Βιτριόλι ανά τον κόσμο, γυναίκες και νομικός ακτιβισμός

Του Άγγελου Ποταμιά,

Δικηγόρου Αθηνών

Eπιθέσεις σαν την τελευταία δεν είναι πρωτόγνωρες. Συναντώνται στην Βρετανία ήδη από την Βικτωριανή εποχή, με το Λονδίνο να εξακολουθεί να είναι η ευρωπαϊκή “πρωτεύουσα του βιτριόλι” έχοντας 456 επιθέσεις μόνο το έτος 2017. Οι επιθέσεις με οξύ ή άλλες διαβρωτικές ουσίες έχουν τριπλασιαστεί την τελευταία πενταετία σε ολόκληρο το Ηνωμένο Βασίλειο, ακολουθώντας τους παγκόσμιους δείκτες οι οποίοι ομοίως γνωρίζουν αύξηση, κατά περίπτωση αλματώδη. Τέτοιας φύσεως επιθέσεις παρουσιάζονται συχνά σε αναπτυσσόμενες Ασιατικές και Αφρικανικές χώρες, με τις έρευνες να καταδεικνύουν ότι οι θύτες είναι επί το πλείστον άντρες, ενώ τα θύματα είναι γυναίκες σε ποσοστό άνω του 80% παγκοσμίως. Οι επιπτώσεις και τα κίνητρα ποικίλλουν σημαντικά μεταξύ διαφορετικών πολιτιστικών και εθνοτικών ομάδων. Στην Ινδία τα θύματα ξεπερνάνε τα 1.000 κάθε χρόνο, με την επίθεση συχνά να είναι ακόλουθη ατομικού ή ομαδικού βιασμού, στο Νεπάλ συνηθίζεται να τελείται εν είδει ακραίας ενδοοικογενειακής βιαιοπραγίας, στην Αγγλία ως όπλο σε πόλεμο συμμοριών, στην Ιταλία ως προϊόν εγκλήματος πάθους, στο Μεξικό ως μέσο βασανισμού και στο Αφγανιστάν ως μέθοδος επιβολής εναντίον γυναικών που δεν φορούν μπούρκα ή χιτζάμπ. 

Η πρώτη χώρα παγκοσμίως που ο εθνικός νομοθέτης προέβλεψε ειδικώς την επίθεση με βιτριόλι είναι το Μπαγκλαντές ήδη από το 2002, με επαπειλούμενη ποινή αυτή της ισόβιας κάθειρξης. Η τυποποίηση πραγματοποιήθηκε επίσης στο Πακιστάν το 2011, επισύροντας για τους δράστες ομοίως τα ισόβια. Το ίδιο αδίκημα σήμερα στην Κολομβία απειλείται με ελάχιστη ποινή τα 12 ετών κάθειρξης ενώ στην Ινδία με ελάχιστη ποινή τα 10 έτη. Στην Μεγάλη Βρετανία, το νομικό πλέγμα γύρω από τις επιθέσεις εμπλουτίστηκε περαιτέρω από την 1 Νοεμβρίου 2018. Πλέον διώκεται πλημμεληματικά και επισύρει απεριόριστο χρηματικό πρόστιμο η κατοχή από το κοινό, υγρών με συγκέντρωση θειικού οξέως ή υδροχλωρικού οξέως  άνω του 15%. Τέλος, το actus reus και το mens rea της επίθεσης με οξύ, συνιστούν το αδίκημα της πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης (grevious bodily harm), η οποία τελούμενη από αμέλεια τιμωρείται με μέγιστη ποινή τα 5 έτη κάθειρξη, ενώ τελούμενη εκ προθέσεως μπορεί να τιμωρηθεί ακόμα και με ισόβια κάθειρξη. Στις ΗΠΑ, όπου η βαριά σωματική βλάβη δεν τιμωρείται με ισόβια, ειδικώς σχετικά με την επίθεση με οξύ έχει κριθεί νομολογιακά ότι δύναται να συρρέει με το έγκλημα μίσους (“hate crime”) και τιμωρείται έως και με 25 έτη κάθειρξης.

