Μια απρόσμενη μεταστροφή του στρατάρχη Χαλίφα Χαφτάρ επανακαθορίζει τις ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο, φέρνοντας την ελληνική διπλωματία αντιμέτωπη με μια σκληρή πραγματικότητα με… τουρκικό άρωμα.
Ο άλλοτε σταθερός σύμμαχος της Ελλάδας στον λιβυκό γρίφο, εμφανίζεται πλέον να απομακρύνεται από τις θέσεις της Αθήνας και να αναζητά προσέγγιση με την Τρίπολη – και κατ’ επέκταση με την Άγκυρα. Η εξέλιξη, αν και δεν αποτελεί κεραυνό εν αιθρία, αναδεικνύει την ευμετάβλητη φύση των διεθνών σχέσεων και εγείρει ερωτήματα για τη στρατηγική της Ελλάδας στην περιοχή.
Ποιος μπορεί άλλωστε να ξεχάσει τις ευχαριστίες που έστελνε ο λιβυκός στρατός προς την Αθήνα που «κρατάτε ασφαλή τον στρατηγό Χαφτάρ»;
Η «συμμαχία» του 2020 και η ψευδαίσθηση επιρροής
Η πολιτική επαφή μεταξύ Χαφτάρ και Αθήνας κορυφώθηκε τον Ιανουάριο του 2020, όταν ο στρατάρχης του Λιβυκού Εθνικού Στρατού (LNA) πραγματοποίησε αιφνιδιαστική επίσκεψη στην ελληνική πρωτεύουσα, λίγα 24ωρα πριν τη Διάσκεψη του Βερολίνου.
Εκείνη την περίοδο, η Ελλάδα είχε αποκλειστεί από τη διαδικασία των διαπραγματεύσεων για τη Λιβύη, ενώ αναζητούσε εναγωνίως ένα αντίβαρο στο παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο με το οποίο η Άγκυρα επιχειρούσε (και συνεχίζει να προσπαθεί) να σφετεριστεί τμήματα της ελληνικής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης.
Ο Χαφτάρ, τότε ισχυρός πόλος επιρροής στην ανατολική Λιβύη, προβλήθηκε ως πιθανός συνομιλητής με αντικρουόμενα συμφέροντα προς τον πρωθυπουργό της Τρίπολης, Φαγιέζ αλ-Σάρατζ.
Η ελληνική πλευρά στήριξε ένθερμα τον Χαφτάρ σε επίπεδο δηλώσεων και διπλωματικής νομιμοποίησης.
Στο πρόσωπό του είδε έναν στρατιωτικό ηγέτη που θα μπορούσε να εμποδίσει την επέκταση της τουρκικής επιρροής στη Λιβύη. Στην πράξη, όμως, στηρίχθηκε σε έναν ασταθή παίκτη χωρίς θεσμική αναγνώριση και με περιορισμένο διεθνές εκτόπισμα.
Αλλαγή πορείας: Ο ρεαλισμός υπερισχύει της συμμαχίας
Από το 2021 και μετά, ο πολιτικός χάρτης της Λιβύης σταδιακά άλλαξε.
Η Άγκυρα ενίσχυσε ακόμη περισσότερο τη θέση της στην Τρίπολη με στρατιωτικές υποδομές, drone και οικονομική διείσδυση, ενώ η διεθνής κοινότητα συνέχισε να αναγνωρίζει την κυβέρνηση της Τρίπολης ως τη μόνη νόμιμη αρχή της χώρας.
Ο Χαφτάρ, διατηρώντας έλεγχο στην ανατολική Λιβύη αλλά βλέποντας τη συνολική του επιρροή να μειώνεται, φάνηκε να επιλέγει μια διαφορετική στρατηγική: προσέγγιση με την Τρίπολη – και κατ’ επέκταση άνοιγμα προς την Τουρκία.
Πίσω από αυτή τη μεταστροφή φέρεται να βρίσκεται και ο γιος του, Σαντάμ Χαφτάρ, που κινείται επιχειρηματικά σε περιοχές υπό τουρκική επιρροή και προβάλλεται ως πιθανός διάδοχος του πατέρα του.
Το κρίσιμο σημείο αυτής της μεταβολής ήρθε με τη στάση του Χαφτάρ απέναντι στις τελευταίες συμφωνίες της Τρίπολης με την Τουρκία, που αφορούν σεισμικές έρευνες και πιθανές γεωτρήσεις σε περιοχές της λιβυκής ΑΟΖ, η οποία επικαλύπτεται με ελληνικές διεκδικήσεις νότια της Κρήτης.
Ο Χαφτάρ, που κάποτε δήλωνε κάθετα αντίθετος με το τουρκολιβυκό σύμφωνο, πλέον δεν εκφράζει καμία αντίδραση.
Η στάση αυτή ερμηνεύεται ως έμμεση αποδοχή του μνημονίου Άγκυρας–Τρίπολης. Δεν είναι μόνο η σιωπή του που προβληματίζει την Αθήνα, αλλά η πλήρης απουσία κάθε στήριξης στις ελληνικές θέσεις, τις οποίες στο παρελθόν φαινόταν να υιοθετεί.
