Η διακοπή μιας επιζήμιας και επικίνδυνης συνήθειας συνδέεται με ένα σημαντικό όφελος για τη ζωή όσων έχουν υποστεί έμφραγμα, ισχυρίζεται νέα μελέτη
Ο κίνδυνος για τη ζωή κάποιου που πέρασε έμφραγμα είναι αυξημένος. Και όμως, ισχυρίζονται οι επιστήμονες, μία σημαντική κίνηση μπορεί να τους χαρίσει περισσότερα χρόνια ζωής.
Τα νέα αφορούν καπνιστές κάτω των 50 ετών που επέζησαν εμφράγματος και, τα ευρήματα της πρόσφατης έρευνας που δημοσιεύεται στο JAMA Network Open journal θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως μια επιτυχημένη εκστρατεία για τη διακοπή του καπνίσματος.
Τα συμπεράσματα από τα στοιχεία 2.072 ασθενών που νοσηλεύτηκαν κατόπιν εμφράγματος – οι 1.088 καπνιστές την περίοδο του συμβάντος- στο Νοσοκομείο Brigham and Women και το Γενικό Νοσοκομείο της Μασαχουσέτης κατά το διάστημα 2000-2016 ήταν αποκαλυπτικά:
Στα επόμενα 10 χρόνια από την καρδιακή προσβολή, 75 (13%) από τους 567 ασθενείς (62%) που εξακολούθησαν να καπνίζουν μετά το συμβάν είχαν αποβιώσει, με 30 θανάτους να οφείλονται σε έμφραγμα ή άλλο καρδιαγγειακό επεισόδιο.
Τη σημασία των αριθμών τονίζουν τα αποτελέσματα για τους επιβιώσαντες που διέκοψαν την βλαβερή συνήθεια μέσα σε ένα χρόνο από το έμφραγμα: μόλις 14 (4%) από τους 343 ασθενείς (38%) είχαν αποβιώσει. Σημειώνεται πως οι ομάδες των ασθενών έφεραν κοινά χαρακτηριστικά αναφορικά με το έθνος και την ηλικία.
«Η διακοπή του καπνίσματος συνδέεται με ένα σημαντικό όφελος για όσους νέους έχουν υποστεί έμφραγμα» επεσήμανε ο συγγραφέας της μελέτης Δρ Ron Blankstein, από το Τμήμα Καρδιαγγειακής Ιατρικής στο Νοσοκομείο Brigham and Women’s Hospital της Βοστώνης, και συμπλήρωσε «στην καρδιολογία αναζητούμε τρόπους για να μειώσουμε τον κίνδυνο καρδιαγγειακών επεισοδίων, είτε με νέα φάρμακα είτε με άλλες παρεμβάσεις».
Αποθαρρυντικά, ωστόσο, έκρινε τα στατιστικά στοιχεία που δείχνουν ότι οι ενήλικες κάτω των 50 δεν διέκοψαν το κάπνισμα, παρά το σοβαρό περιστατικό που τους συνέβη. Οι ξεχωριστές πορείες στην υγεία όσων απέβαλαν την καταστροφική συνήθεια του καπνίσματος και εκείνων που εξακολούθησαν, γίνεται σαφής η ανάγκη διακοπής του για μείωση του κινδύνου.