Στην Ελλάδα, η επίθεση με βιτριόλι δεν είναι τυποποιημένη από τον νομοθέτη και η ποινική της μεταχείριση δεν είναι ειδική. Η νομολογία του Αρείου Πάγου την χαρακτηρίζει παγίως ως βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη, για την οποία προβλέπεται ποινή καθείρξεως από το ελάχιστο των 5 ετών έως το μέγιστο των 10 ετών. Όπως στην διεθνή περιπτωσιολογία του αδικήματος έτσι και στο ποινικοδικονομικό μας σύστημα δεν έχει μέχρι στιγμής θεμελιωθεί ανθρωποκτόνος δόλος για τέτοιας φύσεως επίθεση. Οι δράστες στις περιπτώσεις αυτές δεν χρησιμοποιούν κανενός τύπου οπλισμό (πιστόλι, μαχαίρι κλπ) γιατί σκοπός τους δεν είναι ο ακαριαίος βιολογικός θάνατος του θύματος αλλά ο βασανισμός του εις το διηνεκές. Έρευνες βρετανικών πανεπιστημίων καταδεικνύουν ότι η πιθανότητα του να καταλήξει κάποιος από βιτριόλι που ρίπτεται ακόμα και στο πρόσωπο είναι κάτω του 2% –  χαμηλότερη δηλαδή ακόμα και από την ρίψη πέτρας. 

Στην πρόσφατη υπόθεση που απασχόλησε τα Μέσα ο χαρακτηρισμός της πράξης από τον Εισαγγελέα και η ποινική δίωξη συνίσταται σε απόπειρα ανθρωποκτονίας με πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και στο πλημμέλημα της απείθειας. Στο δικαιικό μας σύστημα αν κάποιος κριθεί ένοχος για απόπειρα ανθρωποκτονίας η ποινή καθείρξεως είναι από 10 έως 15 έτη. Φανερός λόγος αυτής της δίωξης που παρελκύει του ίδιου του Κώδικα, είναι να διευκολυνθεί δικονομικά η επιβολή προσωρινής κράτησης, καθώς με την βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη δεν προβλέπεται. Υποδόριος λόγος είναι ένα συνονθύλευμα συναισθηματισμού, τηλεοπτικής προβολής, κοινωνικής πίεσης και νομικής ακροβασίας. Πέραν τούτων και άνευ διάθεσης ηθικολογίας, ο Εισαγγελέας διαβλέπει προφανώς το  παράδοξο του να διώκεται αυστηρότερα η επίθεση με ένα “σουγιαδάκι” από την επίθεση με βιτριόλι και ενδεχομένως η αίσθηση του Δικαίου που Καντιανά “λάμπει μέσα του” τον εξωθεί στον νομικό του ακτιβισμό.

Η 35χρονη ύποπτη, όταν ο καιρός θα παρέλθει και τα φώτα θα έχουν φύγει απ’ την υπόθεση, δεν θα είναι δύσκολο να επιτύχει επ’ ακροατηρίω μια επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας. Στο χειρότερο γι’ αυτή σενάριο σε τέσσερα χρόνια πραγματική φυλακή θα είναι ελεύθερη, μια ποινή που μόνο ως “χάδι” μπορεί να λογιστεί. “Ελεύθερο” δεν θα είναι ποτέ το θύμα το οποίο δεν πέθανε την ημέρα της επίθεσης, αλλά καταδικάστηκε να πεθαίνει κάθε μέρα από λίγο – μια διαπίστωση που δεν είναι συναισθηματική, αλλά επιστημονικώς αποδεδειγμένη. Έρευνες σε θύματα τέτοιων επιθέσεων καταδεικνύουν ότι παρουσιάζουν αγχώδεις διαταραχές, βιώνουν έντονο μετατραυματικό στρες, ταλαιπωρούνται από χρόνιες καταθλίψεις, κατατονικά επεισόδια και κατέχουν ένα αρνητικό ρεκόρ αυτοκτονιών.

Η ανάγκη για αλλαγή του νομικού πλαισίου είναι οφθαλμοφανής σκανδαλωδώς. Ο νομοθέτης αποτυγχάνει να διαπαιδαγωγήσει μέσω της ποινής και να ακολουθήσει την ηθική απαξία μιας πράξης που προκαλεί αποστροφή και στον πιο μετριοπαθή πολίτη, παρελκύει της  κλασικής διδασκαλίας της γενικής και ειδικής πρόληψης των εγκλημάτων ή και των σύγχρονων θεωριών της θετικής πρόληψης, και κυρίως κωφεύει απέναντι στη αγωνία μιας κοινωνίας που αργά η γρήγορα θα δει τον δράστη μιας τέτοιας πράξης να πέφτει “στα μαλακά” εκμεταλλευόμενος τις ανεπάρκειες του συστήματος.

Το θύμα της επίθεσης χρειάζεται την ενσυναίσθηση, την συμπάθεια και την συμπόνοια της ίδιας αυτής κοινωνίας. Η φιλανθρωπία όμως δεν μπορεί να είναι υποκατάστατο για την δικαιοσύνη που δεν αποδόθηκε. 

Σχετικά