«Θα κόψω το χέρι στον Ερντογάν», έλεγε πριν πέντε χρόνια με κορώνες που θα άρμοζαν στον στρατάρχη της Βεγγάζης ο Χαφτάρ. Αλλά η Αθήνα μοιάζει να χάνει το παιχνίδι… Μεταξύ άλλων δεν μπορεί να παρακαμφθεί ότι οι στενές σχέσεις και η συνεχής -σχεδόν καθημερινή επικοινωνία- μέσω διπλωματικών διαύλων με τον στρατάρχη Χαφτάρ που ίσχυε μέχρι το 2023 φάνηκε πως εγκαταλείφθηκε καθώς υπερίσχυσε η άποψη ότι το στρατόπεδο της Βεγγάζης δεν θα αντέξει την πίεση από το μπρα ντε φερ με την κυβέρνηση της Τρίπολης. Και από εκεί που η συμμαχία Αθήνας-Χαφτάρ φαινόταν ότι οδηγούσε το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο σε μαρασμό και de facto ακύρωση, η αδράνεια της ελληνικής πλευράς να συστηματοποιήσει και να θωρακίσει διπλωματικά τη συνεργασία με τον στρατάρχη της Βεγγάζης τόσο πολιτικά όσο και οικονομικά, επέτρεψε στην Άγκυρα να μπει σφήνα επιτυγχάνοντας να προσεταιριστεί ένα πρόσωπο που μέχρι το 2023 έμοιαζε να έχει δυσανεξία απέναντι στην Τουρκία.
Τι πήγε στραβά για την Ελλάδα;
Η αλλαγή στάσης του Χαφτάρ δεν μπορεί να θεωρηθεί μονοσήμαντα σαν μεταστροφή λόγω της σύσφιγξης των σχέσεών του με την Άγκυρα, αλλά εξηγείται και από την επιλογή της Αθήνας να αφήσει να ατονήσουν οι επαφές με την πλευρά του στρατάρχη.
Οι λόγοι είναι μεταξύ άλλων:
Οικονομική διείσδυση της Τουρκίας: Μεγάλα έργα υποδομής, αμυντικές συμφωνίες και ενεργειακές συνεργασίες κάνουν την Τουρκία βασικό εταίρο στη μεταπολεμική Λιβύη.
Εσωτερικές πολιτικές ισορροπίες: Ο Χαφτάρ επιδιώκει ρόλο στο μελλοντικό πολιτικό σύστημα και αυτό περνά μέσα από τη συνεργασία με την Τρίπολη.
Απουσία ουσιαστικής ελληνικής στήριξης: Η Ελλάδα πρόσφερε πολιτική αναγνώριση, αλλά χωρίς στρατιωτικά ή οικονομικά ανταλλάγματα.
Είναι ξεκάθαρο πως η Αθήνα έχασε γκολ σε… άδειο τέρμα. Η αποστασιοποίηση με τον καιρό από τον Χαφτάρ έφερε τον στρατάρχη (έστω και με τις πιέσεις του γιου του) στο πλάι του Ερντογάν.
Ο ίδιος ο Χαφτάρ άλλωστε, ίσως από την πλευρά του, είδε τις ελληνοτουρκικές σχέσεις να εξομαλύνονται, κάτι το οποίο του έδωσε την ευκαιρία να έρθει και ο ίδιος κοντά στον Ερντογάν.
Μην ξεχνάμε άλλωστε και τους ισλαμικούς δεσμούς, οι οποίοι με τις συνεχόμενες εντάσεις στην Μέση Ανατολή, ολοένα και συσφίγγονται ενώ ποτέ ο Ταγίπ Ερντογάν δεν αρνήθηκε πως έχει όραμα να καταστεί νέος ηγέτης του μουσουλμανικού κόσμου.
Διπλωματικός επαναπροσδιορισμός για την Αθήνα
Το κεφάλαιο «Χαφτάρ» καταλήγει, για την Ελλάδα, ως υπενθύμιση των κινδύνων όταν επενδύει κανείς σε μη κρατικούς δρώντες χωρίς πραγματικό έρεισμα στην εξουσία. Η ανάγκη αναπροσαρμογής της στρατηγικής είναι πλέον επιτακτική:
- Επαφή με το νέο πολιτικό σκηνικό της Λιβύης και ενεργή παρουσία σε όλα τα μέτωπα.
- Χρήση οικονομικών εργαλείων για ενίσχυση της ελληνικής επιρροής.
- Προετοιμασία για νέα τετελεσμένα σε ΑΟΖ και ενεργειακούς πόρους.
Το γεωπολιτικό πάθημα θα γίνει μάθημα;
Η περίπτωση Χαφτάρ αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα του δόγματος που διέπει τη διεθνή πολιτική: συμφέροντα, όχι φιλίες.
Όσο η Τουρκία επενδύει σε βάθος και με σχέδιο στη Λιβύη, τόσο η Ελλάδα καλείται να επανατοποθετηθεί με ρεαλισμό και στρατηγικό σχεδιασμό. Διότι η γεωπολιτική σκακιέρα δεν συγχωρεί τη στατικότητα — και πάντα κινείται προς εκείνον που κάνει το επόμενο βήμα.