΓ2: Αν και η εμπλοκή της Βουλής στη διαδικασία προκαταρκτικής εξέτασης κατά κυβερνητικών μελών είναι προβληματική, το ισχύον Σύνταγμα πρέπει να γίνεται σεβαστό. Ελπίζω ότι μελλοντική συνταγματική αναθεώρηση θα καταργήσει αυτή τη ρύθμιση. Όπως έλεγαν οι Λατίνοι, mala lex sed lex (κακός νόμος αλλά νόμος)».
Μητσοτάκης: Γενναία πράξη
Ο πρωθυπουργός έσπευσε πάντως να πανηγυρίσει κάνοντας λόγο για «γενναίο βήμα που δεν έχει σύγχρονο προηγούμενο».
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης σε ανακοίνωση του επεσήμανε ότι «μετά τη δήλωση Τριαντόπουλου, που διαλύει και τα τελευταία επιχειρήματα περί συγκάλυψης, με τις ανακοινώσεις τους εκπέμπουν μικροψυχία και αμηχανία. Το μεν ΠΑΣΟΚ πρακτικά ομολογεί ότι είχε ήδη βγάλει καταδικαστικό πόρισμα, ο δε ΣΥΡΙΖΑ μας λέει ότι προτιμά να διαδραματίσουν τα κόμματα τον ρόλο του δικαστή και όχι οι τακτικοί δικαστές και μάλιστα ανωτάτων δικαστηρίων. Όπως είχαμε επισημάνει από την πρώτη στιγμή, ούτε αλήθεια θέλουν, ούτε δικαιοσύνη, για το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών. Πολιτικό σωσίβιο έψαχναν, μέσω μιας πρωτοφανούς απόπειρας εργαλειοποίησης ενός τραγικού δυστυχήματος και τελικά βούλιαξαν οι ίδιοι μέσα στα δικά τους ψέματα».